Ο χάρτινος Σεπτέμβρης του Α. Τσίπρα
Πηγή Φωτογραφίας: Αρχείο Eurokinissi
Από καιρό έχει επισημανθεί η απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να ηγηθεί μιας μαζικής, λαϊκής αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση. Απόφαση καθ’ όλα σεβαστή και, εν πολλοίς, υπαγορευμένη από ορισμένα, αντικειμενικά δεδομένα. Η ενεργειακή κρίση χτυπά την πόρτα της χώρας μας, κουβαλώντας αναπόφευκτα πίσω της το βαγόνι της πληθωριστικής κρίσης και ό,τι αυτή συνεπάγεται για τα οικονομικά των υλικά ολιγότερο προικισμένων κοινωνικών ομάδων, οι αντιδράσεις πανεπιστημιακών δίνουν τον τόνο κάποιων εξελίξεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, και το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων βρίσκεται στο τραπέζι του διαλόγου.
Το κοκτέιλ φαντάζει ιδεώδες για τον, πλούσιο σε κινηματικές περγαμηνές, Α. Τσίπρα, όπως θα φάνταζε ονειρεμένο για κάθε αρχηγό όλου αυτού του ρεύματος που ονομάζεται αριστερός ριζοσπαστισμός, πρώτα στη διεθνή και μετά στην εγχώρια βιβλιογραφία και αρθρογραφία. Συνδυάζει τον εκ των ων ουκ άνευ οικονομικό παράγοντα με τις (αναντίρρητες) διεκδικητικές δάφνες του φοιτητικού κινήματος και τον δικαιωματικό λόγο.
Τα ερευνητικά ευρήματα όλων των πρόσφατων δημοσκοπήσεων, μα κυρίως η όλη αίσθηση που αποκομίζει κανείς από τον κοινωνικό του περίγυρο για το πολιτικό πράγμα και τις εξελίξεις του, δεν επιβεβαιώνουν την εκτίμηση της Κουμουνδούρου για το «θερμό φθινόπωρο», που θα περίμενε την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό προσωπικά. Και δεν χρειάζεται κανείς να είναι δεξιός, κεντρώος ή αριστερός, να έχει δηλαδή το ένα ή το άλλο ιδεολογικό «βλέμμα» στον κοινωνικό και πολιτικό κόσμο για να το διαπιστώσει. Το αντιλαμβάνεται στο δρόμο, πριν το αναφέρει στον δημοσκόπο που θα του τηλεφωνήσει. Ήδη, μάλιστα, ορισμένοι και ορισμένες, φίλα διακείμενοι και διακείμενες στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θρηνούν, με ένα αίσθημα νοσταλγίας, για την «πολιτική αδιαφορία» και την «κομματική απάθεια» των ημερών μας.
Το να στρέφεσαι, όμως, εναντίον της πραγματικότητας επειδή αυτή δεν συμβαδίζει με τις προσδοκίες σου δεν συνιστά αναλυτική μέθοδο, που φιλοδοξεί, στα σοβαρά, να ικανοποιεί το κριτήριο της εγκυρότητας. Και αυτό που συμβαίνει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ακριβώς δεν κατάφερε να επιτύχει τους επιμέρους αντιπολιτευτικούς της στόχους.
Η οικονομική πρόταση, που ηθελημένα συνδέθηκε με την περιλάλητη «επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ», αντιβαίνει στα ίδια τα κυβερνητικά πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ. Το αίτημα της επανακρατικοποίησης της ΔΕΗ θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ενδεχομένως πειστικά, από την ηγεσία ενός κομματικού φορέα που δεν φρόντισε προηγουμένως να περάσει όλη (μα όλη!) την περιουσία του δημοσίου στο υπερταμείο για 99 χρόνια. Δεν φαίνεται αναληθές ότι αυτό που αποκαλείται «ιστορική μνήμη» είναι ένα από τα φυσιογνωμικά μας γνωρίσματα ως έθνους, αλλά η προηγούμενη δεκαετία μάτωσε το κοινωνικό σώμα, το οποίο δύσκολα μπορεί να ξεχάσει ότι το συλλογικό του χρέος στις διεθνείς αγορές δεν θα μπορεί να το ανακυκλώνει για έναν αιώνα.
Επιπλέον, το αίτημα περί κατάργησης της πανεπιστημιακής αστυνομίας, η οποία πρέπει – πάντοτε – να γίνει εδώ και τώρα, ετέθη από τον Αλ. Τσίπρα με όρους άβατου, δηλαδή ενός χώρου που πρέπει να κινείται σε μεγάλο βαθμό πέρα από τους ελέγχους που υπαγορεύει ο δημοκρατικά ψηφισμένος νόμος. Έτσι, αντί να εστιάσει η αντιπολιτευτική ρητορική στις γνωστές μορφές παραβατικών συμπεριφορών εντός του Πανεπιστημίου και, κυρίως, στους τρόπους προστασίας από σύγχρονες εξωτερικές παρεμβάσεις της ελεύθερης παραγωγής και διακίνησης γνώσεων, ο αντιπολιτευτικός τόνος έπεσε πάνω σε ένα «μη ζήτημα», στο πανεπιστημιακό άβατο.
Ακόμη και το τόσο λεπτό ζήτημα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ο Αλ. Τσίπρας το ανέδειξε, και συνεχίζει να το αναδεικνύει με όρους μονοθεματικούς και με τρόπους υπέρμετρους. Το θέμα της επισύνδεσης του τηλεφώνου του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ έχει να κάνει με τον σκληρό πυρήνα της φιλελεύθερης δικαιωματικής πολιτικής και, πολιτικά, κρίνεται πιο αξιόπιστη να το θέσει μια φιλελεύθερη πολιτική ηγεσία, όχι μια ηγετική μάδα που προσεγγίζει τον δικαιωματικό λόγο με όρους ταξικούς.
Με δεδομένα αυτά τα ατοπήματα και με δεδομένες αυτές τις αβλεψίες, η κοινή γνώμη επιμένει να μην ανοίγει την «αριστερή πόρτα», διστάζει να εμπιστευθεί πολιτικά τη σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, όμως, επιμένει σε προβλέψιμα αντιπολιτευτικά μονοπάτια, που οδηγούν σε πολιτικά αδιέξοδα.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας