Ελλάδα και γεωπολιτικές προκλήσεις στην Μ. Ανατολή
Πηγή Φωτογραφίας: Διαδίκτυο
Οι γεωπολιτικές ισορροπίες στη Μέση Ανατολή αλλάζουν με την ενεργό ανάμειξη της Κίνας, της Σ.Αραβίας και του Ιράν. Σε αυτό το πλαίσιο η ελληνική διπλωματία αναζητεί ρόλο. Σχολιάζει ο Ρόναλντ Μαϊνάρντους, δημοσιογράφος στην DW και αναλυτής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Για τα τέλη Απριλίου, το τέλος του μήνα του Ραμαζανιού, ο βασιλιάς Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας έχει προσκαλέσει στο Ριάντ τον πρόεδρο του Ιράν Ενμπραχίμ Ραΐζι. Μαζί, οι δύο ηγέτες θα γιορτάσουν την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων. Η ξαφνική προσέγγιση των αντιμαχόμενων περιφερειακών δυνάμεων έχει προεκτάσεις που εκτείνονται πέρα από τη Μέση Ανατολή. Το γεγονός ότι η Κίνα μεθόδευσε την εξομάλυνση αποτελεί αίσθηση και είναι συμπτωματικό των τεκτονικών μετατοπίσεων που λαμβάνουν χώρα στη διεθνή πολιτική. Μέχρι τώρα, η Κίνα δραστηριοποιούνταν ως κυρίαρχος οικονομικός εταίρος. Εν μια νυκτί, το Πεκίνο προχώρησε και έγινε και κεντρικός πολιτικός παίκτης στην Μέση Ανατολή. Ο διπλωματικός θρίαμβος της Κίνας αποτελεί πλήγμα για τις ΗΠΑ σε μία περιοχή του κόσμου που επί πολύ καιρό θεωρούνταν αποκλειστική ζώνη επιρροής της Ουάσινγκτον.
Η προσέγγιση μεταξύ του Ριάντ και της Τεχεράνης δημιουργεί τις προϋποθέσεις για θεμελιώδεις πολιτικές αλλαγές στην περιοχή. Τα τελευταία χρόνια η εχθρότητα μεταξύ των σουνιτικών και σιιτικών χωρών τροφοδότησε τη βία σε διάφορα μέτωπα: Η αντιπαλότητα προώθησε την αστάθεια στο Ιράκ, τον Λίβανο και κυρίως στην Υεμένη και τη Συρία. Για τους Σαουδάραβες και τους συμμάχους τους, η περιστολή του Ιράν αποτέλεσε τον σημαντικότερο στόχο της εξωτερικής πολιτικής. Αυτό με τη σειρά του δημιούργησε τη βάση για τις λεγόμενες Συμφωνίες του Αβραάμ μεταξύ του Ισραήλ και ορισμένων αραβικών κρατών. Εν τω μεταξύ, στη Σαουδική Αραβία λαμβάνει χώρα μια στρατηγική επανεξέταση. Αντί να βασίζεται αποκλειστικά στην Αμερική ως παραδοσιακή προστατευτική δύναμη, οι Σαουδάραβες θεωρούν τον εαυτό τους ως περιφερειακή δύναμη που επιδιώκει στρατηγική αυτονομία.. Ο φόβος να εμπλακεί σε έναν πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Ιράν μέσω πολύ στενών δεσμών με τις ΗΠΑ είναι ένας σημαντικός λόγος για τη παρούσα στροφή της σαουδαραβικής πολιτικής.
Βλέπουμε ήδη ενδείξεις αποκλιμάκωσης μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και της Τεχεράνης στην Υεμένη. Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες θα ήταν αδιανόητο, τώρα όμως μια υψηλόβαθμη αντιπροσωπεία από τη Σαουδική Αραβία συναντήθηκε με την ηγεσία των Χούτι που υποστηρίζονται από την Τεχεράνη. Αυξάνεται η ελπίδα η κατάπαυση του πυρός θα οδηγήσει σε διαρκή ειρήνη.
Ο ρόλος της Συρίας
Βλέπουμε επίσης πολιτική κινητικότητα στη Συρία. Εκεί, η πολιτική κατάσταση είναι ακόμη πιο συγκεχυμένη από ό,τι στην Υεμένη λόγω της στρατιωτικής εμπλοκής των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Το Ιράν έχει υποστηρίξει το καθεστώς Άσαντ από την αρχή. Η Σαουδική Αραβία ήταν ένας από τους σημαντικότερους υποστηρικτές της συριακής αντιπολίτευσης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η εξίσωση αυτή έχει αλλάξει. Η Σαουδική Αραβία είναι πλέον η κινητήρια δύναμη πίσω από την εξομάλυνση των σχέσεων του καθεστώτος με τον αραβικό κόσμο. Η αποκατάσταση του Σύρου δικτάτορα αναμένεται να κορυφωθεί στη σύνοδο κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου που θα πραγματοποιηθεί στη σαουδαραβική πρωτεύουσα Ριάντ τον Μάιο.
Η Ρωσία έχει διαδραματίσει βασικό ρόλο στη Συρία από τη στρατιωτική επέμβαση του 2015. Για τη Μόσχα, ο Άσαντ παραμένει ο πλέον σημαντικός σύμμαχός της στον αραβικό κόσμο, η διατήρησή του στην εξουσία αποτελεί κεντρικό στόχο του Πούτιν. Για να επιτύχει αυτό, η ρωσική διπλωματία επιδιώκει μια διευθέτηση μεταξύ της Δαμασκού, της Τεχεράνης και της Άγκυρας. Οι σχετικές διαβουλεύσεις μεταξύ των τεσσάρων πλευρών διεξάγονται σε διαφορετικά επίπεδα εδώ και μήνες. Η Δαμασκός επιμένει στην εδαφική ακεραιότητα της χώρας και στην αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, η Άγκυρα από την μεριά της απαιτεί την εξουδετέρωση των Κούρδων μαχητών και την επιστροφή των Σύρων προσφύγων. Μια γρήγορη επίλυση των διαφόρων δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Όσο διαφορετικές και αν είναι οι πολιτικές πρωτοβουλίες της Σαουδικής Αραβίας και της Ρωσίας στο θέμα της Συρίας έχουν δύο σημαντικά κοινά σημεία. Ο Σύρος δικτάτορας διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στα σχέδια και των δυο χωρών. Και δεύτερον: Οι δύο πολυμερείς πρωτοβουλίες λαμβάνουν χώρα χωρίς καμία συμμετοχή της Δύσης.
Στο πλαίσιο αυτό, μία πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης είναι αξιοσημείωτη: σύμφωνα με πληροφορίες στις 21 Απριλίου ανώτεροι εκπρόσωποι των κρατών μελών της ΕΕ που ασχολούνται με το Συριακό αναμένεται να συναντηθούν στην Αθήνα με τον ειδικό απεσταλμένο των Ηνωμένων Εθνών Geir Petersen. Η συνάντηση αποτελεί σημαντική προσθήκη στην ενεργή διπλωματία της Αθήνας στη Μέση Ανατολή, η οποία έχει αποκτήσει νέα δυναμική μετά το 2019. Τα τελευταία χρόνια, η Αθήνα κατάφερε να θέσει σε νέα βάση τις σχέσεις της με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς και με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Με την πρωτοβουλία για τη Συρία, η Αθήνα αναλαμβάνει ένα νέο διευρυμένο ρόλο προσφέροντας – στην καλύτερη περίπτωση – τις υπηρεσίες της ως γέφυρα μεταξύ της ΕΕ και των Σύρων. Η πρόθεση είναι αξιέπαινη, όμως οι πιθανότητες η πρωτοβουλία να έχει πολιτικό αντίκτυπο επί τόπου ελάχιστες. Η Δύση και η Ευρώπη δεν παίζουν ουσιαστικά κανέναν ρόλο στη Συρία. Οι Ρώσοι, οι Ιρανοί και οι νέοι φίλοι τους στη Σαουδική Αραβία δίνουν πια τον τόνο εκεί.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας