Είναι κοινός τόπος ότι στη χώρα μας το τρένο θεωρείται από εκπροσώπους του πολιτικού συστήματος ως ο «φτωχός συγγενής» των μαζικών μέσων μεταφοράς, ως ο αδικημένος των μεταφορικών δικτύων. Ένα κατά κανόνα φιλικό προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο μέσο, χωρίς ακραίες οικονομικές επιβαρύνσεις, δεν έτυχε πάντοτε της καλύτερης μεταχείρισης από τους κυβερνώντες μας διαχρονικά, ανεξάρτητα από το ιδεολογικό πρόσημο και τους κομματικούς προσανατολισμούς της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Γενική, ωστόσο, είναι η αίσθηση ότι, τα τελευταία 3,5 χρόνια της διακυβέρνησης του τόπου από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη, η υπουργική αντιμετώπιση του μέσου είχε αρχίσει να τροποποιείται, να αλλάζει, βαδίζοντας στα χνάρια ορισμένων φωτεινών προσπαθειών του παρελθόντος. Στοιχειώδης γνώση του έργου του βουλευτή Σερρών κ. Κώστα Καραμανλή στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών μαρτυρεί άλλωστε μια ιδιαίτερη μέριμνα για την αναβάθμιση των τρένων μας και για την απόκτηση νέου «στόλου» που θα εκσυγχρονίσει πραγματικά και ουσιαστικά τον υφιστάμενο.
Η σημερινή παραίτηση του Κώστα Καραμανλή από τη θέση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μοιραίο ήταν λοιπόν να προκαλέσει ένα «ξάφνιασμα» στους πολίτες. Ολιγωρίες και κακοτεχνίες δεκαετιών είναι αδύνατον να βαραίνουν πολιτικά τις ευθύνες ενός νέου ανθρώπου που ανέλαβε υπουργικά καθήκοντα πριν από ελάχιστα χρόνια. Οι προσπάθειες του κ. Καραμανλή ήταν, αν μη τι άλλο, ειλικρινείς και σοβαρές. Για αυτόν τον λόγο, ξάφνιασε τους πολίτες η αναφορά του πρώην Υπουργού ότι οι προσπάθειες αυτές «δεν ήταν αρκετές για να αποτρέψουν ένα τέτοιο δυστύχημα. Κι αυτό είναι πολύ βαρύ για όλους μας και για εμένα προσωπικά».
Ο κ. Κώστας Καραμανλής παραιτήθηκε, σηκώνοντας στις πλάτες του αβλεψίες και σφάλματα δεκαετιών και καθιστώντας κατά γενική ομολογία, με την αποχώρησή του, τον πολιτικό διάλογο στον τόπο μας λιγότερο απαιτητικό μα και περισσότερο ευάλωτο σε απόπειρες εκχυδαισμού, παλαιού και νέου τύπου.