Λένε πως δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία για να κάνεις μια καλή πρώτη εντύπωση… Ο Σακίλ ΜακΚίσικ φαίνεται να το είχε κατά νου αυτό όταν έδινε τα χέρια και συμφωνούσε να φορέσει τα ερυθρόλευκα, βαθιά μέσα στη σεζόν, τον Μάρτη του 2020.
Ντεμπούτο στο πάντα αφιλόξενο Τελ Αβίβ κόντρα στην Μακάμπι με 14 πόντους (6/9 σουτ), 3 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα και 1 ασίστ. Μόνη μουντζούρα τα 5 λάθη, δείγμα της νευρικότητας για την παρθενική παρουσία σε επίπεδο Euroleague, αλλά και της υπερβολικής ενέργειας και επιθυμίας να κάνει πολλά και γρήγορα στο παρκέ για τη νέα του ομάδα.
Λίγες μέρες μετά ήρθε το παρθενικό (νικηφόρο 81-78) ντέρμπι αιωνίων στο ΣΕΦ. 22 πόντοι (10/18 σουτ), 3 ριμπάουντ και 1 ασίστ! Με πολλούς από τους πόντους αυτούς να προέρχονται από εκκωφαντικά καρφώματα στην πράσινη ρακέτα, μετά από αστραπιαίο πρώτο βήμα που προκάλεσε εφιάλτες στους παίκτες του Παναθηναϊκού και… ηδόνισε το ΣΕΦ.
Δεν ήθελε και πολύ ο ΜακΚίσικ να συστηθεί στην ερυθρόλευκη κερκίδα ως Shaq Attack και να κλέψει την καρδιά των οπαδών. Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Γιαννούκος στο ”ΤΟ10.GR”, μια σχέση η οποία ξεκίνησε τόσο καλά, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση πως κλείνει ήδη μια τριετία με ορίζοντα άμεσης ανανέωσης.
Αυτό που πρέπει να μας κάνει εντύπωση είναι ο ίδιος ο Αμερικανός που αν και πάτησε στο παρκέ του ΣΕΦ σε ηλικία 30 χρονών, με παγιωμένο το παιχνίδι του, δούλεψε σαν 18άρης υπό τις οδηγίες του Γιώργου Μπαρτζώκα και εξελίχθηκε ραγδαία και εντυπωσιακά.
Από ένα άγριο άλογο που κάλπαζε στο παρκέ και έτρεχε δίχως αύριο και δίχως ιδιαίτερη μπασκετική τακτική, εξελίχθηκε σταδιακά σε μια… σκεπτόμενη δύναμη της φύσης, με λιγότερα αλλά πιο σωστά τρεξίματα, με διοχέτευση ενέργειας και στην άμυνα και ικανοποιητική βελτίωση του μακρινού σουτ.
Και όταν όλα αυτά έρχονται στο πακέτο ενός μετρημένου χαρακτήρα, οικογενειάρχη, που ζει για το μπάσκετ, υποτάσσει το εγώ του κάτω από το σύνολο και απολαμβάνει κάθε λεπτό στο παρκέ και κάθε ημέρα του στην Ελλάδα, τότε τι άλλο μπορεί να ζητήσει ένας προπονητής.
Φέτος υπάρχει η αίσθηση ότι βλέπουμε τον πιο ώριμο και αποτελεσματικό ΜακΚίσικ στα τρία αυτά χρόνια. Στην αρχή μπορεί να ζορίστηκε να βρει ακριβώς τη θέση του στο ροτέισον του κόουτς Μπαρτζώκα, ο οποίος έπρεπε να δώσει αρκετό χρόνο στον Κάναν για να ενταχθεί στην ομάδα, αλλά όσο περνούσαν τα ματς, βλέπαμε την άνοδό του.
Πλέον έχει φτάσει σε σημείο να μπαίνει στο γήπεδο συνήθως στο δεύτερο δεκάλεπτο μαζί με τους Σλούκα και Λαρεντζάκη στα γκαρντ και να είναι πραγματική δύναμη πυρός. Τόσο με το κάθετο παιχνίδι του που τιμωρεί τις αλλαγές στα μαρκαρίσματα, όσο και με τα χέρια που βάζει συνεχώς πάνω στην μπάλα πιέζοντας τα αντίπαλα γκαρντ μέχρι… σκασμού.
Στα τρία τελευταία ματς κόντρα σε Μπαρτσελόνα Μπάγερν και Ζαλγκίρις, έχει κατά μέσο όρο 22 λεπτά συμμετοχής, 16.3 πόντους με 72.7% στο δίποντο (8/11) και 63.6% στο τρίποντο (7/11), 1 ριμπάουντ, 3 ασίστ για 1.3 λάθη, περισσότερα από 3 κερδισμένα φάουλ και 18.3 PIR ανά ματς! Με σωστές αποφάσεις για το πότε να επιτεθεί στα αργά πόδια αντιπάλων, πότε να ψάξει την πάσα και πότε να πάρει το ελεύθερο σουτ που ρισκάρει πάντα κάθε αντίπαλη άμυνα μαζί του.
Σημαντικό ρόλο σε όλο αυτό έχουν παίξει και οι δύο αρχηγοί του Ολυμπιακού, ο Σλούκας με τον Παπανικολάου που έχουν περάσει πολλές ώρες με τον Αμερικανό με συζητήσεις και συμβουλές πάνω στο παιχνίδι του, όπως αποκάλυψε μάλιστα πρόσφατα ο ίδιος ο ΜακΚίσικ για τον Σλούκα.
Ο Αμερικανός στα 32 του πλέον, δεν κρύβει πως θέλει ένα ακόμα καλό συμβόλαιο με τον Ολυμπιακό, όντας μέλος σε μια πραγματική οικογένεια που τα μέλη της απολαμβάνουν να περνούν χρόνο και εντός και εκτός παρκέ Μιας ομάδας που δουλεύει με υψηλό επαγγελματισμό και δείχνει την ποιότητα και την εξειδίκευση του προπονητικού σταφ, η οποία βελτιώνει παίκτες και χτίζει καριέρες κάνοντάς την ιδανικό προορισμό για κάθε επαγγελματία μπασκετμπολίστα