Ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, επιστράτευσε δύο φορές τη ρητορική περί απαοναζιστικοποίησης για να υπάρξουν δίαυλοι επικοινωνίας με την ουκρανική πλευρά. Μετά δέκα μήνες εχθροπραξιών, η Μόσχα θέτει σε λειτουργία την αναχρονιστική ρητορική της αποναζιστικοποίησης του ουκρανικού λαού.
Στην οπτική του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας, «όσον αφορά τη διάρκεια της σύγκρουσης, η μπάλα βρίσκεται στο πλευρό του καθεστώτος στο Κίεβο και την Ουάσιγκτον που μπορεί να τερματίσει την παράλογη αντίσταση ανά πάσα στιγμή. (…) Οι προτάσεις μας για την αποστρατιωτικοποίηση και την αποναζιστικοποίηση των εδαφών που ελέγχονται από το (ουκρανικό) καθεστώς, την εξάλειψη των απειλών για την ασφάλεια της Ρωσίας που πηγάζουν από αυτά, συμπεριλαμβανομένων των νέων εδαφών μας, είναι καλώς εγνωσμένες από τον εχθρό».
Θα περίμενε κάποιος μεγαλύτερο πλούτο ιδεών και επιχειρημάτων από τη ρωσική πλευρά και, ιδιαίτερα, από τη ρωσική προπαγανδιστική μηχανική. Οι δηλώσεις του Σ. Λαβρόφ περί «αποναζιστικοποίησης» επιστρέφουν τη σημερινή συζήτηση στο σημείο, στο οποίο βρισκόταν πριν από δέκα μήνες, όταν είχε προωθηθεί αυτό το αφήγημα από τον Ρώσο πρόεδρο Β. Πούτιν και τους συνεργάτες του.
Πρόκειται για έναν όρο, που δεν κατάφερε να ευοδωθεί, στο βαθμό τουλάχιστον που περίμενε η ρωσική πλευρά, με τον καθημερινό «βομβαρδισμό» από τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης για κατοχή του ουκρανικού εδάφους από νεοναζί.
Αυτό το σχήμα δεν συνεπήρε τη ρωσική κοινή γνώμη, η οποία δεν πείσθηκε, στον αναμενόμενο βαθμό, για την επικυριαρχία νεοναζιστικών πολιτικών δυνάμεων στο ουκρανικό έδαφος. Το ουκρανικό Σβόποντα δεν υπερβαίνει το 3% και το σύνολο των ουκρανικών πολιτικών δυνάμεων, που θα μπορούσαμε να εντάξουμε στην άκρα δεξιά του κομματικού συστήματος, δεν ξεπερνά το 4 – 5%.
Αυτό που θα μπορούσε ενδεχομένως να πείσει τους Ρώσους αλλά και μερίδα της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, είναι το ιστορικό παρελθόν της Ουκρανίας ή, ορθότερα, τμήματος των Ουκρανών. Εκεί επένδυσε πολλές πολιτικές ελπίδες επιβεβαίωσης και αποδοχής και απέτυχε. Πράγματι, το καλοκαίρι του 1941, όταν η Γερμανία εισέβαλε στη Σοβιετική Ουκρανία, ο ουκρανικός πληθυσμός βρέθηκε διχασμένος μεταξύ Ουκρανών που πολέμησαν στον Κόκκινο Στρατό και άλλων που προσχώρησαν στο πλευρό της Γερμανίας. Το δυτικό μέρος κινήθηκε προς την πλευρά των Γερμανών κατακτητών.
Αλλά η πολιτική και ιδεολογική χρήση των ιστορικών γεγονότων, ιδιαίτερα αυτών που σχετίζονται με ναζιστικές αθλιότητες, έχει τοποθετηθεί στο περιθώριο της κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης και, σε μεγάλο βαθμό, των Ρώσων. Περισσότερο ευφάνταστα επιχειρήματα αναμένονται λοιπόν από το νεοεθνικιστικό πνευματικό επιτελείο του Πούτιν.