Η είδηση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ σόκαρε το πανελλήνιο, με το χώρο της δημοσιογραφίας να είναι μουδιασμένος από την στυγνή δολοφονία. Συγκεκριμένα, ο γνωστός αστυνομικός συντάκτης έπεσε νεκρός έξω από το σπίτι του στον Άλιμο το μεσημέρι της Παρασκευής 9 Απριλίου. Η αστυνομική έρευνα είναι σε εξέλιξη και οι πρώτες πληροφορίες από τις Αρχές κάνουν λόγο για συμβόλαιο θανάτου, ενώ την ίδια στιγμή εκτιμούν ότι οι οι φυσικοί αυτουργοί είχαν και συνεργούς.
Στο φως της επικαιρότητας ήρθε ξανά ένα άρθρο που είχε γράψει ο Γιώργος Καραϊβάζ τον Ιούλιο του 2020. Το κείμενο έχει τίτλο «Η εμπλοκή μου στο κύκλωμα διαφθοράς της ΕΛΑΣ – Άει στο διάολο κρετίνοι» και προηγείται χρονικά της εκτέλεσης Δημήτρη Καπετανάκη, ο οποίος ανήκε στο λεγόμενο «συνδικάτο του εγκλήματος», στις 9 Δεκεμβρίου 2020. Είχε δημοσιευθεί στο bloko.gr.
Αναλυτικά το άρθρο του Γιώργου Καραϊβάζ
«Ως δημοσιογράφος, ως πολίτης και ως οντότητα, έχω μάθει να λογοδοτώ (συγνώμη για τον ενικό αναφοράς αλλά είναι αμιγώς προσωπική υπόθεση) στη συνείδηση μου και στον αναγνώστη που μου εμπιστεύεται την ενημέρωση του.
Πάνω σ’ αυτό το τρισυπόστατο της υπόστασης οφείλω πρώτα και κύρια στον εαυτό μου, ν’ απολογηθώ και να ομολογήσω, αλλά και να αιτιολογήσω την ποιότητα του τίτλου, όπως επίσης και να ζητήσω συγνώμη από τον αναγνώστη για το κουραστικό μακροσκελές του πράγματος, αλλά και πάλι περιλαμβάνει συνοπτικά όλα όσα θα ήθελα να γράψω.
Ας ξεκινήσουμε με μια παλιά υπόθεση. Η ασφάλεια και συγκεκριμένα το οργανωμένο έγκλημα, παραπέμπει τον Δημήτρη Καπέ ,με κατηγορίες περί σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Μάρτυρας υπεράσπισης του είμαι κι εγώ. Σε ερώτηση εισαγγελέα στην προδικασία, “πως εσείς δεχτήκατε να γίνεται μάρτυρας υπεράσπισης του”, η απάντηση μου ήταν η εξής: “Ως πολίτης πρώτα και κύρια και ως πολίτης με αυξημένες γνώσεις συνεπώς και υποχρεώσεις στο όνομα της δικαιοσύνης και στην απόδοση της, αρνούμαι να δεχτώ πως η αστυνομία αφενός σκευωρεί, αφετέρου αποπειράται να εξαπατήσει την ίδια τη Δικαιοσύνη”.
Κάπως έτσι κινήθηκαν και οι ερωταποκρίσεις και στο δικαστήριο. Ανοίγουμε αναγκαστική παρένθεση για να πούμε πως η δημοσιογραφική σχέση με τον Δημήτρη Καπέ ανάγεται στο 1996 κι έκτοτε συνοδεύεται με σχέσεις ειλικρίνειας. Πολύ περισσότερης ειλικρίνειας απ’ ότι με επιφανείς αξιωματικούς. Το σε τί συνίστατο η απάτη της ασφάλειας έχει εξηγηθεί σε παλιότερα άρθρα μου και αν χρειαστεί θα επανέλθω.
Στο δικαστήριο, όταν τέθηκε διαθλαστικά το ίδιο ερώτημα, η απάντηση μου σχετίστηκε με την αναγωγή στη συνείδηση. Μεταξύ άλλων είχα πει ότι, “προσωπικά μπορεί να θεωρώ τον κ. Καπέ υπαίτιο διάπραξης ποικίλων όσων εγκλημάτων. Ακόμα και δολοφονιών. Δεν έχει καμία σημασία όμως το τί θεωρώ ή το τί πιστεύω εγώ, αλλά ποια στοιχεία έχει η αστυνομία και πως με αυτά μπορεί να αποδειχτεί ενώπιον σας η ενοχή. Και απ’ όσα γνωρίζω, κάτι τέτοιο δεν έχει καταστεί εφικτό. Επίσης, αν έγραφα αυτά που θεωρούσα ως δεδομένα, σήμερα δεν θα ήταν κατηγορούμενος ο κ. Καπές, αλλά εγώ στη θέση του κι εκείνος ως κατήγορος μου για συκοφαντία”. Επαναλαμβάνω όμως σε μορφή ρητορικού ερωτήματος, “θα διατηρήσω ήσυχη τη συνείδηση μου όταν γνωρίζω με γεγονότα και αποδείξεις ότι υπάρχει αστυνομική σκευωρία κι εγώ να σιωπώ;”.
Ποιος δημοσιογράφος θα πήγαινε να καταθέσει ως μάρτυρας υπεράσπισης και δεν θα έβαζε την ουρά κάτω από τα σκέλια και μάλιστα κόντρα στην ασφάλεια, εάν είχε την οποιαδήποτε παράνομη συναλλαγή μ’ ένα κακοποιό; Αντίθετα, στο όνομα της συνείδησης μου, δημοσιοποίησα πληροφορίες που σχηματοποιούν, όχι κάποια καρτούν, αλλά ολόκληρο άτλαντα από μίκυ μάους αλλά και αυθεντικά πρόσωπα με επικοινωνίες, συναλλαγές κοκ με τον Παπαχρήστου (το τελευταίο ούτε γνώριζα, ούτε επικοινώνησα έστω και μία φορά μαζί του) και δευτερογενώς με Μάλαμα, καθιστώντας με -κατά τη συνείδηση μου- στόχο των επαγγελματιών της δολοπλοκίας. Το μόνο από σειρά δημοσιογράφων με τους οποίους οι δύο μακαρίτες είχαν στενή σχέση. Αλλά και προφανώς υπήρξα κάρφος -ο μόνος ίσως- που δεν αναπαρήγαγα αμάσητα τα αφηγήματα τους και έγραφα για τις σχέσεις της ανομίας με τη κατ’ επίφαση νομιμότητα.
Υπουργοί, κυβερνητικοί, επιχειρηματίες, απόστρατοι κι εν ενεργεία αξιωματικοί, δικαστικοί, επιχειρηματίες, εκκλησιαστική κοκ. Βρώμικο χρήμα, δολοφονίας, εκβιασμοί, μαφία. Αυτά δεν τα άκουσαν ποτέ η κ. και οι συνεργάτες πρώην αξιωματικού της ΕΛΑΣ που άκουγαν τις κασέτες και μοίραζαν κοριούς μέσα από την ΚΥΠ για να παγιδευτούν αυτοκίνητα, οι οδηγοί των οποίων βρίσκονταν αργότερα δολοφονημένοι; Δεν άκουσε ποτέ η κ. αστυνόμος συνομιλίες του Παπαχρήστου με το αφεντικό της και τ’ αφεντικά του;
Μέσα στη συνείδηση μου βρίσκονται και αυτά. Και όσοι νόμιζαν ότι με την εμπλοκή μου στην υπόθεση θα με φοβίσουν, ώστε να σταματήσω να γράφω για όλο αυτό το συνονθύλευμα της διαπλοκής, πλανώνται οικτρά. Μπορεί να να με ισοπεδώσετε ψυχολογικά, επαγγελματικά ακόμη και βιολογικά, αλλά δεν θα σας επιτρέψω να λιώσετε τη φωνή μου. Εξ’ ου και το αει στο διάολο κρετίνοι.
Ένα από τα πράγματα που δεν αντέχω και με πλήττουν θανάσιμα, είναι η “αποκάλυψη” της προμήθειας 1.000 ευρώ τον Απρίλιο του 2016 από το Δημήτρη Μάλαμα. Έναν Δημήτρη Μάλαμα που φέρεται να σκόρπιζε τα χιλιάρικα ένθεν κακείθεν, αλλά δεν υπάρχει καμία άλλη συνομιλία με τη γραμματέα του για την διανομή του μαύρου χρήματος σε κάποιο άλλο πρόσωπο. Έδωσε εντολή για παράνομη συναλλαγή στη γραμματέα του μέσω συμβατής γραμμής, μόνο για εμένα και μόνο για μία φορά. Τον καιρό που γνώριζε πως τον άκουγε και η κουτσή Μαρία και την περίοδο που κι εμείς γνωρίζαμε πως μας άκουγε η ΚΥΠ. Αλλά όπως είχα πει, “δεν έχω κάτι να κρύψουμε, οπότε καλή ακρόαση στα παλικάρια”. Τον Απρίλιο του 2016, ο Δημήτρης Μάλαμας είχε στραφεί όπως είπαμε στις νόμιμες επιχειρήσεις, δημιουργώντας το επιχειρηματικό καταπίστευμα για το τρία παιδιά του που πλέον θα έμπαιναν στο στίβο της ζωής.
Τότε ήταν που μου ζήτησε να επικοινωνήσω με το εμπορικό τμήμα του ΑΝΤ1 για να διαφημιστεί ως χορηγός σε πρωινή εκπομπή του καναλιού, ενώ παράλληλα συζητήσαμε την προοπτική ν’ αναλάβω την εμπορική επικοινωνία της επιχείρησης του. Δεν θυμάμαι εάν ή όχι συγκαταλέχθηκε ως χορηγός εκπομπής λόγω κόστους. Αυτό που θυμάμαι είναι πως η δική μας συζήτηση περί μελλοντικής συνεργασίας χάλασε και η προκαταβολή επιστράφηκε ως αχρεωστήτως καταβληθείσα. Αυτά τα ολίγα προς το παρόν».