O εικονοκλάστης του Νέου Κύματος
Πηγή Φωτογραφίας: Zyri
Αδύνατο να έχει παρακολουθήσει κάποιος, ιδίως αν έχει γεννηθεί στη δεκαετία του ’70, όλες, μα όλες, τις ταινίες του Ζαν – Λυκ Γκοντάρ, που σκηνοθετούσε ακατάπαυστα, με ρυθμό πολυβόλου, και με μια τόσο μεγάλη ορμή που οι φίλοι ψυχολόγοι χαρακτηρίζουν, θαρρώ, δημιουργικά «υπομανιακή»: κάπου 150 ταινίες και βιντεοταινίες, λέει το βιογραφικό του διαρκώς ανήσυχου Γκοντάρ. Κι όμως, και η ελβετική (φιλήσυχη) καταγωγή του και οι θρησκευόμενες οικογενειακές προσλαμβάνουσες και η προβλέψιμη καθημερινότητα της Νιόν, όπου μεγάλωσε, δεν προμηνύουν την ηφαιστειώδη καλλιτεχνική παραγωγή του εκλιπόντος.
Και ήταν μέταλλο καλλιτεχνικό ο Γκοτάρ. Η εθνολογία που επέλεξε να σπουδάσει είναι το αντίστοιχο της σημερινής κοινωνικής ανθρωπολογίας, που εξετάζει τις προνεωτερικές κοινωνίες χωρίς γραφή, αρχαϊκές μορφές και ζωές ανθρώπων. Η αρχική έλξη προς τη συγγραφή κουμπώνει με τα νεανικά σκιρτήματα του Γκοντάρ, ο οποίος σύντομα στρέφει την πένα του προς την καταλυτική κριτική. Έχοντας μορφώσει μια αυθεντικά ριζοσπαστική κινηματογραφική αισθητική, ο Ζαν – Λυκ Γκοντάρ γίνεται, με έναν πολύ ταχύ ρυθμό, ένας από εκείνους τους σκηνοθέτες που άφησαν τα περισσότερα σημάδια στο διαρκώς αναπλαθόμενο σώμα του κινηματογράφου.
Εικονοκλάστης και πατέρας – θεμελιωτής, από μόνος του, του Νέου Ρεύματος, σπάει τους κινηματογραφικούς κώδικες, τον έναν μετά τον άλλον, όχι για να δημιουργήσει το περιλάλητο «προσωπικό ύφος». Ένα τέτοιο εγχείρημα προϋποθέτει συνήθως στέρεα επιχειρήματα και στρατεύσεις ζωής, αλλά, κυρίως, για να θέσει το ερώτημα μέσα από τις ταινίες του, δημιουργώντας έτσι μια μορφή πειραματικής κινηματογραφικής γλώσσας. Παρακολουθώντας τον να μιλάει κανείς, διαπιστώνει ότι πρόκειται για έναν απρόβλεπτο και για έναν απόκοσμο, ευγενικά απόκοσμο. Δεν τον έλκουν, άλλωστε, τα ξέχειλα από ελευθεριακό πνεύμα τροτσκιστικά σχήματα, αλλά η υπόσχεση ελευθερίας που (φαίνεται να) περικλείει ο μαοισμός στα μάτια του, στις γραμμές του οποίου περνά για σημαντικό διάστημα της ζωής του.
Οι νεότεροι δεν φέρουμε τα βιώματα που φέρουν οι κάπως μεγαλύτεροι, οι οποίοι ρουφούσαν κάθε ταινία του. Και θα ήταν ψέμα να ισχυριστεί κανείς ότι έχει δει όλες τις ταινίες του, το σύνολο του έργου του
Διακρίνονται όμως ο «Τρελός Πιερό» και το έτερο μυθικό, το «Με κομμένη την ανάσα». Αυτές οι δύο ταινίες θα αρκούσαν, από μόνες του, για να δικαιολογήσουν τη θέση του στην προσωπική Ιστορία του Κινηματογράφου, που φτιάχνει κάποιος. Ξεκουράστηκε (κυριολεκτικά), πεθαίνοντας ειρηνικά, με υποβοηθούμενη αυτοκτονία σε μια μικρή πόλη έξω από την Λωζάννη, που τόσο εκτιμούσε, και με τη σύντροφό του, την Άννα – Μαρία, που τόσο αγαπούσε.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας