Ρεκόρ κατέγραψαν τον Φεβρουάριο οι εκροές καταθέσεων από τις ευρωπαϊκές τράπεζες, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ από τα οποία προκύπτει ότι τους τελευταίες πέντε μήνες οι καταθέτες έχουν αποσύρει αθροιστικά 214 δισ. ευρώ από τις τράπεζες της Ευρωζώνης.
Όπως τονίζουν οι Financial Times, η πτώση των τραπεζικών καταθέσεων της ευρωζώνης ξεκίνησε λίγους μήνες αφότου η ΕΚΤ άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια το καλοκαίρι του 2022. Η εικόνα αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εισροή μεγάλων χρηματικών ποσών στα τραπεζικά ιδρύματα την περίοδο της πανδημίας και τους πρώτους μήνες μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.
Εκροές πριν τις αναταράξεις
Η εικόνα του τελευταίου πενταμήνου δείχνει ότι οι τράπεζες δυσκολεύονταν να προσελκύσουν και να διατηρήσουν καταθέτες ακόμη και πριν την τραπεζική αναταραχή των τελευταίων εβδομάδων, που ξεκίνησε από την κατάρρευση της SVB και οδήγησε ως την εξαγορά της Credit Suisse από την UBS.
Τον Φεβρουάριο οι καταθέτες απέσυραν από τις τράπεζες της Ευρωζώνης 71,4 δισ. ευρώ – η μεγαλύτερη μείωση καταθέσεων από όταν άρχισαν να τηρούνται σχετικά στοιχεία, το 1997. Σύμφωνα με τους FT οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 20,6 δισ. ευρώ, στη μεγαλύτερη πτώση από το 2022 οπότε και άρχισαν να συλλέγονται αυτά τα στοιχεία.
Παρόμοιες εκροές καταγράφηκαν και στο Ηνωμένο Βασίλειο, κυρίως όμως από εταιρικούς πελάτες οι οποίοι απέσυραν 20,3 δισ. στερλίνες από τις βρετανικές τράπεζες και τις οικοδομικές εταιρείες τον Ιανουάριο, ποσό που αποτελεί ρεκόρ από τότε που άρχισαν να συλλέγονται αυτά τα στοιχεία το 2009, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Αγγλίας. Ωστόσο, οι καταθέσεις των βρετανικών νοικοκυριών συνέχισαν να αυξάνονται κατά 3,5 δισ. στερλίνες.
Άργησαν να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων
Όπως σχολιάζει το βρετανικό οικονομικό έντυπο, οι τράπεζες της ευρωζώνης άργησαν να μεταβιβάσουν τα υψηλότερα επιτόκια στους καταθέτες. Η ΕΚΤ αύξησε το επιτόκιο καταθέσεων στο 3% αυτόν τον μήνα, αλλά το υψηλότερο επιτόκιο για όσους διατηρούν τα χρήματά τους στις γερμανικές τράπεζες είναι 1,6%.
Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει τη στροφή από λογαριασμούς όψεως σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου, που προσφέρουν υψηλότερα επιτόκια. Οι αποταμιευτές τοποθέτησαν επίσης περισσότερα μετρητά σε αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς και σε χρεωστικούς τίτλους που εκδίδουν οι τράπεζες.
Επανεπένδυση
Στην ίδια έκθεση, η ΕΚΤ τονίζει ότι μέρος των καταθέσεων που αποσύρθηκαν επενδύθηκε εκ νέου στις τράπεζες της ευρωζώνης οι οποίες αύξησαν τη χρηματοδότησή τους εκδίδοντας ομόλογα ύψους 155 δισ. ευρώ – περισσότερα από τα δύο τρίτα των οποίων μακροπρόθεσμοι τίτλοι – το εξάμηνο που έληξε τον Φεβρουάριο.
«Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι αποταμιευτές συνέχισαν να δεσμεύουν τα μετρητά τους σε λιγότερο ρευστοποιήσιμες αλλά υψηλότερης απόδοσης μορφές χρήματος», δήλωσε ο Jack Allen-Reynolds, οικονομολόγος του ερευνητικού ομίλου Capital Economics.
Το γεγονός ότι οι αποταμιευτές, αν και μειώνουν τις συνολικές τους τοποθετήσεις σε τράπεζες της ευρωζώνης, ταυτόχρονα επενδύουν κάποια από αυτά τα χρήματα σε ομόλογα που εκδίδουν οι τράπεζες, αποτελεί – σύμφωνα με τον Allen-Reynolds – σημάδι ότι οι καταθέτες δεν χάνουν απαραίτητα την πίστη τους στο τραπεζικό σύστημα.
Λιγότερα δάνεια
Ο συνολικός δανεισμός από τις τράπεζες προς τους πελάτες της ευρωζώνης μειώθηκε για τρίτο συνεχόμενο μήνα τον Φεβρουάριο, με αποτέλεσμα η συνολική τριμηνιαία μείωση να ανέλθει στα 72 δισ. ευρώ, τερματίζοντας σχεδόν πέντε χρόνια σταθερής αύξησης.
Οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι η αναταραχή του μήνα αυτού στον τραπεζικό τομέα είναι πιθανό να κάνει τις τράπεζες πιο επιφυλακτικές, συμπιέζοντας την προσφορά πιστώσεων.
«Αναμένουμε ότι η αύξηση των δανείων θα συνεχίσει να επιβραδύνεται βραχυπρόθεσμα και θα αρχίσει να ανακάμπτει σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια σταθεροποιηθούν και το οικονομικό περιβάλλον βελτιωθεί», ανέφεραν σε σημείωμά τους οι τραπεζικοί αναλυτές της Jefferies.