Στην πρεμιέρα της τρίτης συναπτής θητείας του στην προεδρία της Κίνας, ο Σι Τζινπίνγκ δίνει «σήμα» ότι το Πεκίνο εξέρχεται κυριολεκτικά και μεταφορικά από την απομόνωση που σημάδεψε τα χρόνια της πολιτικής «μηδενικής Covid», επιχειρώντας να προτάξει την κινεζική ηγεσία και «σοφία» ως την εναλλακτική λύση σε μία παγκόσμια τάξη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Παγκόσμια τάξη, η οποία κατά το κινεζικό «κατηγορώ» οδηγεί τον κόσμο προς ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Για μία «μάχη αφηγημάτων για το μέλλον της παγκόσμιας τάξης» κάνει λόγο ο Γιουν Σουν, επικεφαλής του προγράμματος για την Κίνα στο εδρεύων στην Ουάσινγκτον ερευνητικό ινστιτούτο Stimson Center. «Η Κίνα λέει ότι ο κόσμος έχει περιέλθει σε χάος επειδή η ηγεσία των ΗΠΑ απέτυχε», αναφέρει «ακτινογραφώντας» το δόγμα της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής.
Η Κίνα, η οποία επί σειρά ετών διαδραμάτιζε δευτερεύοντα ρόλο στην περιοχή της Μέσης, αιφνιδίως βρέθηκε «εν μία νυκτί» να αποκτά ρόλο ισχύος με μία καίρια συμφωνία μεταξύ της σουνιτικής Σαουδικής Αραβίας και του σιιτικού Ιράν, η οποία θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο στον Λίβανο, τη Συρία, το Ιράκ και κυρίως την Υεμένη. «Το επίτευγμα της Κίνας, την ‘ανεβάζει’ διπλωματική κατηγορία και επισκιάζει ο,τιδήποτε μπόρεσαν να επιτύχουν οι ΗΠΑ στην περιοχή αφότου ανέλαβε ο Τζο Μπάιντεν», σημειώνει η Έιμι Χόουθορν, υποδιευθύντρια έρευνας στο εδρεύων στις ΗΠΑ Project on Middle East Democracy.
Δημοσίως η Ουάσινγκτον χαιρέτισε τη δρομολογούμενη διπλωματική επαναπροσέγγιση Σαουδικής και Ιράν χωρίς να εκφράζει έκδηλη ανησυχία για το ρόλο του Πεκίνου, ενώ σύμβουλοι της κυβέρνησης Μπάιντεν στο παρασκήνιο επιχειρούσαν να αποκρούσουν τις ερμηνείες ότι συνιστά διάβρωση της αμερικανικής επιρροής δεκαετιών στη Μέση Ανατολή.
Πάντως, οι αναλυτές συγκλίνουν ότι την παρούσα στιγμή οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν ανάλογη συμφωνία. Χωρίς να διαφαίνεται επιστροφή στη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και με τις αμερικανικές κυρώσεις να συνεχίζουν να «δαγκώνουν», το Ιράν στραφηκε αρχικά στη Ρωσία (την οποία όχι μόνο προμηθεύει με drone-«καμικάζι», αλλά αναλαμβάνει και να αντιγράψει για λογαριασμό της αμερικανικά όπλα που πέφτουν σε ρωσικά χέρια στην Ουκρανία) και στη συνέχεια στην Κίνα -με τις τρεις χώρες σταθερά και πολυεπίπεδα να εμβαθύνουν τις σχέσεις τους απέναντι στη Δύση.
Η επιτυχής μεσολάβηση για την αποκατάσταση των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας και Ιράν σηματοδοτεί ότι η Κίνα «μπαίνει στα βαθιά» αμφισβητώντας τη μονοκρατορία των Ηνωμένων Πολιτειών στο πεδίο της επίλυσης κρίσεων -και όχι μόνο στη Μέση Ανατολή, όπου και εκμεταλλεύθηκε το κενό που έχει αφήσει η φθίνουσα αμερικανική επιρροή.
«Πρόκειται για την πλέον πρόσφατη υπενθύμιση ότι ο ανταγωνισμός μαίνεται σε παγκόσμιο επίπεδο», επισημαίνει η Μάρα Ράντμαν, εκτελεστική αντιπρόεδρος στο Center for American Progress και πρώην απεσταλμένη των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή επί διακυβέρνησης Ομπάμα. «Δεν περιορίζεται σε καμία περίπτωση στον Ινδο-Ειρηνικό, όπως δεν περιορίζεται αποκλειστικά στην οικονομία, την ασφάλεια ή τη διπλωματία», υπογραμμίζει.
Σχετικά «δείγματα γραφής» έχει στείλει το Πεκίνο και με το κείμενο 12 σημείων που δημοσιοποίησε πρόσφατα για τον πόλεμο στην Ουκρανία· παρότι απέχει μακράν από το να μπορέσει να εκληφθεί ως ειρηνευτικό σχέδιο -δεδομένου ότι καλεί μεν σε σεβασμό της ουκρανικής κυριαρχίας, αλλά όχι στην απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων-, στοχεύει να παρουσιάσει την Κίνα ως εν δυνάμει μεσολαβήτρια δύναμη στα μάτια χωρών, κυρίως στη Μέση Ανατολή, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, που δεν συντάσσονται με τον Πούτιν, αλλά βλέπουν τους εαυτούς τους περισσότερο ζημιωμένους σε οικονομικό επίπεδο από την αποφασιστική γραμμή που ακολουθεί η Δύση.
Ο Κινέζος πρόεδρος αναμένεται προσεχώς, ίσως και την επόμενη εβδομάδα στη Μόσχα, για συνομιλίες με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώ φέρεται να εξετάζεται και το ενδεχόμενο να έχει τηλεδιάσκεψη με τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, βάσει δημοσιευμάτων του ξένου Τύπου. Μένει να διαφανεί εάν στο Κρεμλίνο ο Σι Τζινπίνγκ θα «παρουσιαστεί» ως μεσολαβητής ή σύμμαχος -και σε ποιο βαθμό- της ρωσικής ηγεσίας, στο πλαίσιο μίας επίσκεψης στην οποία θα καρφώσει το βλέμμα η διεθνής διπλωματία.