Η λήξη της καραντίνας φέρνει αντιμέτωπη την κυβέρνηση και δευτερευόντως τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με την επόμενη ημέρα και κυρίως με την διαχείριση της δευτερογενούς κρίσης στην οικονομία.Η υγειονομική κρίση ευνόησε την κυβέρνηση καθώς συσπείρωσε την κοινωνία γύρω από την ηγεσία της. Όσο κι αν επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει τα πολιτικά κέρδη ο πρωθυπουργός -αναμενόμενο άλλωστε- αυτοπροβάλλοντας τις αποφάσεις του, δεν είχε δύσκολο έργο.
Η συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας αντελήφθη από την πρώτη στιγμή ότι με διαλυμένο το σύστημα υγείας -από εκείνους που φώναζαν “δεν θα μου κλέψει ο Τόμσεν την δόξα των απολύσεων των νοσοκομειακών γιατρών”-, ο μόνος τρόπος για να μην πεθαίνουμε σαν τις μύγες έξω από τα νοσοκομεία ήταν οι σκληρές απαγορεύσεις. Και γι αυτό πειθάρχησε. Δεν χρειάζονταν οι υπερβολές των συστημικών ΜΜΕ που ήθελαν να δικαιολογήσουν με ύμνους στον ηγέτη, τα 11,5 εκατομμύρια ευρώ που τους επιδαψίλευσε.
Το τέλος της καραντίνας αποφασίστηκε με πολιτικά και οικονομικά κριτήρια και ήδη το κλίμα συναίνεσης έχει διαταραχθεί. Φθάνει να δει και να αφουγκραστεί κανείς τους απλούς πολίτες στις βόλτες τους ή να παρακολουθήσει επισταμένως -και πέρα από τα παπαγαλάκια που είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία- τα social media για να αντιληφθεί ότι το πακέτο των μέτρων για την επιστροφή στην κανονικότητα δεν συναντά την ίδια αποδοχή. Ενστάσεις, διαμαρτυρίες και γκρίνιες συνοδεύουν τις ανακοινώσεις: από το γιατί ανοίγουν τα σχολεία που έκλεισαν πρώτα, μέχρι γιατί δεν ανοίγουν τα καταστήματα εστίασης ενώ επιστρέφει ο εκκλησιασμός.
Γιατί τώρα -που κατασκευάστηκε εργοστάσιο- επιβάλλονται επί ποινή προστίμου οι μάσκες σε κλειστούς χώρους που δεν θεωρούνταν απαραίτητες το πρώτο διάστημα και ποιος θα πληρώνει το αυξημένο κόστος. Όσο για την απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 12:00 το βράδυ μέχρι τις 6:00 τα ξημερώματα, εντελώς αχρείαστη, παραπέμπει σε άλλες εποχές και σε άλλα καθεστώτα και επιβεβαιώνει τις πιο αρνητικές αιτιάσεις για τον αυταρχικό χαρακτήρα του επιτελικού κράτους. Άλλωστε ξεδίπλωσε τον αυταρχισμό του βάζοντας την βουλή και την κοινοβουλευτική διαδικασία στον γύψο για δύο μήνες την ώρα που διαφήμιζε το ψηφιακό κράτος.
Η σκληρή καραντίνα όμως είχε συνέπεια να εντείνει την οικονομική κρίση. Η επόμενη ημέρα βρίσκει την κυβέρνηση δίχως σχέδιο αντιμετώπισης με την κοινωνία κουρασμένη. Η έλλειψη συναίνεσης που έχει αρχίσει και διαφαίνεται απέναντι στην “γέφυρα επιστροφής”, θα μετατραπεί με μαθηματική ακρίβεια σε κοινωνική δυσαρέσκεια τις προσεχείς εβδομάδες και μήνες απέναντι στην οικονομική πολιτική. Ο πρωθυπουργός έδωσε το στίγμα του: “…Και καθώς η πανδημία χτύπησε όλους, όλοι θα πρέπει να σηκώσουν και τα βάρη των συνεπειών της. Με τρόπο όμως δίκαιο και με συμμάχους την αλήθεια και τον ρεαλισμό”.
Σωστά, η πανδημία χτύπησε και τον Μπιλ Γκειτς με προσωπική περιουσία περί τα 60 δις δολλάρια, σύμφωνα με τον ετήσιο κατάλογο του Forbes, χτύπησε και τους ανθρώπους που έμειναν έχασαν την δουλειά τους. Άρα, με ρεαλισμό όλοι θα πρέπει να πληρώσουν, σύμφωνα με την λογική του πρωθυπουργού που άλλωστε θεωρεί από άλλη ομιλία του ότι “η ανισότητα είναι στην φύση του ανθρώπου”.