Έφη Αχτσιόγλου: Τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα στην αγορά εργασίας διότι η κυβέρνηση έκανε συγκεκριμένες επιλογές για τα εργασιακά από την αρχή της πανδημίας δήλωσε η τομεάρχης Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ Έφη Αχτσιόγλου. Όπως σημείωσε μιλώντας στο Kontra Channel, η κυβέρνηση «επέλεξε να πορευτεί με δύο μέτρα που ήταν εντελώς στην αντίθεση κατεύθυνση από αυτού που θα έπρεπε να γίνει, δηλαδή να στηριχτούν οι θέσεις και οι σχέσεις εργασίας.
Αντί αυτού, έκανε την επιλογή των αναστολών συμβάσεων εργασίας. Ουσιαστικά μετέτρεψε το σύνολο των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα σε εν δυνάμει ανέργους και τους έδωσε ένα επίδομα 533 ευρώ το μήνα χωρίς εξασφάλιση για την επόμενη μέρα». Το δεύτερο μέτρο, όπως είπε η Έφη Αχτσιόγλου, είναι το «ανεκδιήγητο σχήμα της νέας εκ περιτροπής εργασίας όπου όσοι δε βγήκαν σε αναστολή δουλεύουν για μισό χρόνο με μισό μισθό».
«Η κυβέρνηση μονιμοποιεί τα μέτρα»
Η πρώην υπουργός Εργασίας υπογράμμισε ότι «το δυστύχημα είναι ότι τα μέτρα αυτά η κυβέρνηση φαίνεται ότι τα μονιμοποιεί. Έδωσε παράταση και στην εκ περιτροπής εργασίας και στην αναστολή συμβάσεων εργασίας μετά το τέλος της καραντίνας. Δεν υπάρχει καμία δέσμευση για μη απολύσεις την επόμενη της άρσης του lockdown».
Η Έφη Αχτσιόγλου εξήγησε ότι οι μόνες επιχειρήσεις οι οποίες δεσμεύονται να μην κάνουν απολύσεις για 45 μέρες είναι αυτές που έκλεισαν με δική τους επιλογή και όχι αυτές που έκλεισαν με κρατική εντολή, που είναι και οι περισσότερες. «Θα έχουμε μεγάλο κύμα απολύσεων γιατί οι επιχειρήσεις δεν έχουν στηριχτεί με μία ρευστότητα για να μπορούν να διατηρήσουν ένα κεφάλαιο κίνησης. Είναι καθαρά συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης».
Η τομεάρχης Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι πάρα πολλοί άνθρωποι οδηγούνται στην ανεργία, ενώ σε αρκετούς μειώνονται δραματικά οι μισθοί. «Τα πράγματα θα είναι χειρότερα από τώρα και στο εξής. Πέφτει η καταναλωτική δύναμη και των εργαζομένων, ενώ υπάρχει και θέμα βιοπορισμού. Οι επιχειρήσεις δεν έχουν μία στοιχειώδη ρευστότητα».
«Βαθαίνει την ύφεση αντί να την αποτρέπει»
«Με τις επιλογές που έγιναν δημιουργείται μία συνθήκη που βαθαίνει την ύφεση αντί να την αποτρέπει. Δημιουργεί και τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα. Δημιουργείται ένας νέος υποκατώτατος μισθός. Η κυβέρνηση σχεδιάζει τη γενίκευση της εκ περιτροπής εργασίας. Δηλαδή να δουλεύουν οι εργαζόμενοι για μισό χρόνο και μισό μισθό. Η εκ περιτροπής εργασίας κανονικοποιείται» υπογράμμισε.
Όπως είπε, η κυβέρνηση «επιδιώκει μία συνολική αναδιάρθρωση της αγοράς», δηλαδή «να κλείσουν μικρομεσαίες και να επιβιώσουν μεγάλες επιχειρήσεις» και «να φτάσουμε σε ένα σημείο μηδέν στα εργασιακά». Οδηγούμαστε σε «οριζόντια μείωση μισθών της τάξης, οπωσδήποτε, του 20%» και σε «νέο υποκατώτατο μισθό».
Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι «πρέπει να λειτουργείς προληπτικά, να δαπανάς για να υποστηρίξεις τους μισθούς, την καταναλωτική δύναμη των πολιτών, τις επιχειρήσεις αλλά και το κομμάτι τις κοινωνίας που είναι εν πολλοίς “αόρατο”-επισφαλώς εργαζόμενοι, μη επιδοτούμενοι άνεργοι- και αν καταρρεύσει διαλύεται όλο το οικοδόμημα της κοινωνικής συνοχής. Αν δε προλάβουμε τις συνέπειες της ύφεσης μετά θα χρειαστεί να δαπανηθούν πολύ περισσότερα».
«Θα δημιουργηθεί ένα ντόμινο το οποίο δεν μπορεί να έχει γρήγορη επιστροφή»
Επισήμανε, ακόμα, ότι «ο τρόπος που θα αντιδράσουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες δεν θα είναι ίδιος. Για να υπάρχει ανάκαμψη τύπου “V” πρέπει η ύφεση να είναι μικρή και να μην προκαλέσει δομικές αλλαγές στην οικονομία. Στην Ελλάδα δεν έχουμε μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες απλά θα μειώσουν την παραγωγική τους λειτουργία και μετά θα την ξαναβρούν, έχουμε πολύ μικρές επιχειρήσεις. Αν αυτές αρχίσουν να βάζουν λουκέτα, αν έχουμε μεγάλο κύμα ανεργίας, θα δημιουργηθεί ένα ντόμινο το οποίο δεν μπορεί να έχει γρήγορη επιστροφή».
Τόνισε, επίσης, ότι «αν αυτή η οικονομική κρίση μετατραπεί σε κρίση χρέους, ιδίως για τις χώρες του Νότου, τότε οπωσδήποτε η ανάκαμψη δεν μπορεί να είναι τύπου“V”, δεν θα μπορούμε εκ των πραγμάτων να έχουμε γρήγορη ανάκαμψη». Για τις τράπεζες δήλωσε ότι «είναι υποχρέωσή τους τη ρευστότητα που λαμβάνουν από την ΕΚΤ να τη διοχετεύσουν στην αγορά δανειοδοτώντας τις επιχειρήσεις, όχι μόνο τις μεγάλες αλλά και τις μικρομεσαίες. Χρειάζεται το κράτος να ελέγξει στιβαρά αυτό το ζήτημα, αλλά ο κ. Μητσοτάκης δεν φαίνεται ότι έθεσε τέτοιους όρους».