Damon Galgut: «Μέχρι και σήμερα, οι Μαύροι είναι φτωχοί και οι πιο πολλοί πλούσιοι Λευκοί»
Πηγή Φωτογραφίας: The Times
Η Αμόρ είναι 13 χρονών, η ιστορία δεν την έχει ποδοπατήσει ακόμα. Δεν έχει ιδέα σε τι χώρα ζει». Τρεις απλές προτάσεις που όμως καταφέρνουν να συνοψίσουν την Υπόσχεση (εκδ. Διόπτρα), την οικογενειακή saga που βραβεύτηκε με το Βραβείο Booker για το 2021. Ένα μυθιστόρημα που μιλά για τις σχέσεις εξουσίας οι οποίες αναπτύσσονται ανάμεσα στα μέλη μίας οικογένειας, για το άδικο σύστημα μίας ολόκληρης χώρας, αλλά και για τον χρόνο που δε γνωρίζει φίλους και εχθρούς, αφήνοντας ανεξίτηλα σημάδια σε όλους μας.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Κωνσταντινιδης (@kbookstyle)
Πρόκειται για ένα αφηγηματικό επίτευγμα με πάρα πολλούς (και κάποιους τελείως απρόσμενους) αφηγητές, το οποίο όμως έχει τη μαγική ικανότητα να διαβάζεται με ευκολία, και χωρίς να αποτελεί λογοτεχνική σπαζοκεφαλιά για τους αναγνώστες. Μία αφήγηση πολύπλοκα απλή -και όχι απλοϊκή- που όταν κλείσεις την τελευταία της σελίδα γνωρίζεις καλά ότι θα σε ακολουθεί για πάντα.
Πίσω από αυτό το σύγχρονο λογοτεχνικό θαύμα βρίσκεται ο Νοτιοαφρικανός Damon Galgut, του οποίο το όνομα φιγουράρει -καθόλου άδικα- εδώ και αρκετούς μήνες στα βιβλιοπωλεία ολόκληρης της Γης. Άλλωστε, βρέθηκε πολύ κοντά στο Booker άλλες δύο φορές, με συνεπές αποτέλεσμα το όνομά του να μην είναι καθόλου άγνωστο στους λογοτεχνικούς κύκλους.
Ποιο όμως είναι το σημείο εκκίνησης του βραβευμένου μυθιστορήματος; Η υπόσχεση που δίνει η ετοιμοθάνατη μητέρα μίας λευκής οικογένειας στη μαύρη υπηρέτρια που την προσέχει: το μικρό σπιτάκι της φάρμας θα γίνει δικό της όταν η πρώτη φύγει από τη ζωή.
Βέβαια, αυτό είναι απλά μία επιθυμία η οποία όμως θα έρθει σε σύγκρουση με τις επιθυμίες των άλλων μελών της οικογένειας – άλλα θέλει ο μετανιωμένος pater familias, άλλα θέλουν τα «επαναστατημένα» παιδιά του, άλλα οι κοντινοί (και κάπως μοχθηροί) συγγενείς. Όλοι πάντως παλεύουν με τους οικογενειακούς -και όχι μόνο- δαίμονές τους σε μία νοτιοαφρικανική διήγηση που διαρκεί 32 ολόκληρα χρόνια, διατρέχοντας τις κοσμογονικές αλλαγές που είδε η χώρα από το 1986 έως το 2018.
O 58χρονος συγγραφέας, λοιπόν, βρέθηκε στην Αθήνα στα πλαίσια παγκόσμιας περιοδείας για το βιβλίο του και παραχώρησε συνέντευξη στο oneman.gr. Ακολουθεί ένα απόσπασμα.
Η υπόσχεση που δίνει η ετοιμοθάνατη μητέρα της λευκής οικογένειας Swart στη μαύρη υπηρέτρια Σαλώμη αποτελεί το πιο κομβικό σημείο του βιβλίου. Παρότι, όμως, το μυθιστόρημα έχει άπειρους αφηγητές, δεν ακούμε σχεδόν ποτέ τις σκέψεις της τελευταίας. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Το βιβλίο εστιάζει κατά κύριο λόγο στους λευκούς της Νοτίου Αφρικής – τον τρόπο που σκέφτονται, τις αξίες τους, και πάει λέγοντας. Αυτό είναι ένα δυστυχές γεγονός για την πατρίδα μου, αφού οι Λευκοί έχουν την τάση να αγνοούν επιδεικτικά τους μαύρους συμπατριώτες τους.
Πρόκειται για μία βασική αρχή που εδραιώθηκε κατά τα χρόνια του Απαρτχάιντ: δεν αναπτύσσεις σχέσεις με τους ανθρώπους που καταπιέζεις, γιατί σε διαφορετική περίπτωση το σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Θέλησα η σιωπή της Σαλώμης να είναι εύγλωττη, να έχει τη δική της «φωνή». Ήταν ο τρόπος μου ώστε να βιώσουν οι αναγνώστες στο πετσί τους αυτή τη φυλετική διάκριση και να νιώσουν κάπως συνένοχοι σε αυτό που συμβαίνει. Άλλωστε, το βιβλίο σε κάποιες κρίσιμες στιγμές γυρνά προς τους αναγνώστες και τους κατηγορεί για τα κακώς κείμενα που παρακολουθούμε.
«Αν δε γνώριζες τίποτα για αυτήν τη γυναίκα, είναι ίσως επειδή ποτέ δε θέλησες να μάθεις κάτι για αυτήν». Γνωρίζω καλά πως η Σαλώμη πολλές φορές μοιάζει με ένα «νεκρό σημείο» μέσα στο χάρτη της αφήγησης. Είχα όμως λόγο που το έκανα αυτό: θέλησα να μετατρέψω ένα πρόβλημα της πραγματική ζωής σε λογοτεχνικό προβληματισμό.
Υπάρχει κάποια άλλη θεματική που σε απασχόλησε έντονα για αυτό το βιβλίο;
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: εγώ είχα την τύχη να γεννηθώ σε μία προνομιούχα λευκή οικογένεια. Το Απαρτχάιντ ήταν ένα σύστημα που είχε στηθεί ακριβώς για κάποιον σαν και εμένα. Η ζωή μου συνεχίζει να είναι προνομιούχα. Φοβάμαι, όμως, ότι χωρίς κάποιες δραστικές αλλαγές θα βρεθούμε μπροστά σε πολύ άσχημες καταστάσεις.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη ΚΟΥΚΟΣ (@koukos1953)
Θα πρέπει πάντως να πω ότι δεν ήταν η πολιτική το βασικό θέμα στο οποίο ήθελα να απευθυνθώ μέσα από αυτό το βιβλίο μου. Προφανώς, ναι, παίζει ρόλο αλλά υπάρχει ένα πολύ πιο προσωπικό θέμα που με απασχόλησε: ο χρόνος.
Ήθελα να λειτουργήσει το γραπτό μου ως μία αντανάκλαση των όσων μας προκαλεί αυτό το μέγεθος: το πώς ο χρόνος αλλάζει το σώμα σου, το πρόσωπό σου, τις αρχές σου. Κατά κάποιο τρόπο ίσως βέβαια να αντανακλώ τα δικά μου συναισθήματα, αφού είμαι σχεδόν 60 χρονών και βρίσκομαι μετά τη μέση της ζωή μου πια. (Παράξενη σκέψη αυτή, έτσι δεν είναι;).
Συζητώντας με κάποιους φίλους σχετικά με το βιβλίο σου, αναφέρθηκαν κάποιες εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στην Υπόσχεση και το Καθώς ψυχορραγώ του William Faulkner. Μπορούμε να έχουμε ένα σχόλιο πάνω σε αυτό;
Οι φίλοι σου πρέπει να είναι πολύ καλά διαβασμένοι. Σκεφτόμουν συνεχώς το συγκεκριμένο μυθιστόρημα του Faulkner καθώς έγραφα το δικό μου. Έχει γραφτεί σε κριτικές πως η Υπόσχεση θυμίζει σε κάποιον βαθμό τη Βουή και τη Μανία του ίδιου συγγραφέα, αλλά η αλήθεια είναι πως το Καθώς ψυχορραγώ υπήρξε πολύ πιο καθοριστικό για αυτήν.
Ο William Faulkner υπήρξε μία πολύ σημαντική φιγούρα, μία τεράστια έμπνευση, ένα συγγραφικό είδωλο που ακολουθώ από τότε που ήμουν 20 χρονών. Μέχρι να γνωρίσω τη γραφή του με ενδιέφερε μονάχα η αφήγηση – και όχι το πως ένα μυθιστόρημα μπορεί να αφήσει την αφήγηση στην άκρη και να σπάσει την ίδια του τη φόρμα. Ήταν μία αποκάλυψη για μένα.
Μάλιστα, πρέπει να πω ότι έχω κάνει αρκετά «προσκυνήματα» στο σπίτι του Faulkner στον Μισισιπή.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας