Είναι γνωστό ότι οι Κινέζοι είναι άνθρωποι μεγάλης υπομονής. Οι κινητοποιήσεις που εκτυλίσσονται δεν χρονολογούνται από χθες ή προχθές. Εδώ και αρκετές εβδομάδες, οι διαδηλώσεις αυξάνονται στην Κίνα ενάντια στους περιορισμούς που έχει επιβάλει η κυβέρνηση για την καταπολέμηση του Covid-19. Πολλοί διαδηλωτές ζητούν ακόμη και την παραίτηση του προέδρου Σι Τζινπίνγκ. Ο θυμός έχει αποκτήσει μια μαζικότητα και είναι έκδηλος στις διαμαρτυρίες, παρά τη χρήση λευκών χαρτιών.
Ένας λόγος για τον θυμό αυτό είναι αναμφίβολα η πολιτική του μηδενικού covid, που ακολουθεί εδώ και καιρό η κυβέρνηση. Τα αυστηρά μέτρα εγκλεισμού οδηγούν τους πολίτες να βγαίνουν στους δρόμους και να ζητούν την αναστολή τους ή, έστω, τη δραστική ελαστικοποίησή τους. Οι δρόμοι στο Πεκίνο, τη Σαγκάη και την Γουχάν γεμίζουν από διαδηλωτές που ζητούν την αναστολή αυτών των απαγορευτικών μέτρων που έχουν καθηλώσει εκατομμύρια ανθρώπους στο σπίτι τους, σε μια κατάσταση γενικευμένης καραντίνας.
Συμφυής είναι ο παράγοντας της κοινωνικής κόπωσης. Μετά τρία σχεδόν χρόνια από την πρώτη εμφάνιση του ιού στην πόλη Γουχάν, οι κινεζικές αρχές συνεχίζουν να επιβάλουν μαζικά και παρατεταμένα μέτρα κατ’ οίκον περιορισμού, τα οποία επαυξάνονται μετά τον εντοπισμό του παραμικρού κρούσματος. Η κόπωση, ατομική και συλλογική, είναι αναπόφευκτη. Ο ιός έλαβε πανδημικά γνωρίσματα και καλό θα ήταν να θυμηθούμε τις δικές μας αντιδράσεις όποτε ήταν επιβεβλημένη η λήψη μέτρων κοινωνικού περιορισμού και κοινωνικής απόστασης.
Ένας τρίτος λόγος ήταν και παραμένει η καθεστωτική λογοκρισία ενάντια σε οποιαδήποτε ομάδα πολιτών ή κοινωνική ομάδα αποτολμούσε να διαμαρτυρηθεί για την αυστηρότητα και τη διάρκεια των κυβερνητικών μέτρων. Οι πολίτες αυτοί στοχοποιούνταν ως «άφρονες» από το καθεστώς και κάθε μορφή διαμαρτυρίας οδηγούσε στην καθεστωτική στηλίτευσή τους και εντέλει στη λογοκρισία.
Ένας σημαντικός λόγος είναι η σταδιακή πολιτικοποίηση του κινήματος που ξεδιπλώνεται τούτες τις μέρες στο εσωτερικό της δεύτερης παγκόσμιας δύναμης. Πριν από δύο ή τρία χρόνια, δεν ακούγονταν συνθήματα για την ανάγκη εκχώρησης πληρέστερων δημοσίων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών. Πιο πρόσφατα, στις παραμονές του εικοστού τακτικού συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας και της εδραίωσης της ηγεμονίας του Σι Τζινπίγνγκ, ορισμένες κοινωνικές δυνάμεις που διαδήλωσαν σε επαρχιακές πόλεις, έθεσαν κάποια πολιτικά ζητήματα, ιδίως σε αναφορά με το επίπεδο των ατομικών δικαιωμάτων.
Πλέον, όμως, η αντίδραση έχει πάρει μια αντικαθεστωτική χροιά και ένα αντικομμουνιστικό προσανατολισμό. Οι διαδηλωτές δεν ζητούν μόνο περισσότερα δικαιώματα. Μιλούν ανοιχτά για ελευθερία και απαλλαγή από την τυραννία του Κομμουνιστικού Κόμματος και του προέδρου Σι Τζινπίνγκ.
Η πολιτικοποίηση του κινήματος είναι πλέον δεδομένη. Αυτό δηλώνει ότι το κίνημα των διαμαρτυριών έχει προχωρήσει, έχει γυρίσει σελίδα. Ο πρόεδρος Σι είναι ένα έμπειρο και ηγετικό πολιτικό στέλεχος. Δεν μπορεί συνεπώς παρά να διαπιστώνει την κρισιμότητα της έκρυθμης κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης. Η απάντηση δεν μπορεί, πια, παρά να είναι πολιτική, καθεστωτική.