Ο κατηγορούμενος άλλαξε την κατάθεση του για την υπόθεση του στυγερού εγκλήματος στα Γλυκά Νερά. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη ΓΑΔΑ και λίγο πριν οδηγηθεί στα δικαστήρια, προκειμένου να καταστεί επίσημα κατηγορούμενος, κλήθηκε εκ νέου να περιγράψει πώς δολοφόνησε την 20χρονη, αλλά και πώς στη συνέχεια δέθηκε, για να σκηνοθετήσει τη ληστεία και να παραπλανήσει τους αστυνομικούς. Υπενθυμίζουμε πως νωρίτερα, γυναίκες κάθε ηλικίας στην Χαλκιδική προχώρησαν σε συμβολική διαμαρτυρία για την βία κατά των γυναικών.
Η συμπληρωματική προανακριτική απολογία του 33χρονου δόθηκε στις 3 τα ξημερώματα της 18ης Ιουνίου. Για μία ακόμα φορά ο κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση επιχείρησε να ρίξει το «βάρος» στην 20χρονη κοπέλα, βάζοντας στη μέση, ως δικαιολογία, την κόρη τους και την υποτιθέμενη συμπεριφορά της γυναίκας του απέναντι της.
Όπως θα διαβάσετε παρακάτω, ο 32χρονος – ενώ αρχικά υποστήριξε ότι την είχε αγκαλιά και προσπαθούσε να την ηρεμήσει – στη συμπληρωματική απολογία του είπε πως της πίεζε το κεφάλι με όλο το βάρος του σώματος του.
«Η αγκαλιά… έγινε πίεση με το σώμα του στο κεφάλι της»
Συγκεκριμένα στη δεύτερη, συμπληρωματική, προανακριτική απολογία του κατηγορούμενου αναφέρονται τα εξής: «Η Καρολάιν κοιμόταν μπρούμυτα και η δεξιά πλευρά του προσώπου της ακουμπούσε στο μαξιλάρι. Ξάπλωσα δίπλα της προσπαθώντας να της πω ότι αυτό που έκανε στη Λυδία ήταν πάρα πολύ άσχημο. Αυτή δεν ήθελε ούτε να με ακούσει. Μου είπε να φύγω και εγώ και η Λυδία. Τότε λοιπόν, όπως ήταν μπρούμυτα ξαπλωμένη, πήγα από πάνω της, προσπαθώντας να την κάνω να με ακούσει. Αυτή τιναζόταν για να με πετάξει από πάνω της, αλλά όσο αυτή τιναζόταν, τόσο εγώ την πίεζα γιατί το μόνο που ήθελα ήταν να με ακούσει. Ενώ ήμασταν σε αυτή την κατάσταση, εγώ από πάνω της να την πιέζω και αυτή να τινάζεται, το μπροστά μέρος του προσώπου της, δηλαδή το στόμα, η μύτη και τα μάτια της κόλλησαν στο μαξιλάρι. Δεν θυμάμαι αν εκείνη τη στιγμή της πίεσα με τα χέρια μου το κεφάλι, νομίζω όμως ότι με το βάρος του σώματός μου της πίεζα το κεφάλι. Όσο την πίεζα της είπα 2-3 φορές: «Τη μικρή δεν θα την ξαναχτυπήσεις». Αυτό όλο πρέπει να κράτησε κάνα πεντάλεπτο, μέχρι που κατάλαβα ότι η Κάρολαϊν είχε σταματήσει να κουνιέται. Στη συνέχεια μέσα στον πανικό μου, προσπάθησα να την συνεφέρω, είδα όμως πως αυτό ήταν μάταιο».
Περιέγραψε πως δέθηκε
Ο κατηγορούμενος περιέγραψε και πώς δέθηκε: «Θυμάμαι ότι τα έδεσα πίσω τα πόδια μου. Έδεσα τα πόδια μου μεταξύ τους. Στη συνέχεια έδεσα τα πόδια μου στις τάβλες του κρεβατιού και τελευταία όπως είναι φυσικό έδεσα τα χέρια μου πίσω από τα πόδια μου».
Σε αυτό το σημείο να θυμίσουμε ότι κατά την απολογία του, ο 32χρονος περιγράφοντας τη στιγμή της δολοφονίας, είχε πει μεταξύ άλλων: «Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε «όχι μην φέρεις την μικρή δεν σας θέλω». Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή όπως τιναζόταν το πρόσωπο της ήταν στο μαξιλάρι εννοώ δηλαδή ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι, εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Κάρολαϊν σταμάτησε να κουνιέται.
Η στιγμή της δολοφονίας
Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα 5 λεπτά από την ώρα δηλαδή που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί».
Ο πιλότος για πρώτη φορά βρέθηκε ενώπιον των αστυνομικών το απόγευμα της 17ης Ιουνίου, ομολογώντας το αποτρόπαιο έγκλημα του.
Τα όσα ανέφερε για το χρονικό, πριν αλλά κυρίως μετά τη δολοφονία, σοκάρουν, καθώς ο ίδιος τα περιγράφει με συγκροτημένη σκέψη, αλλά και απάθεια.
Εντύπωση μάλιστα προκαλεί το γεγονός ότι ο νεαρός κατηγορούμενος θυμάται ένα-ένα τα βήματα που έκανε, προκειμένου να αποκρύψει το έγκλημα, ενώ -προκειμένου να γίνει πιστευτός- έκρυψε ακόμα και τις βέρες τους και το δακτυλίδι αρραβώνων της Κάρολαϊν στο ντεπόζιτο της βενζίνης.
Μεταξύ άλλων περιέγραψε πως ανέβηκε στην κρεβατοκάμαρα, άνοιξε τα συρτάρια, πέταξε τα πράγματα που είχαν μέσα για να φανεί ότι μέσα στο δωμάτιο είχαν μπει ληστές.
«Μη με ρωτάτε πως ακριβώς το έκανα δεν θυμάμαι»
Επίσης κάποια στιγμή κατέβηκε στο υπόγειο και παραβίασε το παράθυρο αναφέροντας «μη με ρωτάτε πως ακριβώς το έκανα δεν θυμάμαι. Θυμάμαι, όμως, ότι κάποια στιγμή ξεβίδωσα κάποιες βίδες, βγήκε το παράθυρο και το ακούμπησα στο πάτωμα. Ανέβηκα στο σαλόνι, ανακάτεψα και εκεί τα πράγματα που είχα για να φαίνεται ότι είχαν ψάξει και εκεί ληστές».
Ο κατηγορούμενος για να μην αφήσει αποτυπώματα χρησιμοποίησε τα γάντια της μηχανής του.
Και φυσικά, είπε ψέματα και για τα χρήματα τα οποία, όπως είπε, δεν υπήρχαν στο σπίτι, αλλά φρόντισε να εξαφανίσει τα λιγοστά κοσμήματα τους, τα οποία στη συνέχεια τα πέταξε.
«Έκρυψα τα κοσμήματα στο ντεπόζιτο της μηχανής»
«Το μόνο αξίας που υπήρχε στο σπίτι ήταν οι δύο βέρες μας και το δαχτυλίδι αρραβώνων της Κάρολαϊν. Αυτά τα πήρα και τα έβαλα σε μία μικρή νάιλον σακούλα και τα πέταξα μέσα στο ντεπόζιτο της μηχανής μου, που είχα στο γκαράζ. Λεφτά μέσα στο σπίτι δεν υπήρχαν. Τις επόμενες μέρες έβγαλα τα κοσμήματα από το ντεπόζιτο και τα πέταξα σε ένα κάδο απορριμμάτων», περιέγραψε ο κατηγορούμενος, που για 37 ημέρες επιχειρούσε να παραπλανήσει τις αρχές και να καλύψει τα ίχνη του.
Μέσα σε όλα όσα σκέφτηκε ήταν και να ανοίξει ένα παιχνίδι «Monopoly» για να πει αργότερα στους αστυνομικούς ότι εκεί είχαν με τη γυναίκα του βάλει 9,5 χιλιάδες ευρώ, τα οποία πήραν οι ληστές.
«Κάποια στιγμή ξήλωσα την κάμερα που είχαμε στο σαλόνι και έβγαλα από μέσα την κάρτα μνήμης. Την κάρτα την έκοψα με ένα ψαλίδι αν θυμάμαι καλά και την πέταξα στη λεκάνη της τουαλέτας», περιέγραψε επίσης στους αστυνομικούς.