Άποψη

Η «βιομηχανική και μιντιακή» διπλωματία Ερντογάν

Ερντογάν: Πολλές φορές είναι ενάντια στην ηθική αλλά και την κοινή λογική, επιδιώκοντας την αλλαγή του status quo στην Ανατολική Μεσόγειο εις βάρος των γειτονικών της χωρών και ιδιαίτερα της Ελλάδας.

Η Τουρκία τα τελευταία χρόνια έχει καταβάλλει προσπάθειες για την αναβάθμιση της βιομηχανίας της με σκοπό να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης, οικονομικής αναβάθμισης αλλά και ταυτόχρονα πίεσης για την επίτευξη των στρατηγικών της σκοπών. Παράλληλα, για την υποστήριξη των παραπάνω αλλά και κάθε λογής επιχειρήσεων που απαιτούν την υποστήριξη ή ενίοτε την ανοχή της εσωτερικής αλλά και διεθνούς κοινής γνώμης, έχει αναπτύξει τον τομέα των πληροφοριακών επιχειρήσεων και της Στρατηγικής Επικοινωνίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της βιομηχανικής ανάπτυξης αποτελεί η αμυντική βιομηχανία, αφού μέσα από την συλλογιστική και τον μεγαλοϊδεατισμό που διακατέχει τον πρόεδρο Ερντογάν, η ανάπτυξη της είναι απαραίτητη όχι μόνο για την υποστήριξη των εξαγωγών αλλά και για την επίτευξη αυτάρκειας.

Μια ανεξάρτητη αμυντική βιομηχανία δίνει τη δυνατότητα σε ένα ανελεύθερο καθεστώς όπως αυτό της Τουρκίας, να διεξάγει εξωτερική πολιτική χωρίς περιορισμούς, ενώ η ανάπτυξη οπλικών συστημάτων δίνει τη δυνατότητα στον «ηγέτη» να πανηγυρίζει τις υποτιθέμενα μεγάλες επιτυχίες (άσχετα πόσο μεγάλες είναι στην πραγματικότητα), εξυψώνοντας τον στα μάτια του λαού και στρέφοντας την προσοχή του μακριά από τα πραγματικά του προβλήματα.

Παράλληλα, οι συνέργειες για την συμπαραγωγή αμυντικών συστημάτων φέρνουν τεχνογνωσία στο εσωτερικό της χώρας ενώ επιτυγχάνουν και σύμπλευση συμφερόντων με τρίτες χώρες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπου η αμυντική βιομηχανία «μπλέκεται» με τις διεθνείς και οικονομικές σχέσεις, είναι οι πολυσυζητημένες κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Τουρκία, που ουσιαστικά δεν υλοποιήθηκαν ποτέ.

Αρκετές χώρες και ιδιαίτερα αυτές με τις οποίες συνεργάζεται η Τουρκία στον αμυντικό τομέα, όπως η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία απεδείχθησαν ιδιαίτερα επιφυλακτικές στην επιβολή κυρώσεων, λόγω των αλληλοεξαρτώμενων συμφερόντων που έχουν αναπτυχθεί.

Και στον πληροφοριακό τομέα όμως, η Τουρκία έχει επενδύσει γενναία τα τελευταία χρόνια, ευελπιστώντας να αποκομίσει πολλαπλά οφέλη με μειωμένο κόστος. Μέσα μαζικής ενημέρωσης, κινηματογράφος και Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης – ΜΚΔ, έχουν χρησιμοποιηθεί με ξεκάθαρα προπαγανδιστικό τρόπο προκειμένου να κάνουν το «μαύρο άσπρο» στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό.

Ο έλεγχος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης αποτέλεσε  κύριο στόχο του προέδρου Ερντογάν, αφού από την αρχή ακόμα της θητείας του πίσω στο 2000, επιχείρησε να εξαγοράσει έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα για να τα καταστήσει φερέφωνο της εξουσίας του. Επίσης, το καθεστώς έχει επενδύσει πακτωλό χρημάτων για την παραγωγή χολιγουντιανού επιπέδου παραγωγών, προκειμένου ν’ απεκδυθεί το ένδυμα του «απολίτιστου» και «βάρβαρου» και με την κινηματογραφική προπαγάνδα που έχει επιστρατεύσει τα τελευταία χρόνια, προσπαθεί να εξωραΐσει την απεχθή εικόνα που της έχει προσδώσει η ιστορία.

Αναφορικά με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, το καθεστώς της Τουρκίας έχει καταβάλει μεγάλες προσπάθειες να τα φιμώσει, με τελευταίο «επίτευγμα» του προέδρου Ερντογάν την εφαρμογή από την 1η Οκτωβρίου ενός νόμου που έχει σκοπό να τα ελέγξει απόλυτα, αφού υποχρεώνει Facebook και Twitter να διορίσουν τοπικούς αντιπροσώπους, με αποστολή να αφαιρούν ανηρτημένο περιεχόμενο κατόπιν παρέμβασης Τούρκων αξιωματούχων.

Όμως, όλα δεν βαίνουν ρόδινα για το καθεστώς, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για την Τουρκία, που οι στρεβλώσεις που συνεχώς δημιουργεί ο πρόεδρος Ερντογάν είναι πολλές. Για παράδειγμα στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας, η Τουρκία εξακολουθεί να παραμένει εξαρτημένη λόγω της ανάγκης εισαγωγής τεχνογνωσίας, τεχνολογίας και κρίσιμων ανταλλακτικών, ενώ η έλλειψη τεχνογνωσίας έχει ενταθεί και από το «brain drain» που παρατηρείται στη χώρα, λόγω του ανελέητου κυνηγιού των φερόμενων γκιουλενιστών από τον Τούρκο πρόεδρο, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

Η παραπάνω προβληματική κατάσταση εντείνεται και λόγω των πρόσφατων κυρώσεων των ΗΠΑ εναντίον της Τουρκίας λόγω της αγοράς των ρωσικών πυραύλων S-400. Στο δε πληροφοριακό κομμάτι, τα ατοπήματα του καθεστώτος είναι συνεχή, με την προπαγάνδα κάποιες φορές να μετατρέπεται σε κωμωδία, όπως η αξέχαστη συνέντευξη Τούρκου δημοσιογράφου του (υπό κυβερνητικό έλεγχο) «TRT World» σε υποτιθέμενους μετανάστες στα ελληνοτουρκικά σύνορα, την ώρα που «δέχονταν πυρά» από την ελληνική πλευρά.

Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι η Τουρκία υπηρετεί με συνέπεια τις αναθεωρητικές της βλέψεις, και με διάφορους τρόπους, που πολλές φορές είναι ενάντια στην ηθική αλλά και την κοινή λογική, επιδιώκει την αλλαγή του status quo στην Ανατολική Μεσόγειο εις βάρος των γειτονικών της χωρών και ιδιαίτερα της Ελλάδας.

Τα παραπάνω αποτελούν επιβεβαίωση ότι η απειλή που συνιστά το καθεστώς της γείτονος είναι υπαρκτή και υπολογίσιμη. Μια απειλή που δεν πρόκειται να σταματήσει ακόμα και αν απομακρυνθεί ο αυταρχικός ηγέτης που κυβερνά την Τουρκία. Η Χώρα μας απαιτείται να είναι σε συνεχή επαγρύπνηση για την έγκαιρη και αποφασιστική αντιμετώπιση της. Η Ελλάδα έχει και το ανθρώπινο δυναμικό αλλά και την τεχνογνωσία για να αναπτύξει αντίστοιχες δυνατότητες με την Τουρκία, μετατρέποντας αυτήν την συνεχή πίεση που υφίσταται, σε μοχλό ανάπτυξης εγχώριων μέσων και δυνατοτήτων.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο