Η εμφάνιση των εταιρειών fintech (η συντομογραφία των όρων financial και technology και αφορά τις εταιρείες που προσφέρουν τραπεζικές υπηρεσίες απουσία φυσικών καταστημάτων), τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει την αίσθηση ότι θα φέρει νέα ήθη και έθιμα και θα ανατρέψει τα δεδομένα στον παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Με προεξέχουσα την Paypal, οι εταιρείες fintech πολλαπλασιάζονται με δραστηριότητες σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο, ενώ έχουν εισαγάγει καινοτομίες όπως η υπηρεσία «Αγοράζεις Τώρα Πληρώνεις Αργότερα» (Buy Now Pay Later, BNPL).
Στο «άρμα» αυτό της χρηματοπιστωτικής εξέλιξης έρχεται να ανέβει και η μεγαλύτερη σε χρηματιστηριακή αξία στον κόσμο η Apple, σε μια περίοδο στην οποία οι τράπεζες στις ΗΠΑ έχουν δει σχεδόν 1 τρισ. δολάρια από τις καταθέσεις τους να έχουν κατευθυνθεί στα αμοιβαία κεφάλαια τον τελευταίο χρόνο, καθώς προσφέρουν καλύτερες αποδόσεις.
Πώς εμπλέκεται η Apple; Εδώ και κάποιους μήνες προσφέρει έναν λογαριασμό ταμιευτηρίου με επιτόκιο καταθέσεων στο 4,15%, το οποίο είναι 10 φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο των καταθετικών επιτοκίων στις ΗΠΑ.
«Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι με την αρχική ανταπόκριση», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Apple, Τιμ Κουκ, στους αναλυτές στις αρχές Μαΐου.
Οι φιλοδοξίες της Apple Η Apple δεν φιλοδοξεί να γίνει τράπεζα, όμως ο στόχος της να δημιουργήσει περαιτέρω έσοδα ασκεί πιέσεις στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, διατηρώντας παράλληλα τους χρήστες των iPhones που ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο στο οικοσύστημά της. Η εταιρεία έχει ήδη επεκταθεί στην επεξεργασία πληρωμών με την υπηρεσία Apple Pay. Έχει δημιουργήσει ένα τμήμα για πιστωτικές κάρτες με τη Goldman Sachs με την οποία συνεργάζεται και για τους λογαριασμούς ταμιευτηρίου και επιδιώκει να εισέλθει στην αγορά BNPL, σε μια αγορά που δραστηριοποιούνται εταιρείες όπως οι Affirm, Block και PayPal.
Το άνοιγμα αυτό δεν αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στα οικονομικά της εταιρείας, η οποία εκτιμάται ότι θα έχει έσοδα ύψους 391 δισ. δολαρίων το 2023 και καθαρά κέρδη της τάξεως των 96 δισ. δολαρίων. Ωστόσο, οι υπηρεσίες cloud, της μουσικής και του βίντεο, καθίστανται σημαντική πηγή εσόδων, αντιπροσωπεύοντας το 20% των συνολικών πωλήσεων. Η Apple λαμβάνει 30% από τις πωλήσεις των εφαρμογών και μερίδιο από τα παιχνίδια, τη μουσική και τα βίντεο. Η ανάπτυξη των υπηρεσιών πληρωμών της προσθέτει άλλη μια πηγή εσόδων και έναν ακόμη λόγο για τους καταναλωτές να παραμείνουν στα iPhones τους.
Μακροπρόθεσμα, εάν η Apple καταφέρει να δημιουργήσει ένα ψηφιακό πορτοφόλι πλήρους κλίμακας, θα μπορούσε επίσης να είναι άλλη μια εφαρμογή ενσωματωμένη στις δύο δισεκατομμύρια εγκατεστημένες συσκευές της εταιρείας, κρατώντας τους καταναλωτές να αγοράζουν περισσότερα προϊόντα, λογισμικό και άλλες υπηρεσίες χάρη στην απόλυτη ευκολία να τα έχουν όλα σε μια συσκευή.
Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι καλό για εταιρείες όπως οι PayPal, Block και άλλες εταιρείες fintech. «Πολλές εταιρείες στον κλάδο του fintech είναι εχθροί, αλλά κάθε μία βλέπει την Apple ως απειλή», αναφέρει αναλυτής στο Barron’s, μιλώντας ανώνυμα εξαιτίας των επενδύσεων στην εν λόγω αγορά. Από τη μεριά της, η Apple αρνήθηκε να σχολιάσει το συγκεκριμένο δημοσίευμα.
Η Apple έχει ήδη εισχωρήσει στον κλάδο fintech εδώ και μια δεκαετία. Ξεκίνησε το Apple Pay, την υπηρεσία ανέπαφων πληρωμών μέσω κινητών τηλεφώνων τηλεφώνου, το 2014 και σταδιακά πρόσθεσε λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών peer-to-peer το 2016 και της πιστωτικής κάρτας με την επωνυμία της Goldman Sachs το 2019. Το 2016 μόλις το 10% των iPhones είχε ενεργοποιήσει το Apple Pay το 2016. Ωστόσο, οι διαδικτυακές αγορές την περίοδο της πανδημίας εκτίναξαν το ποσοστό αυτό στο 55% το 2020 και περίπου στο 78% επί της παρούσης, σύμφωνα με τα στοιχεία της Deepwater Asset Management.
«Ο «παράγοντας εξοικείωσης» της Apple έχει εμφανιστεί εδώ και καιρό», σημειώνει η Λίζα Έλις, ανώτερη αναλύτρια για την αγορά fintech στη MoffettNathanson. Τα στοιχεία της εταιρείας δείχνουν ότι τους τελευταίους 18 μήνες, η χρήση του Apple Pay έχει επιταχυνθεί, με μια «αξιοσημείωτης αλλαγή» τους τελευταίους έξι μήνες.
Το ψηφιακό πορτοφόλι και οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου Η Apple επέκτεινε το ψηφιακό πορτοφόλι της φέτος σε δύο βασικούς τομείς. Τον Μάρτιο, κυκλοφόρησε το Apple Pay Later, μια υπηρεσία BNPL που την έθεσε σε άμεσο ανταγωνισμό με τις Affirm, Afterpay, PayPal και Klarna. Το BNPL έχει γίνει μια δημοφιλής μορφή πίστωσης τα τελευταία χρόνια, καθώς συνδυάζει την ευκολία της πιστωτικής κάρτας. Αντί να κάνουν μια αγορά με πιστωτική κάρτα, οι καταναλωτές μοιράζουν την πληρωμή σε τέσσερις ίσες δόσεις σε μια περίοδο δύο μηνών με μηδενικό επιτόκιο.
Από την άλλη, οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου που διαχειρίζεται η Goldman Sachs, προσφέρουν στους καταναλωτές υψηλή απόδοση για να αποθηκεύουν μετρητά στο Apple Wallet, μια εφαρμογή για πληρωμές και πιστωτικές κάρτες, ανάμεσα σε αυτές και η δική της πιστωτική κάρτα με την επωνυμία της. Οι ανταμοιβές στην κάρτα αυτή πηγαίνουν αυτόματα στον λογαριασμό ταμιευτηρίου, στον οποίο μπορούν να αποταμιευθούν έως και 250.000 δολάρια.
Οι επενδυτές φαίνεται να βλέπουν τις φιλοδοξίες της της Apple στην αγορά fintech ως έναν ακόμη λόγο για να ασκηθούν πιέσεις στις εταιρείες του κλάδου. Οι μετοχές των PayPal, Block και Affirm έχουν βουλιάξει περισσότερο από 75% από τα υψηλά του 2021. Η μετοχή της PayPal διαπραγματεύεται με 11,6 φορές τα εκτιμώμενα κέρδη 12 μηνών, το ένα τρίτο του πενταετούς μέσου όρου της του 33, σύμφωνα με τη FactSet. Η μετοχή της Block προσεγγίζει τις 28 φορές, από το μέσο όρο του 98. Της Affirm η μετοχή δεν είναι κερδοφόρα, όμως διαπραγματεύεται με 2,4 φορές, από 17 φορές κατά μέσο όρο.
Ευκαιριές και πιέσεις στις μετοχές Ορισμένοι αναλυτές διακρίνουν ευκαιρίες στις μετοχές των εταιρειών επεξεργασίας πληρωμών, σημειώνοντας ότι η Apple δεν ανταγωνίζεται σε ορισμένους βασικούς τομείς. Η PayPal, για παράδειγμα, φαίνεται ότι το εγχείρημα με τη Braintree, μια πλατφόρμα για εμπόρους που τους επιτρέπει να δέχονται πιστωτικές κάρτες, πληρωμή και πίστωση με PayPal στέφεται με επιτυχία. Η PayPal έχει επίσης ορισμένα πλεονεκτήματα, όπως το μεγάλο ποσοστό αποδοχής στους μεγάλους λιανοπωλητές από το Apple Pay, σύμφωνα με τον αναλυτή της Evercore ISI, Αμίτ Νταργιανάνι.
Η σουίτα Square της Block για εμπόρους μπορεί να διαχειρίζεται λειτουργίες για πωλήσεις, τιμολόγια, μισθοδοσία και συνδρομές. Η εταιρεία εξελίσσει την εφαρμογή Cash σε ένα ψηφιακό πορτοφόλι πλήρους κλίμακας. Υπό την ηγεσία εκ των ιδρυτών Τζακ Ντόρσεϊ, η Block υποστηρίζει το Bitcoin και δημιουργεί υπηρεσίες κρυπτογράφησης και blockchain, κάτι που η Apple δεν προσφέρει.
Η Affirm δείχνει ότι βρίσκεται σε χειρότερη μοίρα, όχι μόνο εξαιτίας της πίεσης από την Apple. Το BNPL είναι πλέον μια υπηρεσία που προσφέρεται από τις μεγάλες τράπεζες και τις fintechs. Οι καταναλωτές δύνανται να πληρώνουν για αντικείμενα στην πιστωτική κάρτα της JPMorgan Chase ή της American Express με BNPL.Η Affirm υποστηρίζει ότι επί του παρόντος έχει 16 εκατ. ενεργούς χρήστες, από 12,7 εκατ. πριν από ένα χρόνο και διευρύνει τη βάση των καταναλωτών και των εμπόρων. Ωστόσο, οι αναλυτές βλέπουν τις πιέσεις στις μετοχές να εντείνονται, με αποτέλεσμα να αναθεωρούν επί τα χείρω τις εκτιμήσεις τους και τον στόχο-τιμή της μετοχής.
Η Affirm επεσήμανε με δήλωσή της μετά την κυκλοφορία του Apple Pay Later, ότι βρίσκεται «σε καλή θέση για να κερδίσει».
Η Apple δεν είναι δεν έχει ακόμη ηγετική θέση στον κλάδο fintech. Οι περισσότεροι καταναλωτές εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τις Venmo και PayPal για πληρωμές ή τη Square για τις υπηρεσίες των εμπόρων. Η υπηρεσία BNPL και οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου βρίσκονται σε αρχικό στάδιο.
Εντούτοις, η τεχνολογική εταιρεία έχει μια τεράστια οικονομική δύναμη στη διάθεσή της, όπως τα 56 δισ. δολάρια σε μετρητά και τα ισοδύναμα μετρητών στον ισολογισμό της. Έχει επίσης ένα μεγάλο πλεονέκτημα στον έλεγχο τόσο του υλικού όσο και του λογισμικού μέσω των συσκευών της με λειτουργικό iOS -κάτι που καμία άλλη εταιρεία πληρωμών δεν κάνει. Οι συσκευές Android που χρησιμοποιούν το λειτουργικό σύστημα της Google δημιουργούν παρόμοιες υπηρεσίες πληρωμών, αλλά καμία δεν είναι τόσο πλήρως ενσωματωμένη όσο της Apple.
Η πίεση θα αναγκάσει τις εταιρείες επεξεργασίας πληρωμών να κάνουν περισσότερα «για να αντιμετωπίσουν και την απειλή της Apple», τόνισε στο Barron’s ο αναλυτής fintech με επενδύσεις στον χώρο. Κάτι που θα μπορούσε να αποβεί δαπανηρό. Το οικονομικό έτος 2022, η Apple δαπάνησε 26 δισ. δολάρια για έρευνα και ανάπτυξη, ενώ η PayPal μόλις 1,7 δισ. δολάρια. Η Apple θα μπορούσε να ξεπεράσει την PayPal, ενώ θα μπορούσε να αφήσει πολλά μετρητά για πράγματα όπως ακουστικά εικονικής πραγματικότητας, περιεχόμενο βίντεο και νέες δυνατότητες για τα Apple Watches, iPhones, iPads και Macs.
Η Apple διαθέτει τόσο το smartphone με τις μεγαλύτερες πωλήσεις όσο και ένα τεράστιο ποσό σε μετρητά. Αυτό την καθιστά αρχηγό σε οποιαδήποτε αναταραχή προκύψει.