Credit Suisse: Μπόνους στα στελέχη της τράπεζας παρά την κατάρρευση της
Πηγή Φωτογραφίας: Reuters - NurPhoto / Jakub Porzycki
Μπορεί η Credit Suisse να οδηγήθηκε σε αναγκαστικό «γάμο» με την UBS επειδή οι κακές επιλογές σε επενδύσεις και τα σκάνδαλα στα οποία ενεπλάκη όλα τα προηγούμενα έτη να προκάλεσαν απώλεια εμπιστοσύνης στο πελατειακό της κοινό, αλλά τα στελέχη της δεν θα χάσουν ούτε τα μπόνους τους, ούτε αυξήσεις στους μισθούς που τους είχαν υποσχεθεί.
Η τράπεζα αποτέλεσε μεν θύμα του διεθνούς ντόμινο μετά την κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank, αλλά βρέθηκε ουσιαστικά στη δυσχερή αυτή θέση επειδή όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε κάνει η ίδια λάθη, άλλαζε τους επικεφαλής σαν τα πουκάμισα και τελικά έχασε την εμπιστοσύνη καταθετών οι οποίοι απέσυραν από αυτή την περασμένη εβδομάδα πάνω από 10 δισ. ευρώ -την ημέρα. Οι τραπεζίτες της όμως δεν θα χάσουν -όπως όλα δείχνουν- τα παχυλά τους μπόνους. Μπόνους τα οποία σε εταιρείες άλλων κλάδων συνηθίζουν να συνδέονται κυρίως με την παραγωγικότητα και την αύξηση εσόδων και κερδών. Ή, τουλάχιστον, όχι με την πώληση κακήν κακώς της εταιρείας.
Τα παχυλά μπόνους
Την ώρα που το δεύτερο μεγαλύτερο ελβετικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα πωλείται κυριολεκτικά στη μισή τιμή -με βάση τη χρηματιστηριακή αξία της περασμένης Παρασκευής- και χιλιάδες απλοί εργαζόμενοί του κινδυνεύουν να βρεθούν στο δρόμο ενώ ομολογιούχοι χάνουν 17 δισ. ευρώ, οι υποσχέσεις της διοίκησης για μπόνους και αυξήσεις θα τηρηθούν, ανέφερε εσωτερικό σημείωμα της τράπεζας το οποίο επικαλείται το Bloomberg και το Reuters. Μάλιστα τα ποσά αυτά θα καταβληθούν μόλις σε λίγες ημέρες από σήμερα, στις 24 Μαρτίου.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Η Ελβετία σε μια προσπάθεια να δέσει καλά το ντιλ με την UBS υπόσχεται ότι οι δύο τράπεζες, η Credit Suisse και η UBS, μπορούν να λάβουν στήριξη από το κράτος και την κεντρική τράπεζα της χώρας (SBN) ύψους 260 δις ελβετικών φράγκων (260 δις ευρώ). Πρόκειται για τεράστιο ποσό ακόμη και για τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά δεδομένα, που ξεπερνά το ΑΕΠ όλης της Ελλάδας και ανέρχεται στο ένα τρίτο περίπου του ΑΕΠ της Ελβετίας (770 δις ελβετικά φράγκα).
Το ποσό αυτό μπορεί να διατεθεί στα πλαίσια της συγχώνευσης ώστε να προστατευτεί η Ελβετία απέναντι σε μια παγκόσμια χρηματοπιστωτική αναταραχή, λένε επίσημα έγγραφα της συγχώνευσης τα οποία επικαλείται το Reuters.
Ήδη στην Ελβετία έχει ξεσπάσει θύελλα από αντιδράσεις από κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά και μέσω μέσων ενημέρωσης, καθώς μπορεί η Βέρνη να υποστηρίζει ότι δεν διαθέτει μεγάλη -αναλογικά- κρατική βοήθεια για το ντιλ, ούτε όπως υποστηρίζει δεν διασώζει την τράπεζα με χρήματα φορολογουμένων (το λεγόμενο bailout), αλλά τελικά τα κρατικά κονδύλια που διατίθενται είναι τεράστια.
Πρόκειται για τρεις δόσεις από χορήγηση ρευστότητας και δάνεια, καθώς και για υπόσχεση της κυβέρνησης της Ελβετίας ότι το κράτος –οι φορολογούμενοι δηλαδή- θα απορροφήσουν 9 δις ελβετικά φράγκα (9 δις ευρώ) από πιθανές απώλειες που θα σχετίζονται με την εξαγορά.
Καταπέλτης πρώην CEO μεγάλης τράπεζας
Οι δηλώσεις στο Reuters πρώην διευθύνοντος συμβούλου μεγάλης τράπεζας με διεθνή παρουσία, ο οποίος όμως δεν κατονομάζεται, είναι χαρακτηριστικές του πως αισθάνεται σήμερα σημαντική μερίδα του κόσμου -που ούτε πλούσια έγινε, ούτε επωφελήθηκε με κάποιο άλλο τρόπο από τραπεζικά μαγειρέματα σαν αυτά που οδήγησαν στην πτώση της Credit Suisse:
«Η κυβέρνηση (της Ελβετίας) θα πρέπει να εξηγήσει στους ψηφοφόρους γιατί βάζει χρήματα των πολιτών, χρήματα των φορολογουμένων, σε κίνδυνο για να διασώσει μια τράπεζα η οποία κατά κύριο λόγο υπηρετούσε τους πολύ ευκατάστατους και πλήρωνε τρελά χρηματικά ποσά (σε εργαζομένους) σε σύγκριση με το τι λάμβανε ο μέσος εργαζόμενος», ήταν τα λόγια του.
Στην Ελβετία οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι προτίθενται να ζητήσουν ειδική συνεδρίαση του Κοινοβουλίου για το ντιλ, καθώς έχουν 69 από τις συνολικά 200 έδρες στη Κάτω Βουλή. Οι υπόλοιπες έδρες κατέχονται από πιο συντηρητικά κόμματα. Παρόλα αυτά, δεν αναμένεται να αλλάξει κάτι.
«Είναι προφανώς ωφέλιμο από δημοκρατική σκοπιά να υπάρχει μια συζήτηση στο κοινοβούλιο», δήλωσε ο Ρενέ Σβόκ, διευθυντής του Ινστιτούτου Παγκόσμιων Μελετών στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. «Αμφιβάλλω πολύ ότι θα οδηγήσει σε συγκεκριμένα μέτρα οποιασδήποτε σημασίας», συμπλήρωσε.
«Τελικά, η Credit Suisse απέτυχε λόγω μιας κουλτούρας όπου η διοίκηση έπαιρνε ρίσκα που δεν μπορούσαν να τα διαχειριστούν», δήλωσε ο Γκέραντ Αντρέι, μέλος της επιτροπής προϋπολογισμού του κοινοβουλίου για τους Πράσινους. «Αυτό εξέθεσε όλη την Ελβετία ως οικονομικό κέντρο. Χρειαζόμαστε ρύθμιση τώρα, με βάση την οποία τα κορυφαία στελέχη δεν μπορούν να αποφεύγουν τις ευθύνες τους», συμπλήρωσε.
Το ντιλ
Αργά την Κυριακή μετά από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις και πολλές αντιδράσεις, Credit Suisse και UBS κατέληξαν σε ντιλ για εξαγορά της πρώτης από τη δεύτερη έναντι 3 δισ ελβετικών φράγκων (3 δις ευρώ). Πρόκειται για μια τράπεζα που είχε στο κλείσιμο της Παρασκευής κεφαλαιοποίηση 7 δις ευρώ περίπου. Κι αυτό μάλιστα χωρίς να απαιτείται έγκριση από τους μετόχους όπως γίνεται συνήθως, χάρη σε ειδική ρύθμιση της κυβέρνησης της χώρας. Η πώληση γίνεται εξ ολοκλήρου με ανταλλαγή μετοχών με τιμή 0,76 ελβετικά φράγκα (ή ευρώ) η μια, ενώ την Παρασκευή η τιμή κλεισίματος ήταν 1,86 ελβετικά φράγκα. Οι ομολογιούχοι (με ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης τύπου ΑΤ1) αναμένεται να χάσουν ολοκληρωτικά περίπου 17 δισ. ελβετικά φράγκα (ευρώ) από το ντιλ.
Τώρα αναμένονται μαζικές απολύσεις από την τράπεζα, καθώς με την UBS έχει σχεδόν τις ίδιες δραστηριότητες και μεγάλο –μέχρι τώρα- ανταγωνισμό στην
Απειλές για αγωγές
Ταυτόχρονα Ελβετοί επενδυτές εξετάζουν τη λήψη νομικών μέτρων κατά του ντιλ για την προστασία των συμφερόντων τους, υποστηρίζοντας πως δεν τους δόθηκε το δικαίωμα ψήφου για τη συναλλαγή. Σύμφωνα με τους Φαινάνσιαλ Τάιμς το «Ethos Foundation», το οποίο εκπροσωπεί συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλους θεσμικούς επενδυτές που κατέχουν έως και 5% και των δύο τραπεζών, ανέφερε ότι η εξαγορά ήταν «τεράστια σπατάλη για τους μετόχους και την ελβετική οικονομία».
Η ελβετική κυβέρνηση εισήγαγε μέτρα για να παρακάμψει τους κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης σχετικά με τις ψήφους των μετόχων προκειμένου να ολοκληρωθεί η συμφωνία πριν ανοίξουν οι αγορές το πρωί της Δευτέρας.
Γιώργος Κανελλόπουλος/ot.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας