Tα παιδιά (της Σελιάνας) μέσα στη νύχτα…
Η μπάλα κάνει θόρυβο και ενοχλεί περασμένα μεσάνυχτα, τους έλεγα.
Πώς να παίξουμε χωρίς την μπάλα, με ρωτούσαν.
Τους μιλούσα και σκεφτόμουν πως με βάλανε τα χρόνια κάτω και τώρα συμπεριφέρομαι σαν μικροαστός και τα μαλώνω με τα λόγια που μάλωναν κάποτε κι εμένα.
Τους μιλούσα και από μέσα μου τους έδινα δίκιο. Χαιρόμουν που οι φωνές τους έσπαζαν την παραλυτική ησυχία του χωριού. Που αναστάτωναν με τα γέλια και τα παιχνίδια τους την πλατεία.
Ήξερα πως σε λίγες μέρες οι φωνές τους θα χάνονταν μέσα στην πόλη και τις πολυκατοικίες που τα στριμώχνουν.
Τα γέλια τους θα πνίγονταν σε σχολεία και φροντιστήρια. Φεύγοντας από το χωριό, τα παιδιά θα μεγαλώσουν απότομα κι αφύσικα. Κάποιοι σαν και μένα θα τα καλουπώσουν, θα κορφολογήσουν την άψη και την ανεμελιά τους.
Θα τα ισοπεδώσουν.
Ένα βαρύ καθηκοντολόγιο θα έστεκε σαν μπαμπούλας μπροστά τους. Κάποιοι «κόπανοι» γονείς και καθηγητές θα απαιτήσουν να αριστεύσουν.
Να αποστηθίσουν δηλαδή ιστορία και λατινικά, γεγονότα αξιώματα και ημερομηνίες. Όλα αυτά απειλούν το γέλιο και την φρεσκάδα τους ολόκληρη την χρονιά.
Πως στεκόμουν εγώ να τους κάνω παρατήρηση πως τάχα ξενυχτούν και «ενοχλούν».
Πως καταδεχόμουν να υπηρετήσω την σύμβαση που λέει πως πρέπει να μαζεύονται σπίτι τους κάποια ώρα; Τα παιδιά μέσα στη νύχτα, γελούν, φωνάζουν, παίζουν, τραγουδούν, ερωτεύονται.
Μπροστά τους ένας τυπικός πατέρας με κατεβασμένα γυαλιά, τους κάνει παρατηρήσεις.
Οικτρό θέαμα, ξεπεσμός.
Τα μάζεψα κι έφυγα με την βεβαιότητα ότι θα με αγνοήσουν και με την κρυφή ελπίδα ότι θα με συγχωρήσουν. Όσα τώρα ζουν στο χωριό θα είναι αύριο η μόνη αυθεντική και αναπολλοτρίωτη περιουσία τους. Σελιάνα, Αύγουστος 2017….
Τραγούδι από την …πρώιμη περίοδο του Διονύση Σαββόπουλου.
Το σχόλιο σας