Δημογραφική κάμψη παρουσιάζει η κινεζική κοινωνία και η πολιτική ηγεσία της χώρας προετοιμάζεται να ανακοινώσει μέτρα εναντίον της δημογραφικής γήρανσης, που η ίδια προκάλεσε με την πολιτική του οικογενειακού προγραμματισμού.
Η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου βρίσκεται ένα βήμα πριν από το επίσημο πληθυσμιακό προβάδισμα της Ινδίας, αφού αυτή έχει ήδη πλησιάσει σε απόσταση αναπνοής με 1,408 δισεκατομμύρια πληθυσμό έναντι 1,412 δισεκατομμύρια Κινέζους. Αναφορικά, δε, με το ποσοστό γεννήσεων, αυτό μειώθηκε πέρυσι στις 6,77 γεννήσεις ανά 1.000 άτομα, από 7,52 γεννήσεις το 2021. Είναι το χαμηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί.
Η κυβέρνηση του Σι Τσιπίνγκ φαίνεται, ωστόσο, ότι είναι ιδιαίτερα προβληματισμένη από την απώλεια εσόδων, που δημιουργείται από την δημογραφική αναστάτωση. Όπως αναφέρεται από το πρακτορείο ειδήσεων «Reuters», «οι δημογράφοι προειδοποιούν ότι η Κίνα θα γεράσει πριν γίνει πλούσια, καθώς το εργατικό δυναμικό της συρρικνώνεται και οι υπερχρεωμένες τοπικές κυβερνήσεις ξοδεύουν περισσότερα για τον ηλικιωμένο πληθυσμό τους».
Οι Κινέζοι ειδικοί επισημαίνουν ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται δημογραφική πτώση κατά τα τελευταία εξήντα χρόνια. Η τελευταία δημογραφική συρρίκνωση καταγράφεται από την εποχή του Μεγάλου Λιμού το 1961.
Η δυσάρεστη αυτή εξέλιξη οδηγεί το ολοκληρωτικό καθεστώς να επαναχαράξει την δημογραφική πολιτική του. Το ΚΚ Κίνας διέπραξε το λάθος που έχουν διαπράξει πολλές κυβερνήσεις στο παρελθόν, οι οποίες υπέκυψαν στον πειρασμό του οικογενειακού προγραμματισμού. Στην κινεζική περίπτωση, επιβλήθηκε η πολιτική της οικογένειας με ένα παιδί, η πληθυσμιακή άνοδος αναχαιτίστηκε πρόσκαιρα και, μετά από τρεις δεκαετίες, η χώρα βρίσκεται μπροστά σε ραγδαία πληθυσμιακή ύφεση εξαιτίας της «εύκολης» δημογραφικής πολιτικής που η ίδια επέλεξε Οι αρχές αύξησαν το όριο σε τρία το 2021, αλλά ακόμη και κατά τη διάρκεια της παραμονής στο σπίτι τους καιρούς COVID-19 τα ζευγάρια ήταν απρόθυμα να κάνουν μωρά.
Τα κυριότερα αίτια, που σχετίζονται με το φαινόμενο, είναι κυρίως οικονομικά, με σπουδαιότερα την ανεργία και το εξασθενημένο εισόδημα. Σημαντικοί παράγοντες είναι, ακόμη, οι ανισότητες ανάμεσα στα δύο φύλα, η αρκετά αρνητική πρόσληψη της γυναίκας και της θέσης της στην οικογένεια, το υψηλό κόστος της παιδικής φροντίδας, καθώς και η υποχρηματοδότηση της κοινωνικής πολιτικής που οδηγεί σε υψηλότερη δαπάνη για την φροντίδα των γονέων.
Οι συστάσεις που έχουν κατατεθεί για την ενίσχυση των ποσοστών γεννήσεων, υπερβαίνουν τις είκοσι, αλλά φρονιμότερο φαίνεται για την κυβέρνηση να φροντίσει, σε έναν πρώτο χρόνο, να επιβραδυνθεί η μείωση του πληθυσμού και η άρση της πολιτικής του οικογενειακού προγραμματισμού είναι ένα μέτρο που κινείται σε αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση.