Ο Τζέισον Άρντει, που διαγνώστηκε με αδυναμίες και διαταραχές που τον κατέτασσαν στο φάσμα του αυτισμού, δεν μπορούσε να μιλήσει μέχρι τα 11 του χρόνια και μέχρι τα 18 δεν μπορούσε να γράψει, ούτε να διαβάσει. Τώρα, είναι ο νεότερος μαύρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ.
Τον επόμενο μήνα θα αναλάβει καθήκοντα καθηγητή κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης στο Κέιμπριτζ και ελπίζει ότι η ιστορία του θα εμπνεύσει και άλλους από υποεκπροσωπούμενα περιβάλλοντα να προχωρήσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. «Το έργο μου επικεντρώνεται κυρίως στο πώς μπορούμε να ανοίξουμε τις πόρτες σε περισσότερους ανθρώπους από υποεκπροσωπούμενα περιβάλλοντα και να εκδημοκρατίσουμε πραγματικά την τριτοβάθμια εκπαίδευση», δήλωσε, όπως μετέδωσε ο Guardian. «Ελπίζω ότι η παρουσία μου σε ένα μέρος όπως το Κέιμπριτζ να μου δώσει τη δυνατότητα να ηγηθώ αυτής της ατζέντας σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο».
Ο Άντρει υπογραμμίζει τη σημασία του πράττειν ώστε αυτές οι αλλαγές να πάρουν «σάρκα και οστά». «Το να μιλάς γι’ αυτό είναι πράγμα, το να το κάνεις είναι αυτό που έχει σημασία. Το Κέμπριτζ κάνει ήδη σημαντικές αλλαγές και έχει επιτύχει κάποια αξιοσημείωτα επιτεύγματα στην προσπάθεια αλλαγής του τοπίου, αλλά υπάρχουν πολλά ακόμη που πρέπει να γίνουν – εδώ και σε ολόκληρο τον τομέα», τόνισε.
Ποιος είναι ο Τζέισον Άρντει
Ο Άρντει γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Clapham του νότιου Λονδίνου και ήταν ένα από τα τέσσερα παιδιά. Μέχρι την ηλικία των 11 ετών χρησιμοποιούσε τη νοηματική γλώσσα και μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας πέρασε με λογοθεραπευτές. Στην οικογένειά του είπαν ότι ήταν πιθανό να χρειαστεί δια βίου υποστήριξη, αλλά εκείνος διέψευσε τα όποια σενάρια.
Η μητέρα του έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης και των δεξιοτήτων του. Τον εισήγαγε σε ένα ευρύ φάσμα μουσικής με την ελπίδα ότι αυτό θα βοηθούσε στην κατανόηση της γλώσσας.
Με την υποστήριξη του μέντορά του, καθηγητή στο κολέγιο και φίλου του Σάντρο Σάντρι, ο Άρντει άρχισε τελικά να διαβάζει και να γράφει στα τέλη της εφηβείας του. Στη συνέχεια πήρε πτυχίο στη φυσική αγωγή και τις εκπαιδευτικές σπουδές από το Πανεπιστήμιο του Surrey, προτού εκπαιδευτεί ως καθηγητής φυσικής αγωγής.
Το γεγονός ότι μεγάλωσε σε μια σχετικά μειονεκτική περιοχή και στη συνέχεια εργάστηκε ως δάσκαλος σε σχολείο, όπως λέει, τον έκαναν να δει τις συστημικές ανισότητες που αντιμετωπίζουν οι νέοι που ανήκουν με μειονότητες στον τομέα της εκπαίδευσης. Στα 22 του αποφάσισε να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές και μίλησε με τον μέντορά του γι’ αυτό. «Μου είπε: “Νομίζω ότι μπορείς να το κάνεις αυτό – νομίζω ότι μπορούμε να τα βάλουμε με τον κόσμο και να κερδίσουμε”».
Το πρωί εργαζόταν ως εκπαιδευτικός στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και το βράδυ έκανε ακαδημαϊκές εργασίες και μελετούσε κοινωνιολογία. «Όταν άρχισα να γράφω ακαδημαϊκές εργασίες, δεν είχα ιδέα τι έκανα. Δεν είχα μέντορα και κανείς δεν μου έδειξε ποτέ πώς να γράφω. Ό,τι υπέβαλα απορρίφθηκε. Η διαδικασία της αξιολόγησης ήταν τόσο σκληρή, που ήταν σχεδόν αστεία, αλλά την αντιμετώπισα ως εμπειρία μάθησης και, παραδόξως, άρχισα να την απολαμβάνω», αναφέρει.
Μετά από δύο μεταπτυχιακά και ένα διδακτορικό, ο Άρντει είναι έτοιμος να γίνει καθηγητής κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης στο Κέιμπριτζ.
Το μήνυμα από τη ιστορία του, όπως τόνισε ο ίδιος, είναι ότι «όλα είναι δυνατά». «Ήξερα ότι δεν είχα τα απαραίτητα τεράστια ποσά ταλέντου, αλλά ήξερα πόσο πολύ το ήθελα και πόσο σκληρά ήθελα να δουλέψω». Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να εξαρτάται μόνο από την ατομική προσπάθεια – το σύστημα έπρεπε επίσης να αλλάξει, τονίζει.
Με πληροφορίες BBC & Guardian