Ποιος είπε το «Όχι»; Ρωτήστε τον Γκράτσι
Κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες γίνεται η ίδια συζήτηση, ευτυχώς από όλο και λιγότερους διότι κάποια στιγμή, έστω και καθυστερημένα, το αυτονόητο καθίσταται κτήμα της πλειονότητας. Ο λόγος για το ποιος είπε το « Όχι». Αν το είπε ο Μεταξάς ή «ο ελληνικός λαός» κατά τη γνωστή προπαγανδιστική αριστερή μπαρούφα.
Ξεκινώντας από τα πρακτικά πράγματα, δηλαδή το ποιος μίλησε με ποιον και ποιος είπε τι, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι επισκέπτεται τον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά στο σπίτι του στην Κηφισιά για να του επιδώσει το ιταλικό τελεσίγραφο. Δεν βγήκε στην Πλατεία Συντάγματος να ρωτάει τη γνώμη των περαστικών. Τον Μεταξά ρώτησε, ο Μεταξάς του απάντησε. Και η απάντηση ήταν «Όχι». Για την ακρίβεια, αφού διάβασε το τελεσίγραφο, του είπε, «Alors, c’est la guerre. (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο)». Ο Γκράτσι τον ρώτησε «Il n’y a pas d’autre moyen? (Δεν υπάρχει άλλος τρόπος;)» και Μεταξάς αποκρίθηκε «Νο (Όχι)».
Ποιος είπε το «Όχι» στους Ιταλούς τελικά;
Η ατάκα καφενείου το «Όχι το είπε λαός και όχι ο Μεταξάς», είναι ακριβώς αυτό, ατάκα καφενείου και κυρίως από αυτούς που αν είχαν ευκαιρία θα τα έβρισκαν με τα ιδεολογικά ξαδελφάκια τους της άλλης πλευράς, όπως τα είχε βρει η μητρόπολη του εξαμβλώματος που έχουν για ιδεολογία με το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ, πριν τους την πέσουν οι Ναζί, διότι μεταξύ τέτοιων κατεργαραίων δεν υπάρχει ειλικρίνεια. Το τι θα έκαναν οι Έλληνες αν ο Μεταξάς έλεγε «Ναι» είναι άλλη ιστορία. Προφανώς και δεν θα αποδεχόντουσαν τη στάση της κυβέρνησης, ούτε ο λαός, ούτε ο στρατός, και θα ξεκινούσε εσωτερική σύγκρουση.
Αλλά ο Μεταξάς δεν είπε «Ναι», είπε «Όχι» και οι Έλληνες στρατεύθηκαν γιατί το «Όχι» εξέφραζε τη θέση ολόκληρου του Έθνους. Η Ελλάδα νίκησε τους Ιταλούς διότι ο Μεταξάς δεν είπε το «Όχι» μέσα στον ύπνο του, προετοίμαζε τη χώρα για τον πόλεμο από καιρό. Τον είχε δει να έρχεται και είχε αποφασίσει να πει το «Όχι» έχοντας κάνει μία βαθιά γεωπολιτική ανάλυση για το ποια θα είναι η έκβαση αυτής της παγκόσμιας σύγκρουσης και για το τι συμφέρει την Ελλάδα, όπως μπορείτε να δείτε και εδώ. Και κυρίως είχε προετοιμάσει τη χώρα σε κάθε επίπεδο για να πολεμήσει. Γι’ αυτό ηττήθηκαν οι Ιταλοί.
«Μη νομίσητε ότι η απόφασις του OXI πάρθηκε έτσι, σε μια στιγμή. Μη φαντασθήτε ότι εμπήκαμε στον πόλεμο αιφνιδιαστικά. ΄H ότι δεν έγινε παν ό,τι επετρέπετο και μπορούσε να γίνη διά να τον αποφύγωμε», λέει ο Μεταξάς προς τους διευθυντές και αρχισυντάκτες των αθηναϊκών εφημερίδων στην απόρρητη ενημέρωση που τους κάνει στις 30 Οκτωβρίου στο υπόγειο του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» όπου είχε εγκατασταθεί το αρχηγείο.
«Δεν πολεμούμεν μόνον διά την νίκην, αλλά και διά την δόξαν»
Το «Όχι» δεν ειπώθηκε στο πόδι. Διευκρινίζει ο Μεταξάς μιλώντας πάντα προς τους δημοσιογράφους: «Ομολογώ ότι εμπρός εις την φοβεράν ευθύνην της αναμίξεως της Ελλάδος εις τέτοιον μάλιστα πόλεμον, έκρινα πως καθήκον μου ήτο να δω εάν θα ήτο δυνατόν να προφυλάξω τον τόπον από αυτόν έστω και διά παντός τρόπου, ο οποίος όμως θα συμβιβάζετο με τα γενικότερα συμφέροντα του Έθνους».
Ο Μεταξάς βγάζει την Ελλάδα, χώρα στον πόλεμο έχοντας πλήρη συνείδηση της ιστορικότητας των στιγμών και πεπεισμένος ότι οι Έλληνες ετοιμάζονται να γράψουν άλλη μία μεγάλη σελίδα Ιστορίας: «Πιστεύω ακράδαντα ότι τελικώς η νίκη θα είναι με το μέρος μας (…) Αλλά επί πλέον και ημείς οι Έλληνες πρέπει να γνωρίζωμεν ότι δεν πολεμούμεν μόνον διά την νίκην, αλλά και διά την δόξαν». Όπως αναφέρει στο ημερολόγιό του «υπάρχουν στιγμές στις οποίες ένας λαός οφείλει, αν θέλει να μείνει μεγάλος, να είναι ικανός να πολεμήσει έστω και χωρίς ελπίδα νίκης…μόνον διότι πρέπει».
Την επόμενη φορά που κάποιος θα πει ότι «το Όχι δεν το είπε ο Μεταξάς, το είπε ο λαός», παραπέμψτε τον στο ημερολόγιο όχι του Μεταξά, αλλά του ίδιου του Γκράτσι, ο οποίος περιγράφει τις σκέψεις του κατά την ώρα που αποχωρεί από την οικία του Έλληνα πρωθυπουργού, αφού έχει εισπράξει την απόρριψη του ιταλικού τελεσιγράφου: «Νομίζω ότι δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο ο οποίος τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του να μην αισθάνθηκε απέχθεια για το επάγγελμά του. Αν στη μακρά σταδιοδρομία μου στην υπηρεσία του κράτους υπήρξε ποτέ μία στιγμή κατά την οποία μίσησα το δικό μου, μία στιγμή κατά την οποία το καθήκον του αξιώματος μου μού φάνηκε σταυρός όχι μόνο θλιβερός αλλά και ταπεινωτικός, η στιγμή αυτή ήταν όταν άκουσα εκείνα τα αποκαρδιωμένα λόγια που πρόφερε αυτός ο ηλικιωμένος άνδρας εκείνος που είχε καταναλώσει ολόκληρη τη ζωή αγωνιζόμενος και υποφέροντας για τη χώρα του και τους βασιλείς του και που κατά την υπέρτατη εκείνη στιγμή προτιμούσε να διαλέξει το δρόμο της θυσίας και όχι το δρόμο της ατίμωσης. Υποκλίθηκα μπροστά του με το βαθύτερο σεβασμό και βγήκα από το σπίτι του».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας