Κόσμος

Οι ΗΠΑ πιέζουν την Ουκρανία για διαπραγματεύσεις;

Συναρθρώνονται πολιτικοί και στρατιωτικοί λόγοι που υπαγορεύουν στην Ουκρανία να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία

Από την έναρξη των πολεμικών εχθροπραξιών τον περασμένο Φεβρουάριο, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν λάβει σαφή θέση στο πλευρό της βαλλόμενης Ουκρανίας. Τον τελευταίο μήνα, ωστόσο, πυκνώνουν οι πρωτοβουλίες και οι δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων που αφήνουν το ανοιχτό το ενδεχόμενο της προετοιμασίας του εδάφους για τερματισμό των συγκρούσεων.

Πιο συγκεκριμένα, σε πρόσφατη συνομιλία τους, ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν καταλόγισε στον Ουκρανό πρόεδρο Β. Ζελένσκι αγνωμοσύνη, με βάση όσα είχαν μεταδοθεί από το ειδησεογραφικό δίκτυο NBC. Ο Ζελένσκι φέρεται να ζήτησε ένα πρόσθετο πακέτο στρατιωτικής βοήθειας ύψους ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, γεγονός που προκάλεσε την οργίλη αντίδραση του Μπάιντεν, ο οποίος τόνισε στον συνομιλητή του πως είναι αχάριστος.

Στην ακόμη πιο πρόσφατη κρίση που εκδηλώθηκε με τη ρίψη πυραύλων στο πολωνικό έδαφος και είχε ως τραγική συνέπεια την απώλεια δύο ανθρώπινων ζωών, ο Αμερικανός πρόεδρος διέψευσε τους ουκρανικούς ισχυρισμούς, σύμφωνα με τους οποίους οι πύραυλοι εκτοξεύθηκαν από τη Ρωσία. Ο Μπάιντεν διέψευσε, ταυτόχρονα, και Ευρωπαίους πολιτικούς που είχαν ευθυγραμμιστεί με την επίσημη θέση της Ουκρανίας. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ θεώρησε σχεδόν απίθανο αυτό το ενδεχόμενο και, μετά την έκτακτη σύσκεψη που συγκάλεσε ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, επιβεβαιώθηκε η αμερικανική θέση ότι οι πύραυλοι δεν ήταν ρωσικής αλλά ουκρανικής προέλευσης.

Σε ένα περισσότερο στρατιωτικό και επιχειρησιακό επίπεδο, ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών επανήλθε στην άποψη που εκφέρει εδώ και αρκετό καιρό, λέγοντας ότι οι Ρώσοι έχουν υποστεί σοβαρές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές  Ο επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου επαναλαμβάνει μια θέση που υποστηρίζει, εδώ και αρκετές εβδομάδες. Η θέση, που υποστηρίζει, ισχυρίζεται ότι είναι εδραιωμένη σε αντικειμενικά δεδομένα, σε δεδομένα στο πεδίο.

Πιο ειδικά, ο Μίλεï υποστηρίζει ότι το σύνολο των νεκρών Ρώσων στρατιωτών ανέρχεται στους 200.000 άνδρες και ότι, στρατιωτικά, είναι αδύνατον η Ουκρανία να επικρατήσει πλήρως.

Κατά τον Μίλεï, λοιπόν, δεν είναι μεγάλη «η πιθανότητα μιας ουκρανικής στρατιωτικής νίκης, της εκδίωξης των Ρώσων από όλη την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας» και συμπληρώνει ότι υπάρχει πάντοτε η πολιτική οδός, ότι «μπορεί να υπάρξει πολιτική λύση όπου, πολιτικά, οι Ρώσοι αποσύρονται, αυτό είναι δυνατόν».

Έτσι, συναρθρώνονται πολιτικοί και στρατιωτικοί λόγοι που υπαγορεύουν στην Ουκρανία να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία.

Βέβαια, υπάρχουν και αντίθετες προσεγγίσεις και ερμηνευτικές αναγνώσεις των δηλώσεων αυτών.  Ο Τζον Κίρμπι, όμως, εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ, υποστηρίζει, προχθές, με σαφήνεια ότι στην Ουκρανία εναπόκειται το πότε θα αρχίσουν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις: «Είπαμε επίσης ότι εναπόκειται στον Ουκρανό πρόεδρο κ. Ζελένσκι να πει εάν και πότε θα είναι έτοιμος για διαπραγματεύσεις και ποια μορφή αυτές θα λάβουν».

Αν ισχύουν οι έως τώρα συλλογισμοί, οι Ηνωμένες Πολιτείες ασκούν διακριτικές πιέσεις προς το Κίεβο για την έναρξη ειρηνικών διαπραγματεύσεων. Η Ουκρανία όμως, όπως τονίζει συνεχώς ο Ζελένσκι, υποστηρίζει ότι αυτό το ενδεχόμενο πρέπει να αποκλειστεί. Για την Ουκρανία, η διαπραγμάτευση συνεπάγεται συνθηκολόγηση και το επιχείρημα που επιστρατεύει έχει διατηρεί τη σημαντικότητά του: οι Ρώσοι δεν επιθυμούν πραγματικά διαπραγματεύσεις, αλλά επιδίδονται σε μία επικοινωνιακή μάχη, έως ότου ανασυγκροτήσουν τις δυνάμεις τους.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο