Οι τραπεζικές χρεώσεις διαφέρουν από τράπεζα σε τράπεζα και από λογαριασμό σε λογαριασμό. Κατά κανόνα, βεβαια, η ανάληψη χρημάτων από τα ΑΤΜ της τράπεζάς παραμένει δωρεάν. Όμως, αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Αυτό μπορεί να κυμαίνεται από 10 έως 50 λεπτά του ευρώ. Και αν η ανάληψη χρημάτων γίνει από το ταμείο της τράπεζας, το σχετικό κόστος του χρήματος
μπορεί να φθάσει και τα πέντε ευρώ. Το φιλύποπτο, αν όχι καχύποπτο, βλέμμα του συναλλασσόμενου δεν μας είναι άγνωστο. Δε μπορεί, κάποιος επιδέξιος τραπεζικός και χρηματοοικονομικός δάκτυλος κρύβεται πίσω από αυτό το κόστος που έχει το χρήμα.
Η φιλυποψία δεν είναι τελείως αυθαίρετη στην προκειμένη περίπτωση
Πράγματι, υπάρχουν τράπεζες που δεν αποφεύγουν τον πειρασμό να αποκομίσουν ορισμένα κέρδη από τα τέλη ανάληψης. Δεν είναι όμως ο κανόνας αυτός. Και τούτο γιατί οι τράπεζες αναλαμβάνουν το κόστος για την εγκατάσταση, αλλά και την συντήρηση των ΑΤΜ που συνήθως συναντάμε παραπλεύρως των εισόδων των τραπεζικών υποκαταστημάτων. Επίσης, η χρήση μετρητών έχει ούτως ή άλλως ένα κόστος, το οποίο δεν φαίνεται να σκεφτόμαστε όλοι. Το κόστος αυτό έχει να κάνει με το απλό στην κατανόησή του γεγονός ότι, προκειμένου να εκδοθούν χαρτονομίσματα, χρειάζεται και η ανάλογη (υψηλή) δαπάνη σε χαρτί. Και αυτό το κόστος υπολογίζεται σε κάτι λιγότερο από 130 ευρώ ετησίως ανά κάτοικο. Υπάρχει λοιπόν ένα κόστος για τα μετρητά, το οποίο είναι κρυφό.
Το κόστος αυτό το πληρώνουμε με διάφορους τρόπους, ιδίως μέσω των φορολογικών δηλώσεων μας, προκειμένου για την έκδοση χαρτονομισμάτων και τραπεζογραμματίων από την Κεντρική Τράπεζα. Σε αυτό το κόστος θα πρέπει να συνυπολογισθεί και το ότι υπάρχουν ειδικά θωρακισμένα βαν που πρέπει να μεταφέρουν τα μετρητά χρήματα και οι εργαζόμενοι ως μεταφορείς και διανομείς σε αυτά πρέπει να αμείβονται για τις υπηρεσίες που παρέχουν. Που πάει να πει ότι το κόστος αυξάνει ακόμη περισσότερο.
…στην προοπτική του κρυφονομίσματος
Οι τεχνολογικές εξελίξεις είναι πραγματικά ραγδαίες και φέρουν στις αποσκευές τους πολυπείπεδες και ουσιαστικές αλλαγές και μεταβολές, Το κρυπτονόμισμα, όπως αποδίδεται στη γλώσσα μας ο αγγλικός όρος «bitcoin», παρουσιάζεται στο συλλογικό φαντασιακό των λαϊκιστών , ιδίως της αριστεράς, ως μια από τις μορφές που λαμβάνει η περιλάλητη «νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση».
Δεν φαίνεται εντούτοις να δικαιολογείται ο σατανικός της χαρακτήρας στην περίπτωση των κρυπτονομισμάτων. Αυτά κοστίζουν πολύ λιγότερο σε χαρτί. Για την ακρίβεια, πάρα πολύ λιγότερο, γιατί αντιστοιχούν σε περιουσιακά στοιχεία του πολίτη, με την ουσιώδη διαφορά ότι αυτά έχουν έναν «άυλο» χαρακτήρα. Η άυλη πτυχή τους είναι δεδομένη, καθολικά αποδεκτή. Και δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, αφού έχουμε να κάνουμε με περιουσιακά στοιχεία που δεν αποθηκεύονται σε τραπεζικές θυρίδες και σε τραπεζικά ταμεία, αλλά βρίσκονται τοποθετημένα σε ηλεκτρονικού τύπου μέσα. Αυτό έχει ως λογική προέκταση την δραστική μείωση του κόστους του χρήματος, αφού είναι πρόδηλο ότι τα κλασικά χαρτονομίσματα υποχωρούν σημαντικά στο επίπεδο των συναλλαγών.