Κέρδη σημειώνει η εταιρεία Eli Lilly & Co., για τρίτο συνεχόμενο μήνα, γεγονός που την καθιστά την μεγαλύτερη φαρμακευτική εταιρεία στον κόσμο σε χρηματιστηριακή αξία ξεπερνώντας ακόμη και την Johnson & Johnson. Οι μετοχές της εταιρείας εκτοξεύτηκαν σε ιστορικό υψηλό και παράλληλα, η κεφαλαιοποίησή της άγγιξε τα περίπου 408 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στο ίδιο διάστημα η J&J, υποχώρησε 5,3% με την αξία της να μειώνεται στα 403 δισεκατομμύρια δολάρια. Το ράλι της Lilly τροφοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από δύο σημαντικές ανακοινώσεις. Αφενός, τα φάρμακά της για τον διαβήτη συμβάλλουν στην απώλεια βάρους και κατά συνέπεια, στην μείωση της παχυσαρκίας και αφετέρου, η πειραματική θεραπεία της για το Αλτσχάιμερ πέτυχε σε μια δοκιμή τελικού σταδίου.
«Η Lilly συμμετέχει στους δύο τομείς της θεραπευτικής για τους οποίους ενδιαφέρονται περισσότερο οι επενδυτές», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Τζάρεντ Χολτζ, διευθύνων σύμβουλος της Mizuho Securities.
Υπενθυμίζεται πως στα τέλη Απριλίου, η Lilly είχε ανακοινώσει πως το φάρμακο για τον διαβήτη Mounjaro είχε πετύχει μια δεύτερη δοκιμή τελικού σταδίου για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας. Η έγκριση θα άνοιγε μια τεράστια νέα αγορά για το φάρμακο, επιτρέποντάς του να έρθει αντιμέτωπος με το Wegovy της Novo Nordisk A/S, το κορυφαίο φάρμακο GLP-1 που έχει εγκριθεί για απώλεια βάρους.
Σύμφωνα μάλιστα, με τα όσα αναφέρει το Bloomberg, η αξία της Novo Nordisk έχει υπερδιπλασιαστεί από τις αρχές του 2021 εν μέσω της δημοτικότητας των νέων φαρμάκων της GLP-1 για τον διαβήτη και την παχυσαρκία. Τον Μάρτιο, έγινε η δεύτερη πιο πολύτιμη εταιρεία στην Ευρώπη, ρίχνοντας τον ελβετικό όμιλο τροφίμων Nestle SA στην τρίτη θέση. Μια δοκιμή έδειξε ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν την υψηλότερη δόση Mounjaro έχασαν κατά μέσο όρο 50 κιλά. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι ετήσιες πωλήσεις του θα πλησιάσουν τα 18 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2029.
Η παχυσαρκία αποτελεί ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, που έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηρίζεται από την έντονη και υπερβολική συσσώρευση λίπους στο σώμα, με αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Οι παράγοντες που συνηγορούν στην εμφάνιση της παχυσαρκίας περιλαμβάνουν τη γενετική προδιάθεση, την έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, τις ανεπιθύμητες διατροφικές συνήθειες, την υψηλή κατανάλωση επεξεργασμένων τροφών καθώς και την καθιστική ζωή.
Το 2020 είχε εκτιμηθεί πως τα δύο πέμπτα του παγκόσμιου πληθυσμού ήταν είτε υπέρβαρα, είτε παχύσαρκα. Μέχρι το 2035 το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να αυξηθεί σε περισσότερο από το 50%, αγγίζοντας τα 4 δισεκατομμύρια υπέρβαρους ή παχύσαρκους ανθρώπους. Οι πληθυσμοί που παρατηρείται η ταχύτερη αύξηση δεν ζουν στην πλούσια Δύση αλλά σε χώρες όπως η Αίγυπτος, το Μεξικό και η Σαουδική Αραβία.