«Πλούτος η αφορμή του πολέμου»

Πηγή Φωτογραφίας: Kontra News
Παρά τις φιλότιμες, περί του αντιθέτου προσπάθειες, άνω του 90% των Ελλήνων δηλώνει την πίστη του στην Ορθοδοξία, σε μια στιγμή που και στην Ελλάδα βιώνουμε τις οδυνηρές συνέπειες του παράνομου πολέμου που η Ρωσία έχει κηρύξει στον γειτονικό της ουκρανικό λαό. Και μας είναι γνωστό πως η πολεμική αναμέτρηση εξακολουθεί για δεύτερο συνεχόμενο χρόνο, δημιουργώντας αλυσιδωτές, ενεργειακές και οικονομικές, κρίσεις στους υπόλοιπους λαούς και στα άλλα έθνη του πλανήτη. Η πρόσφατη κρίση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών και σε αριθμό χωρών του δυτικού κόσμου μαρτυρούν ότι ο πόλεμος είναι ακόμη εδώ, δημιουργώντας νέες, κοινωνικές και οικονομικές, ανισότητες.
Η απάντηση μερίδας, πολιτικά και οικονομικά, ισχυρής του δυτικού μπλοκ συνίσταται στην πρόταση ότι απέναντι στον πόλεμο και τις νέες οικονομικές διαιρέσεις που γεννά χρειάζεται να σωρευθούν νέες ποσότητες πλούτου. Αυτή είναι η απάντηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αυτή είναι η στάση των πουριτανών προτεσταντών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτή όμως η απάντηση δεν είναι πειστική στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, όχι μόνο γιατί αυτήν την συνταγή της φιλαργυρίας και της πλεονεξίας ακολουθούσαν ελίτ πριν από τον πόλεμο, αλλά και γιατί είναι ασύμβατη με την ορθόδοξη δεξίωση της χριστιανικής διδασκαλίας, στο επίπεδο της οποίας ο πλούτος τορπιλίζει την ειρηνική συμβίωση λαών και εθνών και δεν μπορεί να παραγάγει τίποτε άλλο παρά πολεμικές διαιρέσεις.
Το κεφαλαιώδες ζήτημα της ειρήνης ενδιαφέρει τους Τρεις Ιεράρχες, που με σαφήνεια – άρα, χωρίς να θέτουν ζήτημα ερμηνείας – υποστηρίζουν την άποψή τους. Ειρήνη και πλούτος αδυνατούν να συνυπάρξουν. Ο πλούτος, ιδιαίτερα από ένα σημείο και μετά, δεν μπορεί να προσφέρει παρά «καλοθρεμμένο ζωντανό», που διακωμωδεί ο Μέγας Βασίλειος. Κάθε πλούτος απορρίπτεται λοιπόν; Όχι. Ο ιδιωτικός πλούτος όμως οφείλει να υπάγεται στον έλεγχο και στα όρια της κοινότητας, στην κρίση των υπολοίπων μελών της κοινότητας, χωρίς τα οποία είναι αδύνατη η παραγωγή του. Εν άλλοις λόγοις, είναι σαν εκείνα τα νοητικά υβρίδια που γνωρίζουν απέξω και ανακατωτά τον Πλούτο των Εθνών, μα αγνοούν πλήρως, ενίοτε επιδεικτικά, την Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων, συντάσσοντας «βιομηχανικά διδακτορικά», τόσο χρήσιμα στις οικονομίες τους, στις οικονομίες του πολέμου.
Ὁ Μέγας Βασίλειος θεωρεῖ ἀπαράδεκτό τὰ ἀγαθά τῆς εἰρήνης νὰ χαίρονται ἐλάχιστοι ἄνθρωποι, ἐνῶ χιλιάδες νὰ ἀποκλείονται ἀπὸ αὐτά. Σὲ ἄλλο σημεῖο, ὁ ἴδιος ρωτάει: «Μέχρι πότε θὰ ὑπάρχει πλοῦτος, ποὺ εἶναι ἡ ἀφορμὴ τοῦ πολέμου; Οἱ ἐξοπλισμοὶ γίνονται γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ πλούτου». Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, συμπληρώνοντας τὸν προβληματισμὸ τοῦ Μ. Βασιλείου, λέει: «Μητέρα τῶν πολέμων εἶναι ἡ πλεονεξία, οἱ πόλεμοι μὲ τὴ σειρὰ τους γεννοῦν τὴν ὑψηλὴ φορολογία, ποὺ εἶναι ἡ αὐστηρότατη καταδίκη τῶν πολιτῶν». Γιὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, αἰτία τῆς καταστροφῆς τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἑνότητας τῶν πιστῶν, εἶναι «ὁ ἔρωτας γιὰ τὰ χρήματα, τὴν ἐξουσία καὶ τὴ δόξα». «Τίποτε δὲν συμβάλλει τόσο πολὺ σὲ μάχη καὶ σὲ πόλεμο, ὅσο ὁ ἔρωτας γιὰ τὰ παρόντα, ὅσο δηλαδὴ ἡ ἐπιθυμία γιὰ δόξα, χρήματα ἢ γιὰ καλοπέραση».Προϋπόθεση γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης στὶς σχέσεις ἀνθρώπων καὶ λαῶν, εἶναι ἡ ἀγάπη, ὄχι σὰν θεωρητικολογία, ἀλλὰ σὰν στάση ζωῆς. Ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης ὁδηγεί στὴν κοινωνικὴ ἀδικία, ποὺ ἔχει ὡς συνέπειά της τὴν ἀναστάτωση. «Ἐὰν ὅλοι ἀγαπούσαν ὁἕνας τὸν ἄλλον ἀμοιβαία, σὲ τίποτα πλέον δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἀδικήσει, τουναντίον, μάλιστα, καὶ οἱ φόνοι, καὶ οἱ μάχες,καὶ οἱ πόλεμοι, καὶ οἱ ἐπαναστάσεις, καὶ οἱ ἀρπαγές, καὶ οἱ πλεονεξίες, καὶ ὅλα τὰ κακὰ θὰ παραμερίζονταν, ὥστε νὰ φθάναμε στὸ σημεῖο νὰ ἀγνοοῦμε ἀκόμα καὶ ὀνομαστικά τὴν κακία». Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες δὲν κάνουν «εἰρηνολογία», δὲν ζητοῦν ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἁπλὰ νὰ ἐπιδιώξουν μιὰ εἰρήνευση ἐξωτερική, τυπική. Ὁ στόχος τους δὲν εἶναι ἡ «εἰρηνικὴ συνύπαρξη» χωρὶς περιερχόμενο. Ἡ εἰρήνη, ἄν μείνει μόνο στὰ λόγια, λέει ὁ Μ Βασίλειος, καταντάει κοροϊδία. Ὑπογραμμίζουν πὼς ἡ εἰρήνη συμπορεύεται μὲ τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη.
Σκοπὸς τοῦ Χριστιανοῦ, βέβαια, εἶναι νὰ εἰρηνεύει μὲ ὅλους, ὅταν αὐτὸ εἶναι δυνατόν. «Διότι μερικὲς φορὲς δὲν εἶναι δυνατόν. Ὅπως, π.χ., ὅταν ἡ ὑπόθεση ἀφορᾶ τὴν πίστη στὸ Θεό, ἢ ὅταν ὁ ἀγώνας γίνεται γι’αὐτοὺς ποὺ ἀδικοῦνται. Ἂν δεῖς κάπου νὰ κακοποιεῖται ἡ πίστη, τότε μὴν προτιμήσεις τὴν ὁμόνοια ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ στάσου ἀντιμετωπος στὸ κακὸ μὲ γενναιότητα, μέχρι θανάτου».. Ἡ χριστιανική πίστη δὲν μπορεῖ νὰ ταυτιστεὶ καὶ νὰ συμβαδίσει μὲ τὴν «εἰρήνη» τῶν ἐκμεταλλευτῶν καὶ τῶν ἀσεβῶν, γιατί ἀκριβώς αυὐτη δὲν εἶναι πραγματικὴ εἰρήνη. Εἶναι «εἰρήνη» τῶν λίγων, καὶ ὄχι ὅλων των παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο «Εἶναι προτιμοτερος ὁ ἀξιέπαινος πόλεμος ἀπὸ τὴν εἰρήνη ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεὸ». Καὶ στὴν περίπτωση ὅμως αὐτή, ὁ πιστός ὁφείλει νὰ κάνει διάκριση μεταξὺ προσώπων καὶ ἀντιλήψεων. Νὰ πολεμᾶ δηλαδὴ καὶ νὰ συγκρούεται μὲ καταστάσεις, ἀλλὰ ὄχι νὰ μισεῖ καὶ νὰ ἀποστρέφεται ἀνθρώπους. Νὰ μὴν μετατρέπει, δηλαδή, ἀκόμη καὶ σὲ αὐτήν τὴν περίπτωση, τὴν ψυχή του σὲ πεδίο μάχης.
Με αναφορές από: Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου και Αγίου Στεφάνου, ιστότοπος.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας