Πατρίσια Αρκέτ: «Πόσο επικίνδυνη είναι η γυναικεία σεξουαλικότητα στα μάτια ενός άντρα»
Πηγή Φωτογραφίας: www.telegram.com
Το Lost Highway (Η Χαμένη Λεωφόρος) είναι μια neo-noir ταινία μυστηρίου του 1997 σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Λιντς και σε σενάριο του Λιντς και του Μπάρι Γκίφορντ, με πρωταγωνιστές τους Πατρίσια Αρκέτ και Μπιλ Πούλμαν. Η ταινία έχει μείνει ως ένας από τους σταθμούς στην ιστορία του κινηματογράφου τόσο για την κοφτερή αισθητική της όσο και για την αισθησιακή, ηδονοβλεπτική ατμόσφαιρα.
«Αναγκάστηκα να εγκαταλείψω την ταινία Boxing Helena, το ντεμπούτο της Τζένιφερ Λιντς» λέει ο Μπιλ Πούλμαν στο theguardian. «Όταν ο πατέρας της, ο Ντέιβιντ, άρχισε να μιλάει για την παραγωγή του Lost Highway, εκείνη είπε: «Τι λες γι’ αυτόν τον Πούλμαν;». Όταν κάποιος τον ρώτησε γιατί με επέλεξε αυτός με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό του, είπε: «Λοιπόν, ο Μπιλ μου φάνηκε σαν τύπος που θα μπορούσε να μπλέξει σε πολλούς μπελάδες». Το επαναλάμβανε αυτό, σαν μάντρα».
«Έχω κάνει ένα σωρό νουάρ ιστορίες» συνεχίζει ο Πούλμαν. «Μου αρέσει το γεγονός ότι το είδος μπορεί να είναι ταυτόχρονα τρομακτικό και αστείο. Αλλά η εκδοχή του Ντέιβιντ για το νουάρ ήταν τόσο έντονη και εκπληκτική. Όπως το να αντικατοπτρίζει το πόσο καθημερινοί μπορούν να είναι οι άνθρωποι όταν μιλούν για το θάνατο, ή το πόσο σουρεαλιστικά όμορφο είναι όταν το κεφάλι ενός χαρακτήρα κόβεται στη μέση από ένα τραπέζι. Αυτός είναι ένας τόνος που είναι πολύ δύσκολο να πετύχεις και δεν μπορείς να τον προσποιηθείς. Πρέπει να έχεις ξεκάθαρη πεποίθηση για την ιστορία που αφηγείσαι.
«Υπήρχε κάτι που άγγιζε τα όρια του άχαρου, για το οποίο προσπαθούσαμε»
»Δεν μας διευκρίνισε πολλά πράγματα. Αλλά κατά τη διάρκεια της προπαραγωγής, ήρθε με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών και μας διάβασε το απόσπασμα για την ψυχογενή φυγή, μια μορφή διαχωριστικής αμνησίας. Είχα το θράσος να προτείνω να υποδυθώ τόσο τον Φρεντ Μάντισον, τον σαξοφωνίστα που παρανοεί για τη γυναίκα του στο πρώτο μισό της ταινίας, όσο και τον Πιτ, τον νεαρό μηχανικό που μεταμορφώνει ο Φρεντ στο δεύτερο μισό, τον οποίο υποδύεται ο Μπαλταζάρ Γκέτι. Όμως, είπε: «Ο Γκρεγκ είναι ο μόνος που μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Όχι! Μου αρέσει πολύ έτσι, με διαφορετικούς ηθοποιούς».
»Το σπίτι στο Μάντισον όπου γυρίσαμε ήταν δίπλα στο σπίτι του Ντέιβιντ – το αγόρασε και το σχεδίασε έτσι για την ταινία. Εξακολουθεί να υπάρχει στην ίδια κατάσταση- το χρησιμοποιεί ως γραφείο παραγωγής. Ήταν μια πρόκληση να είμαστε τόσο ουδέτεροι, τόσο η Πατρίσια όσο κι εγώ, στις ερμηνείες μας. Υπήρχε κάτι που άγγιζε τα όρια του άχαρου, για το οποίο προσπαθούσαμε. Σχεδόν σαν μια απουσία ψηχής, όπως θα έβλεπες σε έναν ψυχοπαθή.
»Ο Ντέιβιντ και ο κινηματογραφιστής Πίτερ Ντέμινγκ δούλεψαν για να πετύχουν αυτή την τρομακτική ατμόσφαιρα σε εκείνον τον διάδρομο. Πειραματίστηκαν με έναν μηχανισμό που μπορούσε να υψώσει τον φακό από την κάμερα για να αποτυπώσει καλύτερα το σκοτάδι. Ο Ντέιβιντ δεν φωνάζει, αλλά είναι καλός στο να κάνει τους πάντες να επικεντρώνονται ενστικτωδώς σε αυτό που θέλει. Είχαμε συζητήσει νωρίτερα για τις στιγμές του σεναρίου που είναι πιο έντονες. Είπα: «Σαν το καμπούκι». Αργότερα εκείνο το βράδυ είπε: «Θέλω να πας στο διάδρομο. Και όλα να είναι οικεία. Και μετά να μην είναι. Είναι όλα καμπούκι!»
»Στην Ευρώπη ο Τύπος ήταν εγκωμιαστικός για το Lost Highway, όλοι ήταν τύπου: «Ουάου, αυτό είναι υπέροχο.» Αλλά όλοι στις ΗΠΑ ήταν κάπως σαν: «Μπορείς να μου το εξηγήσεις;» Είναι πιο εύκολο να το κατανοήσει κάποιος σήμερα. Ο κόσμος έχει γίνει περισσότερο σαν την ταινία: κατακερματισμένος. Ίσως αυτή η πραγματικότητα στην οποία συμμετείχε ο Φρεντ είναι αυτή στην οποία ζούμε τώρα».
«Πόσο επικίνδυνη είναι η γυναικεία σεξουαλικότητα στα μάτια ενός άντρα»
«Ο Ντέιβιντ δεν μου είπε ποτέ αν η Ρενέ και η Άλις ήταν δύο διαφορετικά άτομα ή εκδοχές της ίδιας γυναίκας» θυμάται η Πατρίσια Αρκέτ. «Με ρώτησε τι σκέφτομαι. Αποφάσισα ότι ήταν γυναίκες μέσα από τα μάτια ενός μισογύνη. Έτσι, όταν ο Φρεντ αναδημιουργείται στο δεύτερο μέρος ως Πιτ, αυτός ο νεαρός, αρρενωπός τύπος, η Άλις εξακολουθεί να μην είναι σταθερή. Φαίνεται να τον αγαπάει, αλλά εργάζεται στο πορνό. Είναι σπάνιο να έρχεσαι αντιμέτωπη με αυτή την ιδέα, του πόσο επικίνδυνη είναι η γυναικεία σεξουαλικότητα στα μάτια ενός άντρα όπως ο Φρεντ/Πιτ, ειδικά με αυτόν τον τόσο ποιητικό τρόπο. Ο Ντέιβιντ έγραψε το σενάριο την εποχή της δίκης του Ο Τζέι Σίμσον με την οποία είχε εμμονή.
»Με την ενδυματολόγο Πατρίσια Νόρις και τη μακιγιέζ Ντέμπι Ζόλερ συνεργαστήκαμε για να δημιουργήσουμε δύο αντίθετες εμφανίσεις. Για τη Ρενέ, ήθελα αυτά τα σκούρα μαλλιά και αυτές τις αφέλειες, όπως η Μπέτι Πέιτζ. Μπορεί να μιλήσαμε και για την ομοιότητά της με την Ελίζαμπεθ Σορτ, τη «Μαύρη Ντάλια».
»Επισκέφτηκα μερικά περίεργα κλαμπ για να προετοιμαστώ για το ρόλο, συμπεριλαμβανομένου αυτού του μαγαζιού με τις dominatrix, όπου κάποιοι πελάτες πλήρωναν για να χρησιμοποιηθούν ως τραπέζια. Προσπάθησα να μελετήσω ποια ήταν η δυναμική της εξουσίας εκεί μέσα, τις μικροεκφράσεις στα πρόσωπα των ανθρώπων. Η πλειονότητα ξεκινάει ως υποτακτική πριν γίνει κυρίαρχη. Νομίζω ότι η Ρενέ/ Άλις βίωσε αυτά τα στάδια της ταπείνωσης.
»Προσπάθησα επίσης να εξετάσω τη γυναικεία σεξουαλικότητα με έναν αφηρημένο τρόπο, όπως αυτές οι γυναίκες, όπως η Σαλώμη ή η Ιεζάβελ από τη Βίβλο, που έχουν την ικανότητα να καταστρέφουν. Έτσι, για παράδειγμα, όταν η Άλις αναγκάζεται να γδυθεί για εκείνους τους γκάνγκστερ, σκεφτόμουν τη Σαλώμη να χορεύει για τον Ηρώδη. Υπήρξαν ενοχλητικά σχόλια από κάποιους ηθοποιούς σε αυτή τη σκηνή. Είπα στον Ντέιβιντ ότι έλεγαν ανατριχιαστικά, λάγνα πράγματα, και μου ζήτησε να βγω έξω. Όταν επέστρεψα, όλοι κοίταζαν το έδαφος πολύ απολογητικά.
»Ένας από τους λόγους για τους οποίους ανέλαβα τον ρόλο ήταν η φοβία μου για το γυμνό, αλλά το να κάνω όλες αυτές τις γυμνές σκηνές δεν το θεράπευσε. Έπρεπε να κρυφοκοιτάζω μέσα από τα δάχτυλά μου όταν παρακολουθούσα αυτές τις στιγμές στην ταινία, μετά.
»Ο Ντέιβιντ δεν είναι ένας σκοτεινός άνθρωπος. Οι ταινίες του είναι πολύ πιο σκοτεινές από τον ίδιο. Θυμάμαι ότι πριν από χρόνια ήμουν στο Μπαλί. Οι άνθρωποι εκεί είναι τόσο αξιαγάπητοι και καλοί, αλλά έχουν αυτές τις κοκορομαχίες, οι οποίες είναι τόσο σκοτεινές και έντονες. Σου δίνουν κορδέλες, λευκές και μαύρες. Έχει να κάνει με την ισορροπία του φωτός και του σκότους. Νομίζω ότι ο Ντέιβιντ είναι σε μια μόνιμη αναζήτηση αυτής της ισορροπίας».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας