Σαν σήμερα, ο Γεώργιος Σεφέρης κάνει την περίφημη δήλωσή του εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος που είχαν επιβάλει οι συνταγματάρχες την 21 η Απριλίου 1967. Τούτη η αναφορά δεν έχει τον επετειακό χαρακτήρα που είθισται να λαμβάνουν τέτοιες αναφορές στον, έντυπο ή ηλεκτρονικό, Τύπο, ένα χαρακτήρα που καταλήγει, σε τελικό βαθμό, να μειώνει την αξία τους. Η αναφορά αυτή επιθυμεί να υπενθυμίσει ορισμένα πολιτικά στοιχεία της δήλωσης, η οποία, ούτως ή άλλως, περιέκλειε ένα υψηλό πολιτικό φορτίο.
Η δήλωση είναι συχνά χαρακτηρισμένη ως ήπια ή και άτολμη. Η ανάγνωση όμως αυτή είναι επιδερμική. Ο ποιητής, δοκιμιογράφος και διπλωμάτης αποκαλεί ξεκάθαρα και υπογραμμισμένα το νεοπαγές καθεστώς ως «ανωμαλία», αλλά και ως την «αρχή που μπορεί να μοιάζει εύκολη στην αρχή», με την «τραγωδία [να] περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος». Το ανελεύθερο καθεστώς της 21 ης Απριλίου αντιστοιχεί σε μια «κατάσταση πνευματικής νάρκης, όπου όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντιστούν μέσα στα ελώδη στεκούμενα νερά», με προφανές δεδομένο την μεταπολεμική κοινοβουλευτική ζωή του τόπου.
Πολλοί αναλυτές εστιάζουν στο ότι τη δήλωση αυτή την έκανε ο Σεφέρης δύο περίπου χρόνια μετά την στρατιωτικά βίαιη κατάληψη και άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Και δεν είναι απαραίτητα κακοπροαίρετες οι προσεγγίσεις που υπογραμμίζουν την ιστορική στιγμή, το ιστορικό συγκείμενο. Πράγματι, ο Σεφέρης προβαίνει στη δήλωση αυτή δυο έτη μετά την επιβολή του ολοκληρωτικού καθεστώτος, όταν η αναφερόμενη στη σχετική βιβλιογραφία και ως χούντα των ηλιθίων έτεινε να γίνει μέρος της καθημερινής ρουτίνας.
Οι αναλύσεις αυτές λαθεύουν κατά το ότι δεν λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψη το γεγονός ότι Νομπελίστας δεν υπήρξε μόνον ένας λαμπρός ποιητής, αλλά και ένας έμπειρος διπλωμάτης με ενεργή και έντονη συμμετοχή στις εξωτερικές υποθέσεις της Χώρας. Ήταν, λοιπόν, και ένας άνθρωπος βουτηγμένος μέσα στους άγραφους κανόνες της πολιτική αντιπαράθεσης, ένας άνθρωπος του μάχιμου πολιτεύεσθαι σε διεθνή κυρίως περιβάλλοντα. Συνεπώς, είχε αποκτήσει βαθιά επίγνωση της σημασίας του χρόνου στην πολιτική ή, με συγκαιρινούς μας όρους, του πολιτικού χρονισμού.
Κι είναι αυτό το στοιχείο που πιθανολογείται, όχι αβάσιμα, ότι ο Σεφέρης θέλει να τονίσει, το ότι η χουντική συνθήκη έτεινε να γίνει μέρος της ελληνικής καθημερινής πραγματικότητας
Βέβαια, αυτές οι επισημάνσεις δεν συνάδουν με μια ορισμένη αριστερή μυθολογία, που επιμένει ακόμη να κάνει τη μεγάλη και χονδροειδή αφαίρεση όσων διανοουμένων αναφέρονται ιδεολογικά στον φιλελεύθερο ή/και συντηρητικό χώρο και αναφέρονται με όρους πολιτικής γεωγραφίας στην ευρύτερη κεντροδεξιά παράταξη. Ναι, να τους απαξιώσει. Που πάει να πει να αποδομήσει την πνευματική τους αυταξία λόγω του ιδεολογικού τους προσανατολισμού. Πρόκειται για τον μύθο εκείνο (ορθότερα: μύθευμα), σύμφωνα με το οποίο δεν πρόκειται παρά για ανθρώπους που περπατάνε στα τέσσερα, που κινούνται στη ζωή τους έρποντας και γλύφοντας, που όντας ψοφοδεείς της εκάστοτε εξουσίας, είναι τα πρόθυμα υποπόδια των εκάστοτε προσώπων που ενσαρκώνουν τους εξουσιαστικούς θεσμούς. Και ο Σεφέρης δεν αποτέλεσε εξαίρεση από τον κανόνα αυτό. Δυστυχώς.