Η ενεργειακά αμφίθυμη Γερμανία
Πηγή Φωτογραφίας: smart-energy/brusselsreport
Η Γερμανία είναι – ακόμη – η πρώτη οικονομική δύναμη της Ευρώπης και, με δεδομένη την ιδιαίτερη έφεση για οικονομική υπεροχή των εταίρων μας, είναι βέβαιον ότι οι Γερμανοί γνωρίζουν καλά ότι, στο μεταμοντέρνο μεσοπόλεμο που διανύουμε, η οικονομία είναι ενέργεια, ότι δεν μπορεί να υπάρξει μια σύγχρονη, ακμάζουσα οικονομία χωρίς την προηγούμενη διασφάλιση των ενεργειακών πόρων της.
Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα και, ιδίως, κατά τους δύο τελευταίους μήνες, παρατηρείται μια ενεργειακή αμφιθυμία από την πλευρά του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού. Στον άξονα αυτού του συνασπισμού βρίσκεται το ιστορικό, σοσιαλδημοκρατικό SDP, έχοντας στα αριστερά του τους Πράσινους και στα δεξιά του τους νεοφιλελεύθερους του Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP).
Η συμφωνία γύρω από ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα, όπως είναι το ενεργειακό, ήταν και παραμένει ένα δύσκολο διακύβευμα για τον Γερμανό Καγκελάριο, Όλαφ Σολτς, ο οποίος έπρεπε και πρέπει να διατηρήσει την κυβερνητική συνοχή, εξασφαλίζοντας τη συναίνεση των σε «αντιπυρηνικών» Πρασίνων και των «φιλοπυρηνικών» νεοφιλελεύθερων.
Η πρόσφατη εξέλιξη φαίνεται να δίνει διέξοδο στην αμφιθυμία του Γερμανού Καγκελάριου απέναντι στην πυρηνική ενέργεια, δεδομένου ότι συναποφασίστηκε τα πυρηνικά εργοστάσια της χώρας να παραμείνουν ανοιχτά, αλλά μέχρι τις 15 Απριλίου.
Ο Σολτς ακυρώνει την προηγούμενη απόφασή του
Ο σημερινός Καγκελάριος είχε λάβει την απόφαση να έρθει σε ρήξη με τη στρατηγικής σημασίας επιλογή της προκατόχου του. Η Άνγκελα Μέρκελ είχε αποφασίσει το 2011 την έξοδο της χώρας από την πυρηνική ενέργεια και την ακόμη μεγαλύτερη πρόσδεσή της στο ενεργειακό άρμα του δικτάτορα Β. Πούτιν, με συνεπαγόμενο αποτέλεσμα η Γερμανία να φθάσει να εξαρτάται ενεργειακά από τη Μόσχα περισσότερο από κάθε άλλη χώρα και με το σχετικό ποσοστό εξάρτησης να φθάνει στο 55% τουλάχιστον.
Ο πόλεμος, όμως, που διεξάγει στην Ουκρανία η Ρωσία, ο πρώην νούμερο ένα προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, συνεχίζει να οδηγεί σε απόκλιση τη Γερμανία από την πολιτική τροχιά που η ίδια είχε χαράξει. Αφού δεσμεύτηκε λοιπόν να κλείσει τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα και, κυρίως, να εγκαταλείψει την πυρηνική ενέργεια μετά την απόφαση της Άνγκελα Μέρκελ το 2011, η ηγετική οικονομία της Ευρώπης αναγκάσθηκε να αλλάξει γραμμή ενεργειακής πλεύσης. Και δεν θα είναι δύο αλλά τελικά τρεις πυρηνικοί σταθμοί που θα επεκταθούν σε όλο τον Ρήνο, όπως ανακοίνωσε ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς τη Δευτέρα.
Έπεται ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας «αλλαγής της αλλαγής» ως προς το κεφαλαιώδες ζήτημα, με τον αρχικά φιλοπυρηνικό Σολτς να εξελίσσεται σε αντιπυρηνικό Καγκελάριο.
Οι νεοφιλελεύθεροι, όμως, του FDP επιμένουν: η πυρηνική ενέργεια είναι η διέξοδος από την ενεργειακή κρίση της χώρας. Προς το παρόν, ο ασταθής Σολτς φαίνεται να «κρύβεται» πίσω από τις αντιρρήσεις των Πρασίνων, οι οποίοι τονίζουν, αναφορικά με την απόφαση για το κλείσιμο των τριών πυρηνικών σταθμών, ότι «τώρα υπάρχει σαφήνεια. Η σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας παραμένει. Η Γερμανία θα καταργήσει οριστικά την πυρηνική ενέργεια στις 15 Απριλίου 2023».
Πράγματι, οι τρεις πυρηνικοί σταθμοί πρόκειται να κλείσουν, αλλά στα μέσα Απριλίου του ερχόμενου έτους, δηλαδή σε πέντε μήνες. Χρονικό διάστημα πολιτικώς μεγάλο, ειδικά όταν πρόκειται για τρικομματική κυβέρνηση με διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις στο εσωτερικό της. Οι τρεις πυρηνικοί σταθμοί είναι, λοιπόν, προγραμματισμένο να κλείσουν, παραμένοντας ακόμη σε πλήρη λειτουργία.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας