Ζούμε στην Ευρώπη της κακοποίησης;
Πηγή Φωτογραφίας: eppgroup/lawschoolpolicyreview
Η συζήτηση έχει φουντώσει για τα καλά στην Ευρώπη. Ο ηθικά άψογος Βλαδίμηρος μάς υπενθύμισε τον ηθικά έκπτωτο βίο που διάγουμε οι δυτικοί. Αυτό δεν θα ήταν καθόλου ιλαρό, αν δεν αφορούσε τις ζωές των πιο τρυφερών ηλικιών – των ανηλίκων συνανθρώπων. Η έκταση του φαινομένου μας δόθηκε ως αρχική εντύπωση, ως ένα κοινωνικά διαμορφωμένο συναίσθημα από συναναστροφές και από εκπομπές της τηλοψίας και ειδικά διαδικτυακά αφιερώματα. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό, είναι καταγεγραμμένο και, σε άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, τίθεται στα σοβαρά στο δημόσιο διάλογο και, πέρα από τις αδήριτες νομικές διαστάσεις του «τέρατος» των σύγχρονων ευρωπαϊκών ολοτήτων που κακοποιεί σεξουαλικά ανηλίκους συνανθρώπους του, το φλέγον ζήτημα κεντρίζει το ενδιαφέρον συγγενών πεδίων.
Πιο συγκεκριμένα, μια προσέγγιση είναι αυτή που εστιάζει στη φύση του ανθρώπου και στην ομολογημένη στον δυτικό κόσμο αντιφατικότητά του. Ο άνθρωπος αποτελείται από έλλογα στοιχεία, αλλά, δυστυχώς, και από μη έλλογα στοιχεία, στα οποία εντάσσονται οι ορμές ή τα πάθη (βλ. ιδίως Sheri Madigan, στο διαδικτυακό Conversation, η οποία, καίτοι ψυχολόγος, επικαλείται συχνά τις αντιθέσεις της ανθρώπινης φύσης).
Βέβαια, η συνύπαρξη αυτών των αντιθετικών στοιχείων στον καθένα μας δεν οδηγεί στην νομιμοποίηση αναλόγων συμπεριφορών απέναντι σε αδιαμόρφωτους ψυχικά και σωματικά συνανθρώπους μας. Απεναντίας, εκβάλλει στην ανάγκη κανόνων και θεσμών, που απορρέουν από την προσφυγή στον ορθό λόγο. Ο σεβασμός αυτών των κανόνων και αυτών των θεσμών από την κοινότητα των ενηλίκων είναι δεσμευτικός. Καθένας μας φέρει έλλογα και μη έλλογα στοιχεία, αλλά, όταν τα πάθη του εκδηλώνονται, πρέπει να παραμένουν εντός του ιδιωτικού χώρου και, προφανώς, να αφορούν τον ενήλικο συνάνθρωπο, ο οποίος έχει δώσει προηγουμένως τη συγκατάβασή του.
Ωστόσο, το πρόβλημα της αύξησης της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων τίθεται και με έναν ακόμη τρόπο, συμπληρωματικό προς τον πρώτο.
Από ό,τι μπορεί να διαπιστώσει ο αναγνώστης στο φύλλο της Le Monde (φύλλο της 16ης Μαΐου αυτής της χρονιάς), πλέον στα γαλλικά σχολεία γίνονται σε ετήσια βάση 10000 αναφορές σεξουαλικής κακοποίησης και 35000 «ανησυχητικές αναφορές» και προκρίνεται αυτή η προσέγγιση για την αποσυμπίεση του φαινομένου.
Με βάση την εν λόγω προσέγγιση, η κακοποίηση είναι ένα γεγονός που μπορεί να ερευνηθεί σε σχέση με τρεις παραμέτρους. Πρόκειται για το ψυχολογικό προφίλ του ανθρώπου (συχνά γονέας ή κηδεμόνας) που κακοποιεί, το ευρύτερο περιβάλλον του κακοποιημένου παιδιού και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μεγαλώνει και την αλληλεπίδραση γονέα –παιδιού και τη δυναμική της σχέσης τους.
Οι περιπτώσεις κακοποίησης και αμέλειας που αντιμετωπίζουν τα περισσότερα παιδιά στατιστικά προέρχονται σε ένα μεγάλο ποσοστό από τους ίδιους τους γονείς. Αυτές οι περιπτώσεις κυμαίνονται από συναισθηματική βία, παραμέληση της υγιεινής του σώματος, ιδιαίτερα σε βρέφη που χρησιμοποιούν πάνες, αποχή από το σχολείο εν γνώσει των γονιών, παρορμητική σεξουαλική συμπεριφορά ανάμεσα στους γονείς με θεατές τα παιδιά μέχρι εξάρτηση των γονιών από ουσίες με θεατές και θύματα τα παιδιά.
Στην περίπτωση της σεξουαλικής κακοποίησης, παρόλο που ιστορικά θεωρείται ως ένα πολύ σοβαρό είδος κακοποίησης και παρά τα αυξανόμενα κρούσματα ανά τον κόσμο με τις περιπτώσεις των παιδόφιλων και τη χρήση του διαδικτύου ως μέσου διάδοσης πορνογραφικού υλικού, το βάρος (και «το ενδιαφέρον»), αν δεν είμαστε προσεκτικοί, μπορεί να πέσει όχι τόσο πάνω στα ίδια τα παιδιά και την επούλωση των τραυμάτων τους, ψυχικών και σωματικών, αλλά πάνω στον θύτη, ο οποίος προέβη στην αποτρόπαια πράξη.
Δηλαδή, όπως δεν παύει να επισημαίνει σχετικά η κοινωνική ψυχολόγος Mélanie Dupont, το ενδιαφέρον εσφαλμένα δίδεται στον θύτη, ο οποίος υπερπροβάλλεται από τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης, όχι στις ανάγκες και τον κίνδυνο κοινωνικής περιθωριοποίησης του ίδιου του παιδιού, που ως θύμα χρήζει μεγαλύτερης φροντίδας.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας