Nέα της αγοράς

Ξεκίνησε από σιδηρόδρομους, την εμπιστεύτηκαν οι πλούσιοι του κόσμου: Τέλος εποχής για μια τράπεζα 167 ετών

Πραγματικά, η Credit Suisse είχε μια ιστορία 167 χρόνων, η οποία ξεκίνησε το 1856 με την Schweizerische Kreditanstalt (SKA), που στήθηκε για να χρηματοδοτήσει την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου και την εκβιομηχάνιση της Ελβετίας.

Οι ελβετικές αρχές κάνουν μεγάλη προσπάθεια να τονίσουν ότι η εξαγορά της Credit Suisse από τη UBS αντί 3 δισ. ελβετικών φράγκων (η οποία στηρίζεται από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας με δάνειο έως και 100 δισ. ελβετικών φράγκων καθώς και από κρατικές εγγυήσεις έως 9 δισ. ελβετικών φράγκων) αποτελεί ένα deal του ιδιωτικού τομέα και όχι μια κρατική διάσωση. Ανεξάρτητα από τις λεπτομέρειες της συμφωνίας, η μεγάλη εικόνα είναι αυτή την οποία περιγράφει ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της Allianz, Mohamed El-Erian.

«Η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας –μια τράπεζα που άνοιξε τις πόρτες της το 1856 και ήταν μία από τις 30 συστημικά σημαντικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο- δεν θα υπάρχει πια ως ανεξάρτητη».

Πραγματικά, η Credit Suisse είχε μια ιστορία 167 χρόνων, η οποία ξεκίνησε το 1856 με την Schweizerische Kreditanstalt (SKA), που στήθηκε για να χρηματοδοτήσει την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου και την εκβιομηχάνιση της Ελβετίας.

Εκτός από δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, η Credit Suisse είναι επίσης η τράπεζα στην οποία έχουν εμπιστευτεί μεγάλο μέρος της περιουσίας τους πολλοί από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, καθώς προσφέρει διεθνείς υπηρεσίες investment banking.

Με περισσότερα από 150 γραφεία σε 50 χώρες, η Credit Suisse αποτελεί ιδιωτική τράπεζα για ένα μεγάλο αριθμό επιχειρηματιών, πλουσίων και επιχειρήσεων.

Στα τέλη του 2022, απασχολούσε περισσότερα από 50.000 άτομα, τα 17.000 εκ των οποίων στην Ελβετία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα ακολουθήσουν σημαντικές απολύσεις.

Πώς έφτασε ως εδώ

Μία σειρά σκανδάλων τα προηγούμενα χρόνια, αλλαγές σε ανώτατο μάνατζμεντ και απώλειες πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων σε συνδυασμό με εσφαλμένες στρατηγικές ευθύνονται για τα σημερινά προβλήματα του ελβετικού τραπεζικού κολοσσού με την ιστορία των 167 ετών.

To 2014, η τράπεζα δήλωσε ένοχη στο ότι επέτρεψε σε Αμερικανούς πελάτες της να φοροδιαφύγουν, με αποτέλεσμα να δεχθεί πρόστιμο 2,6 δισ. δολαρίων από τις αμερικανικές αρχές.

Το 2020, ο τότε CEO της, Tidjane Thiam, παραιτήθηκε, έπειτα από δύο σκάνδαλα εταιρικής κατασκοπείας στα οποία ενεπλάκησαν υψηλόβαθμοι υπάλληλοί της.

Το sell off σε μετοχές της Credit Suisse άρχισε το 2021, πυροδοτούμενο από τις τεράστιες ζημίες που συνδέονται με την κατάρρευση της επενδυτικής εταιρείας Archegos και της εταιρείας χρηματοδότησης αλυσίδων προσφοράς Greensill Capital.

Tον Ιανουάριο του 2022, ο πρόεδρός της, António Horta-Osório, παραιτήθηκε από τη θέση του, επειδή παραβίαση τους περιορισμούς κατά του κορωνοϊού μόλις οκτώ μήνες αφότου προσελήφθη για να οδηγήσει την προβληματική τράπεζα στην ανάκαμψη.

Πέρυσι τον Ιούλιο, ο διευθύνων σύμβουλος και ειδικός σε θέματα αναδιάρθρωσης  Ulrich Körner, ανακοίνωσε πρόγραμμα εξυγίανσης, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να εξασφαλίσει τη στήριξη των επενδυτών.

Οι φήμες ότι επίκειται κατάρρευση της τράπεζας, που διαδόθηκαν κυρίως μέσω των social media, πέρυσι το φθινόπωρο, πυροδότησαν εκροές κεφαλαίων που έφθασαν στο τέταρτο τρίμηνο του 2022 τα 120 δισ. δολάρια, με τις ζημίες της για την περυσινή οικονομική της χρήση στα 7,9 δισ. δολάρια.

Την περασμένη Τετάρτη, η Saudi National Bank, ο μεγαλύτερος μέτοχος της ελβετικής τράπεζας, ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε νέα ένεση κεφαλαίου. Η μετοχή της Credit Suisse υποχώρησε 75% τους τελευταίους 12 μήνες.