Το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης ανοχής δεν είναι καινούργιο στην πολιτική συζήτηση γενικά, ούτε διακινείται για πρώτη φορά ειδικώς από τα αριστερά του κομματικού συνεχούς. Πιο πρόσφατη περίπτωση στην σχετική φιλολογία είναι αυτή του 2019. Η ηγεσία του Σύριζα διαπίστωνε στις παραμονές των εκλογών ότι προς την ηγεσία προέλαυνε η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη και ανακινεί ζήτημα σχετικά με κυβέρνηση ανοχής, δίχως, ωστόσο, να συντρέχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για αυτό το είδος κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση ανοχής είναι, όπως και να το εξετάσει κανείς, μια κυβέρνηση μειοψηφίας και αυτή η εξαιρετική ιδιομορφία της αντανακλάται στον τρόπο σχηματισμού της και αποτυπώνεται στο επίπεδο των ψηφοφοριών.
Αν ακολουθήσει λοιπόν κανείς το πολιτικό σκεπτικό του κ. Αλέξη Τσίπρα, η κυβέρνηση ανοχής εμφανίζεται ως μια θεσμικά εναλλακτική δυνατότητα προκειμένου να επανέλθει ο Σύριζα στην διακυβέρνηση της χώρας. Η κυβέρνηση θα προέρχεται κατά βάση, στην περίπτωση αυτή που ουδέποτε βρήκε εμπειρική εφαρμογή στην τρίτη ελληνική δημοκρατία, από τον μειοψηφικό στην κάλπη Σύριζα, ο οποίος θα συνεργαστεί με το επίσης μειοψηφικό στην λαϊκή ετυμηγορία ΠΑΣΟΚ, έτσι ώστε τα δύο κόμματα να διαθέτουν αθροιστικά τουλάχιστον 120 έδρες.
Πηγαίνοντας στη Βουλή προκειμένου να ζητήσουν ψήφο εμπιστοσύνης, ο κ. Τσίπρας και ο κ. Ανδρουλάκης θα πρέπει έχουν συμφωνήσει με τον επικεφαλής του Μέρα25 ή του Κομμουνιστικού Κόμματος ή ακόμη και τον κ. Κυριάκο Βελόπουλο, ούτως ώστε να υπάρξουν τα ακριβή αριθμητικά δεδομένα που απαιτεί το Σύνταγμα.
Με τον ίδιο, κάπως εκκεντρικό, τρόπο, που δεν εγγυάται την πολιτική σταθερότητα, θα πρέπει να συγκροτείται κάθε φορά και η πλειοψηφία στις ψηφοφορίες για τα νομοσχέδια και για κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία.
Στην πολιτική φαντασία του κ. Αλ. Τσίπρα, το Κοινοβούλιο θα διέτερεχε τον κίνδυνο να μεταβληθεί από ναός της δημοκρατίας σε ένα χώρο διαρκών πολιτικών συνεννοήσεων και κομματικών ζυμώσεων. Ο κίνδυνος για την δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος είναι πασίδηλος.
Πίσω από αυτές τις συνταγματικά οριακές καταστάσεις, υπάρχει ένα μεγάλο, ένα ηχηρό πολιτικό κενό. Ο κ. Αλέξης Τσίπρας εκμυστηρεύεται στην ευειδή κ. Σταματίνα Τσιμτσιλή τους μύχιους και ρηξικέλευθους συνταγματικούς προβληματισμούς του, χωρίς να έχει προηγουμένως οριοθετήσει το περίγραμμα για την εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Την πρόταση για την πολυδιαφημιζόμενη προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου, η έλλειψη της οποίας επισημαίνεται συνεχώς από τον πρωθυπουργό και πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη.