Η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), με ανακοίνωσή της, τονίζει ότι δεν είναι ευθύνη των δήμων το κόψιμο των δέντρων. Συνεχίζεται με αυτόν τον τρόπο η αντιπαράθεση για το ποιος έπρεπε να είχε μεριμνήσει για να κοπούν τα δέντρα που έπεσαν λόγω της «Μήδειας» σε καλώδια της ΔΕΗ και δημιούργησαν μεγάλα προβλήματα ηλεκτροδότησης.
Αναλυτικότερα, σε ανακοίνωση του προέδρου της ΚΕΔΕ Δημήτρη Παπαστεργίου επισημαίνεται: «Η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος, με αφορμή την πρόσφατη κακοκαιρία και όλα όσα συνέβησαν τα τελευταία 24ωρα με τις εκτεταμένες διακοπές ηλεκτρισμού και ύδρευσης, τις πτώσεις δέντρων και το κλείσιμο δρόμων που ταλαιπώρησαν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά, θα ήθελε να επισημάνει τα παρακάτω:
Οι δύσκολες για τους κατοίκους της Αττικής, καταστάσεις των τελευταίων ημερών πρέπει να μας προβληματίσουν, με δεδομένο ότι τα λεγόμενα «ακραία ή σπάνια φαινόμενα», ούτε τόσο ακραία αλλά ούτε και τόσο σπάνια θα πρέπει να θεωρούνται πλέον.
Πρώτον. Οι Δήμοι δεν φέρουν καμία ευθύνη για το κλάδεμα ή κόψιμο των δέντρων κατά μήκος των γραμμών μεταφοράς ενέργειας, όπως προκύπτει και από τον Κανονισμό Εγκαταστάσεων και Συντήρησης Υπαίθριων Γραμμών Ηλεκτρικής Ενέργειας, ΦΕΚ 608/Β/6.10.67 Αρ. 281. Προφανώς και θα βοηθήσουν οποιαδήποτε τέτοια πρωτοβουλία από την πλευρά του ΔΕΔΔΗΕ, προφανώς και οφείλουν να επισημάνουν προβλήματα στο δίκτυο, όταν αυτά υποπίπτουν στην αντίληψή τους.
Άλλωστε και με πρόσφατο (15.01.2021) έγγραφο προς τους Δήμους και Δασαρχεία του Βόρειου Τομέα της Αττικής, ο ΔΕΔΔΗΕ ζητά αυτό ακριβώς, καθώς και την υπόδειξη χώρου εναπόθεσης της ξυλείας που θα προκύψει.
Δεύτερον, δεν οφείλονται όλες οι διακοπές ρεύματος σε πτώσεις δέντρων.
Τρίτον, αντικειμενικά, οι Δήμοι του αστικού συγκροτήματος δεν έχουν όλο αυτό το στόλο των μηχανημάτων, για να καθαριστούν οι δρόμοι μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα και ενόσω η κακοκαιρία ήταν σε εξέλιξη. Πολύ περισσότερο, γερανούς και άλλο εξοπλισμό για τον τεμαχισμό και την απομάκρυνση των πεσμένων κορμών.
Τέλος, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις, η διάγνωση της προβληματικής στατικότητας των δέντρων, δεν είναι ούτε τόσο εύκολη ούτε τόσο προφανής, όπως και η ύπαρξη ασθενειών του ριζικού συστήματος. Δεν είναι τυχαίο ότι πάρα πολλά από τα δέντρα που έπεσαν, δεν έσπασαν αλλά ξεριζώθηκαν. Ακόμη πάντως κι αν ένας Δήμος κρίνει ότι κάποιο δέντρο πρέπει να κοπεί, αυτό δεν είναι εύκολο.
Αφού ξεπεράσει τα πάσης φύσεως προβλήματα με τοπικού χαρακτήρα αντιδράσεις, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία πρέπει να προηγηθούν μια σειρά από ενέργειες όπως αποφάσεις των Δημοτικών Συμβουλίων ή άδεια από το οικείο Δασαρχείο για τη διάθεση της ξυλείας κλπ. Συνεπώς ακόμη και στον τομέα της πρόληψης, τα εμπόδια είναι πολλά.
Πρεπει να τονίσουμε ότι οι Δήμοι, σε κάθε εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτουν ούτε τον απαραίτητο εξοπλισμό, ούτε το προσωπικό, αλλά ούτε κι ένα ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο που να τους λύνει, κι όχι να τους δένει τα χέρια. Αλλά το κυριότερο, βρίσκονται και την επόμενη μέρα στο πλευρό των πολιτών των τοπικών μας κοινωνιών, που έχουν δοκιμαστεί από τα φαινόμενα αυτά.
Επειδή οι ώρες αυτές παραμένουν κρίσιμες, δεν είναι κατάλληλες ούτε για την εξαγωγή συμπερασμάτων αλλά ούτε και για τη δημιουργία κατηγορητηρίων. Το σίγουρο είναι πως η χώρα μας είναι απαραίτητο να αποκτήσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό πολιτικής προστασίας, σαν και αυτόν που περιγράφεται στην πρόσφατη νομοθεσία.
Τέτοιο που θα δίνει έμφαση στην πρόληψη κι όχι στην εκ των υστέρων διαχείριση, στον οποίο θα συμμετέχουν με υπευθυνότητα όλοι οι φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση έκτακτων καταστάσεων, καθώς και η αυτοδιοίκηση, με ξεκάθαρους ρόλους κι αρμοδιότητες ο καθένας. Ο μηχανισμός αυτός, εκτός από νομοθέτηση, θέλει και χρηματοδότηση, την οποία περιμένουμε το επόμενο διάστημα από τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία.»