Μετά την εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου και την αύξηση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της χώρας έχει αρχίσει να αναπτύσσει μια πολιτική ρητορική, η οποία έχει ορισμένα από τα κεντρικότερα χαρακτηριστικά του τοξικού πολιτικού λόγου που εκφέρει ο Σύριζα και η οποία είναι εμμονικά προσκολλημένη στην ανακατανομή του εθνικού εισοδήματος και όχι στην παραγωγή.
Συγκεκριμένα, καταγράφεται μια ιδιόμορφη σύγκλιση της εκπροσώπων του ΠΑΣΟΚ με εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο πολακισμός του Σύριζα «συναντά» τον αυριανισμό, σε ορισμένες από τις πιο καθαρές μορφές του.
Στον «ολικό» αυριανισμό δεν έχει διολισθήσει ακόμη το ΠΑΣΟΚ. Οι συνάφειες όμως είναι έκδηλες, αν κάποιος προσεγγίσει κριτικά τον δημόσιο λόγο μελών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ.
Και βέβαια, ο αυριανισμός, τον οποίο πολλοί τείνουν να λησμονούν, δεν είναι ούτε γνήσιο ριζοσπαστικό κίνημα υπέρβασης του καπιταλισμού, ούτε η φωνή των πλατιών μαζών, όπως θέλει να αυτοπαρουσιάζεται. Είναι εκδοχή του εθνολαικισμού, ο συνηθισμένος ολοκληρωτισμός στις σημερινές κοινωνικο – πολιτικές συνθήκες της πατρίδας μας. Φέρει την υποκριτική αντικαπιταλιστική δημοκοπία, την αποστροφή προς τους πολιτικούς θεσμού, την εχθρότητα προς την κριτική σκέψη, το χυδαίο λαικισμό, τη μεθοδολογία του ψεύδους, την ιδεολογική και πολιτική τρομοκρατία.
Επιπλέον, το ΠΑΣΟΚ επιμένει μονόπλευρα στην ανακατανομή του εθνικού εισοδήματος. Θα περίμενε κάποιος, πριν από αυτό, να μας διαφωτίσει πως φαντάζεται το μοντέλο παραγωγής και αύξησης του παραγόμενου πλούτου, πριν περάσουμε στη μεγάλη ή μικρή ανακατανομή του. Βάζει το κάρο πριν από το άλογο, για μία ακόμη φορά.
Η χώρα δεν έχει ανάγκη από μία βελτιωμένη έκδοση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα εκπέμπει τις ίδιες άγονες προτάσεις και θα έχει ένα λίγο ελαφρύτερο τοξικό δημόσιο λόγο. Αυτό, νομίζω, ήταν το ξεκάθαρο μήνυμα των εκλογών της 21ης Μαΐου και μάλλον δεν έτυχε ιδιαίτερης προσοχής από το ΠΑΣΟΚ.
Αν ελπίζει πως με αυτή την προεκλογική στρατηγική θα «επαναπατρίσει» ένα μέρος των παλιών του ψηφοφόρων και θα δημιουργήσει τις προοπτικές για να πάρει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ίσως οι ελπίδες του δικαιωθούν εν μέρει, μα ταυτόχρονα, οικειοθελώς θα πέσει στα δίχτυα του πιο σκληρού, διεφθαρμένου και απαιτητικού εκλογικού κοινού, το οποίο έχει γαλουχηθεί με την ιδέα της νομής του κουβέρνου, πότε με τις τοπικές, πότε με τις κομματικές και πότε με τις αμεσοδημοκρατικές οργανώσεις και επιτροπές. Και τότε, η διολίσθηση σε θέσεις που θα θυμίζουν εποχές, τις οποίες οι νέοι ψηφοφόροι δεν τις γνωρίζουν ούτε από τα βιβλία της ιστορίας, ούτε από τις θρυλικές βιντεοκασέτες, ούτε καν από τις αναμνήσεις των γονιών τους, θα είναι ραγδαία και θα οδηγήσει στην αποξένωση από τους νέους ψηφοφόρους.
Όσον αφορά στους παλιούς, τα πράγματα είναι πιο απλά: εκείνοι που έφυγαν για λόγους αρχής, εντιμότητας και ιδεολογικών διαφορών, έφυγαν πριν το 2010 και ήδη αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερα αυστηρή ματιά τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και την ρητορική της.
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να πλήρωσε ακριβά τη γενναία και πατριωτική του στάση για τη σωτηρία της χώρας από τη χρεοκοπία, εξίσου, όμως, ακριβά, πλήρωσε και το αμαρτωλό κουτσοργικό-αυριανικό του παρελθόν, απομακρύνοντας από κοντά του μια σημαντική μερίδα πολιτών, οι οποίοι ήθελαν και επιθυμούν να υποστηρίζουν ένα κόμμα σύγχρονο, με προγραμματικό λόγο που να ανταποκρίνεται στη σημερινή και αυριανή πραγματικότητα, να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις σε προβλήματα και στην αντιμετώπιση καταστάσεων της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και όχι της όγδοης του 20ού.
Οι πολιτικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για το ΠΑΣΟΚ, η ευκαιρία είναι μεγάλη για την πολιτική ενηλικίωσή του. Δεν πρέπει να χαθεί μέσα στην τοξικότητα και τα ανορθολογικά οικονομικά.