Με τα επιδόματα ή με την εργασία;
Όλο το τελευταίο διάστημα, η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν παύει να κατηγορεί την Κυβέρνηση ότι δίνει ανεπαρκή επιδόματα, που οδηγούν σε οικονομικό στραγγαλισμό τη μεσαία τάξη, παρά το ότι το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο έχει διανείμει δισεκατομμύρια ευρώ για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης σε ευάλωτες επαγγελματικές κατηγορίες και σε ευάριθμες κοινωνικές ομάδες. Η έκτακτη οικονομική ενίσχυση ήταν και παραμένει, βεβαίως, εύλογη για την αναχαίτιση των τρεχουσών κρίσεων στην υγεία, την ενέργεια, τον πληθωρισμό, και δεν ενδιαφέρει τόσο εδώ η παράθεση συγκεκριμένων ποσών, που θα ήταν αναντίρρητα πιο εύκολη, όσο η λογική των επιδομάτων που κυριαρχεί στον αντιπολιτευτικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ και που έρχεται σε αντίθεση με τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς.
Η διατήρηση του κοινωνικού δεσμού και της κοινωνικής συνοχής περνά, σύμφωνα με την ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μέσα από την οικονομία των επιδομάτων. Ούτε μισή λέξη δεν εκφέρεται από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ για τις πηγές άντλησης των επιδομάτων αυτών. Αυτά τα επιδόματα, τα οποία είναι πράγματι επιβεβλημένα, δεν προκύπτουν από οικονομική παρθενογένεση, αλλά μέσα από τη δημιουργία πλούτου και δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τη ζωτικής σημασία αξία της εργασίας σε όλες τις σύγχρονες φιλελεύθερες οικονομίες.
Και στο σημείο αυτό, διαπιστώνεται μια παράλειψη εκ μέρους της κυβερνητικής πλειοψηφίας, που αναφέρεται με υπέρμετρη φειδώ στα οικονομικά περιεχόμενα του φιλελευθερισμού, τα οποία προβλέπουν τη δυνατότητα παροχής επιδομάτων, αλλά τα συναρτούν με την ανάγκη συσσώρευση πλούτου, ενός όρου που μοιάζει «ημαρτημένος» στον καθ’ ημάς πολιτικό διάλογο μα που, κάποια στιγμή, καλό θα ήταν να αρχίσει να απομαγεύεται από τη σωρεία των αρνητικών συνδηλώσεών του.
Έτσι, οι φωνές του κρατισμού θεωρούν δεδομένη την κοινωνική αδικία και ληστρικούς τους μηχανισμούς παραγωγής πλούτου. Σε αυτήν την πορεία σκέψης, απουσιάζει ηχηρά ότι, χωρίς ιδιωτικό πλούτο, είναι πρακτικά αδύνατον να διανεμηθούν επιδόματα σε περιόδους εκτάκτων αναγκών, όπως είναι αυτή που βιώνουμε. Και ότι η δημιουργία ιδιωτικού πλούτου απαιτεί την εκδίπλωση ανθρώπινων αρετών, όπως είναι η παρατηρητικότητα, η ευρηματικότητα, η μεθοδικότητα ή η εργασία.
Επιπλέον, η συγκέντρωση ιδιωτικού πλούτου είναι, ταυτοχρόνως, μια κίνηση προς την αυτοπραγμάτωση συνανθρώπων μας που διακατέχονται από το στοιχείο της επιχειρηματικότητας και μια κίνηση προς τη δημιουργία θέσεων εργασίας που ο ιδιώτης θα δημιουργήσει, αν θεωρούμε βέβαια ότι πραγματικά φιλεργατική δεν είναι η πολιτική των διαρκών επιδομάτων και της συναφούς οκνηρίας, αλλά η πολιτική που επιτρέπει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Εντούτοις, οι εναπομείνασες δυνάμεις του εγχώριου κρατισμού στρέφονται εναντίον της αυτοπραγμάτωσης ορισμένων ανθρώπων, που σκέπτονται με επιχειρηματικό τρόπο και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, και επιμένουν να αναδιανέμουν σπασμωδικά, να διασαλεύουν επί μακρόν την παραγωγική διαδικασία, να αποθαρρύνουν την επενδυτική διάθεση.
Τα αποτελέσματα αυτής της ανελεύθερης οικονομικής συλλογιστικής έχουν αφήσει τα αποτυπώματά τους στη δημοσιονομική κατάσταση του τόπου, με μια τρίτη περιττή μνημονιακή σύμβαση, με την καλλιέργεια της γενικής ροπής προς τα κάτω, με την άνωθεν υπονόμευση της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας και, πλέον, με τον εκφετιχισμό των επιδομάτων σε βάρος της αξίας της παραγωγικής εργασίας.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας