Ελλάδα

Οι μεγαλύτερες βεντέτες και φόνοι στην Κρήτη

Οι μεγαλύτερες βεντέτες και φόνοι στην Κρήτη
Η πιο αιματηρή και πολύνεκρη ήταν αυτή μεταξύ των οικογενειών Σαρτζετάκη και Πενταράκη.

Το διπλό φονικό του περασμένου Σαββάτου στα Ανώγια της Κρήτης ξύπνησε μνήμες τόσο στην Κρήτη όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα, που είχε χρόνια να αισθανθεί τόσο κοντά την εξέλιξη μιας μεγάλης βεντέτας. Πριν αρχίσουμε να ξετυλίγουμε το νήμα των μεγαλύτερων και πιο φονικών βεντετών στην Κρήτη, όπως θα φανεί και στο παρακάτω infographic του pagenews.gr είναι καλό να επισημάνουμε ότι το φαινόμενο της βεντέτας κρατά από την αρχαιότητα.

Ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια» αναφέρει ως εισηγητή του «Δικαίου της Ανταπόδοσης» τον Ραδάμανθυ, αδελφό του Μίνωα. Σύμφωνα με αυτή την ποινική διάταξη, όποιος διαπράξει ένα αδίκημα «μόνο σαν πάθει ό,τι ’καμε, δίκη σωστή θα γίνει».

Ο νόμος της ανταπόδοσης χαρακτηρίζεται μάλιστα ως σπουδαία μορφή απονομής δικαιοσύνης. Αλλά και στην περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Κρήτη παρατηρούμε ότι εάν κάποιος σκότωνε κάποιον άλλο είτε η ποινή του θα ήταν θάνατος είτε θα αποζημίωνε χρηματικά την οικογένεια του θύματος. Η βεντέτα λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο από έναν πανάρχαιο τρόπο απονομής Δικαιοσύνης και αντεκδίκησης σε κοινωνίες όπου κυριαρχεί ο μωσαϊκός νόμος του «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος».

Σαρτζετάκηδες vs Πενταράκηδες

Η μεγαλύτερη και η πιο αιματηρή από όλες τις βεντέτες είναι αυτή των Σαρτζέτηδων ή Σαρτζετάκηδων εναντίον των Πεντάρηδων ή Πενταράκηδων. Η βεντέτα αυτή λέγετα ότι κράτησε πάνω από 70 χρόνια. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπάρχουν στο διαδίκτυο ξεκίνησε το 1910 και κατά μια εκδοχή ήταν οι κτηματικές διαφορές κατά μια άλλη ήταν εξαιτίας ενός ζητήματος τιμής για τα μάτια μιας γυναίκας.

Με τα χρόνια χάθηκε και ο λόγος της βεντέτας και το μόνο που υπήρχαν ήταν δολοφονίες και μαυροφορεμένες γυναίκες, αλλά και άνδρες με μούσια και μαύρα ρούχα λόγω πένθους. Κατά τη διάρκεια της κατοχής οι Σαρτζετάκηδες και οι Πενταράκηδες συνέχιζαν την βεντέτα μεταξύ τους με τις δυο οικογένειες να αλληλοσκοτώνονται. Μετά το τέλος του πολέμου και κατά την διάρκεια του εμφυλίου, το μίσος «φούντωσε» με τις δολοφονίες να είναι συνεχείς.

Στις 28 Μαρτίου του 1948, ο 14χρονος Ανδρέας Πεντάρης δολοφονήθηκε εν ψυχρώ μέσα στα Χανιά από τον χωροφύλακα Λευτέρη Σαρτζετάκη, που λιποτάκτησε για να εκτελέσει το «χρέος» του, παίρνοντας εκδίκηση για την δολοφονία του αδερφού του. Ο Λευτέρης Σαρτζετάκης, ήταν από τους πλέον γνωστούς των Μονάδων Ασφαλείας Υπαίθρου (ΜΑΥδες), με το ψευδώνυμο «καπετάν Κανάρης» και είχε επιβάλει τον δικό του νόμο.

Οι συγγενείς του 14χρονου μαθητή ζητούν εκδίκηση και την παίρνουν, όταν ο «καπετάν Κανάρης» θα πέσει νεκρός στα Χανιά. Οι Σαρτζετάκηδες συγκλονίζονται. Αρχίζουν και φοβούνται. Σιγά σιγά ο κύκλος αρχίζει να κλείνει.

Κάπου εκεί στο 1955 κανείς δεν έχει διάθεση να συνεχίσει το μακελειό. Άλλοι εγκαταλείπουν την Κρήτη. Οι νέοι σπουδάζουν και ακολουθούν τον δρόμο τους. Οι ηλικιωμένοι συνεχίζουν να κυκλοφορούν με μαύρα πουκάμισα. Αλλά ο κύκλος του αίματος παραμένει μισάνοικτο. Το 1955, 82ο θύμα θα είναι ο Απόστολος Σαρτζέτης. Εκτελείται με πέντε σφαίρες, έξω από το σπίτι του όταν τραγουδούσε μια μαντινάδα.

Προς ανακούφιση όλων όμως, δράστης δεν ήταν κάποιος Πεντάρης, αλλά ένας αδερφός ενός ερωτικού του «θύματος». Οι εφημερίδες της εποχής εύχονται συμφιλίωση ανάμεσα στις δύο οικογένειες και να σταματήσει να επικρατεί ο τρόμος και ο φόβος. Η συμφιλίωση όμως δεν έρχεται, με έναν μαθητή γυμνασίου να κλείνει τον κύκλο του αίματος, τον Βαγγέλη Πεντάρη.

Ο νεαρός σκοτώνει έναν διαπρεπή εκπρόσωπο της οικογένειας Σαρτζετάκη, ως εκδίκηση για τον φόνο του αδερφού του Σταμάτη. Τουλάχιστον 119 άτομα συνολικά δολοφονήθηκαν στην πιο αιματηρή και μεγάλη βεντέτα της Κρήτης και ολόκληρης της Ελλάδας.

Δικάζεται αλλά αθωώνεται, λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Η βεντέτα ξαναήλθε στην επικαιρότητα το 1985 κατά την εκλογή του κ. Χρήστου Σαρτζετάκη ως Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο κ. Σαρτζετάκης βεβαίως δεν είχε καμία εμπλοκή στην υπόθεση. Είχε όμως συγγενείς στην οικογένεια. Όπως συγγενείς είχε και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κ. Ευάγγελος Πεντάρης. Τα παλιά για μια στιγμή πέρασαν από το νου του βουλευτή. Τότε παρενέβη ο Ανδρέας Παπανδρέου, επικαλέστηκε εθνικούς λόγους και ο κ. Σαρτζετάκης εξελέγη Πρόεδρος με 181 ψήφους, έχοντας λάβει και την ψήφο του Ευάγγελου Πεντάρη.

Φραγκιαδάκη εναντίον Βεϊσάκη

Το κακό άρχισε τη νύκτα της 27ης Αυγούστου 1955, σε μια στιγμή που ολόκληρο το χωριό ζαλισμένο από το κρασί και την κρητική λίρα συνέχιζε το γλέντι που είχε αρχίσει από το πρωί γιορτάζοντας τον Άγιο Φανούριο. Το πρώτο θύμα ήταν ο τριανταοκτάχρονος Γιάννης Φραγκιαδάκης, κτηνοτρόφος και δασοφύλακας τον οποίο δολοφόνησε με απανωτές μαχαιριές στην πλάτη ο Εμμανουήλ Βεϊσάκης, καφετζής και χασάπης, 31 ετών .

Ο ατυχής Φραγκιαδάκης καθόταν σ’ ένα πάγκο έξω από το καφενείο του Παπαδάκη διασκεδάζοντας με συγχωριανούς του. Είναι αμφίβολο αν πρόλαβε να αντιληφθεί ποιος και γιατί τον κτύπησε. Και εδώ οι εκδοχές για την αιτία της βεντέτας διίστανται. Σύμφωνα με κάποιους ως αιτία του φονικου ήταν ένας προηγούμενος καυγάς μεταξύ του Γιάννη Φραγκιαδάκη και του Εμμανουήλ Βαϊσάκη για τα καυσόξυλα και την υλοτόμηση δάσους.

Άλλη εκδοχή ισχυρίζεται ότι όλα ξεκίνησαν για έναν χαιρετισμό που δεν ανταποδώθηκε, ενώ μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο Φραγκιαδάκης απέτρεπε πελάτες στο να έρθουν στο μαγαζί του Βεϊσάκη. Μάλιστα λέγεται ότι εκείνο το βράδυ ο Φραγκιαδάκης απευθυνόμενος σε μια παρέα που προοριζόταν για το καφενείο του Βεϊσάκη, την καλεί να καθήσει στο καφενείο του Παπαδάκη.

Η βεντέτα εξελίσεται άμεσα και αλυσιδωτά αφού το επόμενο θύμα, ο 18χρονος Μανούσος Βεϊσάκης, πρωτοξάδελφος του Εμμανουήλ Βαϊσάκη ή Βεϊσομανούσου, πληρώνει την οργή των συγγενών του Φραγκιαδάκη και συγκεκριμένα του Ζαχαρία Χαραλαμπάκη, ενώ σχεδόν αμέσως ακολουθεί ο φόνος του Μιχάλη Λεονταράκη από τον Ιωάννη Βεϊσάκη . Η συνέχεια δεν έχει προηγούμενο αφού ο Θεοχάρης Λεονταράκης απασφαλίζει χειροβομβίδα και τη ρίχνει με στόχο το εσωτερικό του σπιτιού του Φραγκιαδάκη. Ο τραγικός απολογισμός έγραψε έξι νεκρούς και δεκατέσσερις τραυματίες, κάποιους ακρωτηριασμένους.

Οικογένεια Κουκουλά εναντίον Μποτανάκη

Τον Νοέμβριο του 1987 στην περιοχή Περβολάκια Κισσάμου Χανιών ξεσπά βεντέτα ανάμεσα στις οικογένειες Κουκουλά και Μποτανάκη. Αιτία οι κτηματικές διαφορές. Ο Κωνσταντίνος Κουκουλάς, 66 ετών τότε, συνταξιούχος του ΟΤΕ, είχε σκοτώσει τον Γιώργο Μπονατάκη, 47 ετών κτηνοτρόφο. Ο Κουκουλάς είχε ζητήσει εξηγήσεις από τον Μπονατάκη γιατί, όπως νόμιζε, τα πρόβατά του προκαλούσαν ζημιές στα χωράφια του.

Ακολούθησε λογομαχία και στη συνέχεια ο Κουκουλάς πυροβόλησε δύο φορές τον Μπονατάκη με κυνηγετική καραμπίνα στην καρδιά, με αποτέλεσμα να τον τραυματίσει θανάσιμα. Μετά το φονικό, οι συγγενείς του Γεωργίου Μπονατάκη κατέστρεψαν το σπίτι του Κωνσταντίνου  Κουκουλά και πυρπόλησαν το σπίτι του αδελφού του Μανώλη.

Ο Κωνσταντίνος Κουκουλάς είχε αποφυλακιστεί από τις Φυλακές Αγιάς το 1993 και από τον φόβο της αντεκδίκησης, έκτοτε έμενε στα Χανιά. Ωστόσο το 1996, και ενώ ο Κωνσταντίνος Κουκουλάς, καθόταν στη βεράντα του σπιτιού του, δέχθηκε πυροβολισμούς από δύο διαφορετικά κυνηγετικά όπλα. Πριν υποκύψει στα τραύματά του, είχε κατονομάσει ως δράστες τους δύο γιους του θύματός του, 24 και 21 ετών τότε. Και οι δύο αρνήθηκαν κατηγορηματικά την ενοχή τους και στο εφετείο κρίθηκαν αθώοι. Το 2009 έκλεισε ο κύκλος του αίματος με τον  25χρονος Ξενοφών Κουκουλάς να είναι το τρίτο θύμα αυτής της βεντέτας.

Οικογένεια Παπαδόσηφου εναντίον Βενιαράκη

Η εν ψυχρώ εκτέλεση του 27χρονου Μανόλη Παπαδόσηφου έμελλε να «πυροδοτήσει» μια από τις πλέον ξακουστές βεντέτες της Κρήτης. Όλα άρχισαν στις 7 Αυγούστου 1983, σε μια καφετέρια του Ρεθύμνου.

Ο 27χρονος Μανώλης Παπαδόσηφος φεύγει από το σπίτι του και πάει να συναντήσει τον 35χρονο Γιάννη Βενιαράκη, στην καφετέρια όπου σύχναζε. Οι δύο άντρες φιλονικούσαν συχνά και αιτία φαίνεται πως ήταν μια γυναίκα. Ο Παπαδόσηφος αποφάσισε να αντιμετωπίσει για άλλη μια φορά τον Βενιαράκη.

Ο δεύτερος, όταν τον είδε να έρχεται απειλητικά προς το μέρος του, σηκώθηκε από τη θέση του και ανέβηκε στο πατάρι του μαγαζιού. Οι δύο νέοι έμειναν μόνοι. Μετά από λίγα λεπτά ακούστηκαν πυροβολισμοί. Ο Βενιαράκης είχε πυροβολήσει τέσσερις φορές τον Μανώλη. Τα τραύματα στο στήθος ήταν θανατηφόρα. Ο Γιάννης Βενιαράκης συνελήφθη από τις αρχές και πρωτόδικα καταδικάστηκε σε ισόβια. Πέντε χρόνια αργότερα άσκησε έφεση κατά της απόφασης.

Ο Βενιαράκης βρισκόταν φυλακή και περίμενε το Εφετείο. Η δίκη σε δεύτερο βαθμό αποφασίστηκε να διεξαχθεί εκτός Κρήτης, για να αποφευχθούν οι εντάσεις και τα τυχόν αντίποινα. Είχαν περάσει πεντέμισι χρόνια από τη δολοφονία, αλλά οι αρχές ήθελαν να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και όρισαν τη δίκη στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιά, για τις 20 Δεκεμβρίου 1988.

Ο Βενιεράκης θα καθόταν ξανά στο εδώλιο του κατηγορουμένου, ελπίζοντας αυτή τη φορά στην επιείκεια του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ώστε να μειωθεί η ποινή του και να αποφυλακιστεί συντομότερα. Η ακροαματική διαδικασία κυλούσε ήρεμα, όταν η επιβλητική παρουσία του 63χρονου Γιάννη Παπαδόσηφου, που σηκώθηκε με αργές κινήσεις από τις θέσεις του ακροατηρίου, τράβηξε τα βλέμματα όλων. «Σεις, μωρέ, δεν είστε άξιοι να κρίνετε τον φονιά», είπε στα μέλη του δικαστηρίου και αμέσως έβγαλε πιστόλι.

Πλησίασε το εδώλιο και πυροβόλησε εν ψυχρώ τρεις φορές τον κατηγορούμενο. Οι σφαίρες τον έπληξαν στο σημείο όπου ήθελε ο δράστης, στο ίδιο που είχε χτυπηθεί και ο γιος του από το όπλο του ανθρώπου που τώρα έγερνε τραυματισμένος θανάσιμα. Έριξε άλλες δύο, που «καρφώθηκαν» στα έδρανα, χωρίς να τραυματίσουν κάποιο από τα μέλη του δικαστηρίου, που είχαν σκύψει για να καλυφθούν.

Μέσα σε πανδαιμόνιο οι δύο αστυνομικοί που βρίσκονταν στη δικαστική αίθουσα έτρεξαν να τον αφοπλίσουν και να τον συλλάβουν. Δεν χρειάστηκε να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια. «Το πένθος τελείωσε…», τους είπε, φανερά ανακουφισμένος, τείνοντας τα χέρια του για να του περάσουν τις χειροπέδες. «Ξαλάφρωσα, αγαλλίασε η ψυχή μου. Το κοπέλι μου από εκεί ψηλά θα χαμογελάει τώρα. Δικάστε με εις θάνατον να τελειώνω!», πρόσθεσε.

Πώς, όμως, κατάφερε να περάσει μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου το πιστόλι, το οποίο, όπως είπε ο ίδιος, είχε αρπάξει στην κατοχή από τους Γερμανούς.

Την ημέρα της δίκης το είχε πάρει μαζί του αλλά επειδή ήταν σίγουρος ότι οι αστυνομικοί θα του έκαναν σωματικό έλεγχο, το άφησε στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου ενός φίλου του, έξω από τα δικαστήρια. Δύο φορές βγήκε από την αίθουσα «για να πάρει αέρα» και στην επιστροφή τον έψαξαν πάλι. Την τρίτη τον είδαν ταλαιπωρημένο και τον άφησαν να περάσει χωρίς έλεγχο. Αποφάσισε τότε να κάνει πράξη τη σκέψη που ωρίμαζε σιγά – σιγά στο μυαλό και την ψυχή του, από την ημέρα που έχασε το γιο του.

Ο θρύλος τον ήθελε να κρύβει το όπλο μέσα στην πυκνή και μακριά γενειάδα του, που είχε αφήσει εξαιτίας του πένθους του. Ωστόσο η εκδοχή αυτή αμφισβητήθηκε, καθώς το συγκεκριμένο όπλο δεν γίνεται να κρυφτεί σε μια γενειάδα, όσο μεγάλη κι αν είναι αυτή.

Ο Γιάννης Παπαδόσηφος καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 12 ετών και 8 μηνών, που σε δεύτερο βαθμό, μειώθηκε τον Ιούλιο του 1993 από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιά στα 8 έτη και 3 μήνες. Έμεινε στη φυλακή για πέντε χρόνια και μετά την αποφυλάκισή του, επέστρεψε στο Ρέθυμνο, όπου έζησε ήρεμος μέχρι το τέλος της ζωής του, σε ηλικία 87 ετών, το 2012.

Έως την τελευταία στιγμή δεν μετάνιωσε για την πράξη του. «Αν ζούσε, θα τον ξανασκότωνα», έλεγε συχνά στους συγχωριανούς του. Οι γονείς του Γιάννη Βενιεράκη είχαν ζητήσει αυξημένα μέτρα ασφαλείας στο δικαστήριο, αλλά δεν εισακούστηκαν από την Αστυνομική Διεύθυνση Πειραιά, που δήλωσε άγνοια για την διεξαγωγή μιας τόσο σοβαρής δίκης. Έδειξαν αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία και δεν φάνηκαν πρόθυμοι να συνεχίσουν την βεντέτα. Ίσως να αναγνώρισαν αυτό που ειπώθηκε από ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, ότι, δηλαδή, από τον Γιάννη Παπαδόσηφο αποδόθηκε δικαιοσύνη.

Οικογένειες Δικωνυμάκη και  Μουζουράκη

Όλα άρχισαν στις 23 Μαΐου του 1994, όταν ο 25χρονος Μιχάλης Δικωνυμάκης με τον φίλο του Νίκο Πολάκη, 29 χρόνων, στραγγάλισαν την 55χρονη Φωτούλα Μουζουράκη στην αγροτική τοποθεσία Κυπαρισσώνας Φυλακής Αποκορώνου, 2 χιλιόμετρα πριν από το χωριό Πάτημα, όπου κατοικούσε. Οι δράστες ανάγκασαν τη Μουζουράκη να σταματήσει το αγροτικό αυτοκίνητο που οδηγούσε και αφού την κακοποίησαν σεξουαλικά, την στραγγάλισαν. Την άτυχη γυναίκα, μητέρα τριών αγοριών και ενός κοριτσιού, βρήκε στον τόπο του εγκλήματος λίγες ώρες αργότερα ο γιος της Κώστας.

Στις 27 Μαΐου ο Πολάκης συλλαμβάνεται στα Χανιά και στις 18 Ιουνίου ο Δικωνυμάκης συλλαμβάνεται στην Αθήνα. Στις 16 Αυγούστου 1994, σε ορεινή περιοχή της κοινότητας Κουρνά Αποκορώνου, βρέθηκε νεκρός με δύο σφαίρες στο θώρακα ο 24χρονος Κώστας Μουζουράκης, γιος της άτυχης γυναίκας. Τον σκότωσε, σύμφωνα με την Αστυνομία, ο 33χρονος Ευάγγελος Σελιανάκης από το Ρέθυμνο, για κτηματικές διαφορές.

Στις 10 Νοεμβρίου 1994 ο Γιάννης Μουζουράκης, 26 χρόνων, μαζί με δύο φίλους του σκοτώνει στην Αμαλιάδα τον 54χρονο Μανώλη Δικωνυμάκη, πατέρα του φονιά της μάνας του, τον οποίο θεωρούσε υπεύθυνο για όσα είχαν συμβεί. Στις 13 Δεκεμβρίου 1994, ο 27χρονος Σήφης Δικωνυμάκης, αδελφός του Μιχάλη και γιος του 54χρονου Μανώλη Δικωνυμάκη, βρέθηκε νεκρός με μια σφαίρα στο στήθος στη Μυτιλήνη, όπου είχε καταφύγει με την οικογένειά του. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1995, ο 23χρονος κτηνοτρόφος Βαγγέλης Σελιανάκης, από την Αρχοντική Ρεθύμνου, δολοφονήθηκε με κυνηγετική καραμπίνα.

Οι δράστες τού είχαν στήσει ενέδρα στο 1ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού Επισκοπής – Αργυρούπολης Ρεθύμνου. Το θύμα ήταν ανιψιός του Ευάγγελου Σελιανάκη, που είχε σκοτώσει τον Αύγουστο του 1994 τον Κωνσταντίνο Μουζουράκη, στον Κουρνά Αποκορώνου Χανίων. Στις 6 Δεκεμβρίου 1997, το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Κακουργημάτων Χανίων επέβαλε ποινή ισόβιας κάθειρξης στους Μιχάλη Δικωνυμάκη και Ν. Πολάκη που τον Μάιο του 1994 είχαν βιάσει και στραγγαλίσει την Φωτούλα Μουζουράκη.

Ο Γιάννης Μουζουράκης ζούσε κυνηγημένος από τον Νοέμβριο του 1994, όταν πήρε την σκληρή εκδίκηση για τον βιασμό και την άγρια δολοφονία της μητέρας του Φωτούλας. Ο Μουζουράκης κατέφυγε στην Αθήνα και κρυβόταν, σύμφωνα με πληροφορίες της Αστυνομίας, σε ένα διαμέρισμα στο Περιστέρι.

Η οικογένειά του, η σύζυγος και τα δύο παιδιά του διέμεναν σε άλλο διαμέρισμα στην περιοχή της Πετρούπολης. Ο Γιάννης Μουζουράκης, που δολοφονήθηκε τον Ιανουάριο του 1999 σε κεντρικό δρόμο του Περιστερίου, ήταν το έκτο κατά σειρά θύμα μιας βεντέτας η οποία ξεκίνησε τον Μάιο του 1994 στο Πάτημα Αποκορώνου Χανίων.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play

Το σχόλιο σας

Loading Comments