Είναι γνωστή από το «αλφαβητάρι» της πολιτικής επικοινωνίας και του πολιτικού marketing η παραδοχή, σύμφωνα με την οποία η τελική έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης κρίνεται κατά βάση από δύο στοιχεία, που, αν συνυπάρχουν, εγγυώνται και την πολιτική επικράτηση. Πρόκειται για την πολιτική ηγεσία και το πολιτικό μήνυμα. Όσο πιο ξεκάθαρη και αποφασιστική εμφανίζεται μια ηγεσία, τόσες περισσότερες πιθανότητες για εκλογική νίκη συγκεντρώνει. Και το πολιτικό μήνυμα γίνεται περισσότερο πειστικό, στο βαθμό που είναι σαφές. Ο ικανός αρχηγός με τις ξεκάθαρες θέσεις κερδίζει τελικά την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων.
Η εν λόγω παραδοχή δεν είναι ξένη προς την ελληνική, κοινωνική και πολιτική, κουλτούρα. Μπορεί ο μέσος Έλληνας να παρουσιάζεται συνήθως από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως ένας «εξεγερμένος μικροαστός», μα δεν «τρίβεται και στην γκλίτσα του τσομπάνη» για πολιτικούς πειραματισμούς. Κι απ’ την άποψη αυτή, η σαφήνεια και η σταθερότητα του πολιτικού μηνύματος του Κυριάκου Μητσοτάκη υπερτερεί του ασαφούς και θολού μηνύματος του Αλέξη Τσίπρα, όπως όλες ανεξαιρέτως οι δημοσκοπήσεις αποτύπωσαν, μετρώντας την πολιτική δημοφιλία των δύο αρχηγών.
Πιο συγκεκριμένα, στο επίπεδο του κυβερνητικού σχήματος, από την πρώτη ημέρα της προεκλογικής κούρσας, ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφές ποια είναι για τον ίδιο και την παράταξή του η επιθυμητή μορφή κυβέρνησης. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας δεν έκρυψε και δεν κρύβει την σαφή προτίμησή του για μία αυτοδύναμη μονοκομματική κυβέρνηση, ικανή να λαμβάνει γρήγορα πολιτικές αποφάσεις και να εγγυηθεί την πολιτική σταθερότητα στον τόπο. Απεναντίας, ο Αλέξης Τσίπρας διατύπωσε την ιδέα της «προοδευτικής διακυβέρνησης», αλλά προσέκρουσε στις αρνήσεις πολιτικών αντιπάλων. Κυβέρνηση των ηττημένων και κυβέρνηση ανοχής είναι δύο από τα είδη προοδευτικής διακυβέρνησης, η οποία, όμως, παρέμεινε, τελικά, χαρακτηριστικά νεφελώδης και απροσδιόριστη ως προς την συγκεκριμένη κυβερνητική έκφρασή της.
Την ίδια ασάφεια συναντά ο μέσος ψηφοφόρος και στην οικονομική πρόταση του Αλέξη Τσίπρα. Το οικονομικό σκέλος του πολιτικού μηνύματος παραμένει επίσης θολό. Και για να πειστεί κάποιος, αρκεί να σκεφτεί τα τοπικά νομίσματα, που πρότεινε ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, ή το εναλλακτικό νομισματικό σχήμα «Δήμητρα» του Γιάνη Βαρουφάκη και τις ποικίλες δεξιώσεις της μεταξύ των στελεχών του Σύριζα και της ευρύτερης ριζοσπαστικής αριστεράς.
Τα πολύπλοκα σχήματα είναι πιθανόν να λειτουργήσουν δελεαστικά σε έναν πρώτο χρόνο στα μάτια της κοινής γνώμης, αλλά, όταν δεν απολήγουν σε ξεκάθαρα πολιτικά μηνύματα, υποχωρούν εκλογικά απέναντι στην πολιτική σαφήνεια, την οποία με πειθώ ακολούθησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθ’ όλη την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.