Τον περασμένο μήνα το ηλεκτρονικό περιοδικό The Cradle δημοσίευσε την πληροφορία ότι διεξάγονται μυστικές απευθείας συνομιλίες αμερικανικών και συριακών αντιπροσωπειών στην πρωτεύουσα του Ομάν, Μασκάτ, με αφορμή το ερώτημα της τύχης του Αμερικανού Όστιν Τάις, ο οποίος έχει απαχθεί στη Συρία το 2012, αλλά προφανώς ευρύτερη ατζέντα.
Όπως σχολιάζαμε τότε στο Capital.gr: “Και μόνο η αναφορά στο Ομάν δείχνει ότι τα πράγματα είναι σοβαρά: διότι το σουλτανάτο των 4,5 εκατ. κατοίκων στην έξοδο του Περσικού Κόλπου αποτελεί προνομιακό τόπο διεξαγωγής εμπιστευτικών συνομιλιών τα τελευταία χρόνια. Ως χώρα που στηρίζεται στην αμερικανική (παλαιότερα βρετανική) προστασία και συμμετέχει στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, αλλά δεν κόβει τις γέφυρές του με τους αντιπάλους της Δύσης, το Ομάν έχει τρόπον τινά “ειδικευθεί” σε αυτόν τον ρόλο, αν αναλογισθούμε ότι φιλοξένησε τις αρχικές συνομιλίες της κυβέρνησης Ομπάμα με το Ιράν, που κατέληξαν στην διεθνή συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, καθώς και προγενέστερες φάσεις των σαουδο-ιρανικών επαφών που ευοδώθηκαν στο Πεκίνο. Το ότι παραδοσιακά κυριαρχεί στο Ομάν το μουσουλμανικό δόγμα Ιμπαντί, που δεν είναι ούτε σουνιτικό ούτε σιιτικό διευκολύνει την ευρύτερη αποδοχή”.
Και το σουλτανάτο στην έξοδο του Περσικού Κόλπου δεν έπαψε να επιβεβαιώνει τον ρόλο του. Διότι, σύμφωνα με αποκλειστική συνέντευξη που έδωσε την Τετάρτη ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν, Σαγίντ Σαντρ Αλμπουσάιντι στο Al-Monitor, στο Μασκάτ κυοφορείται μία ακόμη σημαντικότερη συμφωνία: αυτή ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν, με αφορμή (και πάλι) την επιδίωξη απελευθέρωσης Αμερικανών πολιτών που κρατούνται στο ιρανικό έδαφος. Πρόκειται για τους Σιαμάκ Ναμαζί, Εμάντ Σαργκό και Μοράντ Ταχμπάζ (προφανώς ιρακινής καταγωγής), που βρίσκονται στις διαβόητες φυλακές του Εβίν, στην Τεχεράνη, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες κατασκοπείας, τις οποίες αποκρούει η αμερικανική πλευρά.
Το αντάλλαγμα για την απελευθέρωση των τριών κρατουμένων πρόκειται να είναι η αποδέσμευση (για χρήση αποκλειστικά σε ανθρωπιστικούς σκοπούς) ιρανικών κονδυλίων σε νοτιοκορεατικές τράπεζες, τα οποία έχουν παγώσει βάσει αμερικανικών κυρώσεων. Μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι επίσης οι ΗΠΑ πρόσφατα απήλλαξαν από τον φόβο των δευτερογενών κυρώσεων το Ιράκ, επιτρέποντάς του να αποπληρώσει χρέη ύψους 2,7 δισ. δολαρίων προς το Ιράν, τα οποία είχαν συγκεντρωθεί από την προμήθεια φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος.
Κατά τον υπουργό Εξωτερικών του Ομάν, τα πράγματα βρίσκονται “κοντά σε συμφωνία” και οι συνομιλίες έχουν επικεντρωθεί σε τεχνικές λεπτομέρειες, προκειμένου να οριστικοποιηθεί το πλαίσιο και το χρονοδιάγραμμα. Τις εμπιστευτικές αυτές συνομιλίες, στις οποίες μεσολαβεί το Ομάν, έχουν κατά καιρούς διευκολύνει και άλλα τρίτα μέρη, όπως το Κατάρ και η Βρετανία.
Πηγή της ιρανικής αντιπροσωπείας στα Ηνωμένα Έθνη δήλωσε, επίσης στο Al-Monitor, ότι το ζήτημα της απελευθέρωσης των κρατουμένων βρισκόταν στην ατζέντα τα τελευταία δύο χρόνια.
Ήδη μετά την επίσημη επίσκεψη του σουλτάνου του Ομάν, Χαϊτάν μπιν Τάρεκ αλ-Σαϊντ τον Μάιο στην Τεχεράνη απελευθερώθηκαν (πιθανότατα κατόπιν ενεργειών του σουλτανάτου) ένας Βέλγος, ένας Δανός και δύο Αυστριακοί, που επίσης κρατούνταν στο Ιράν.
Αλλά η σημασία του ζητήματος έγκειται κυρίως στο ότι μια συμφωνία για τους Αμερικανούς κρατουμένους αποτελεί λείανση του εδάφους (και απαρέγκλιτη προϋπόθεση) για μια ευρύτερη εκτόνωση των ιρανο-αμερικανικών σχέσεων και ενδεχομένως μιαν αναβίωση της διεθνούς συμφωνίας του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα (JCPOA), από την οποία απέσυρε τις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Αλμπουσάιντι ανέφερε ότι και επί του πυρηνικού “φακέλου” επικρατεί πλέον “θετική ατμόσφαιρα”. Εν τω μεταξύ, ο Ιρανός διαπραγματευτής Αλί Μπαγερί Χαν συναντήθηκε τη Δευτέρα στο Άμπου Ντάμπι με εκπροσώπους των συνυπογραψάντων τη JCPOA ευρωπαϊκών κρατών.
Οι New York Times κάνουν λόγο σε δικό τους δημοσίευμα για “πολιτική εκεχειρία” την οποία επιδιώκει να συνάψει ατύπως η κυβέρνηση Μπάιντεν με το Ιράν, προκειμένου να μειώσει τα ρίσκα μιας ένοπλης αντιπαράθεσης στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Η εφημερίδα, επικαλούμενη αξιωματούχους τριών διαφορετικών χωρών, αναφέρει ότι το περίγραμμα αυτής της υπό εμπιστευτική διαπραγμάτευση άγραφης συμφωνίας προβλέπει τον περιορισμό του εμπλουτισμού ουρανίου από μέρους του Ιράν στο τρέχον επίπεδο του 60% και στενότερη συνεργασία με την Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας, με αντάλλαγμα τη μη θέσπιση νέων κυρώσεων εναντίον της ιρανικής οικονομίας και τη μη εισαγωγή αντι-ιρανικών ψηφισμάτων στα διεθνή φόρα. Επιπλέον, το Ιράν θα δεσμεύεται να μην στοχοποιεί δια των συμμάχων του Αμερικανούς στρατιώτες ή μισθοφόρους στην περιοχή, να μην καταλαμβάνει πλοία στα Στενά του Χορμούζ και να μην εξάγει βαλλιστικούς πυραύλους στη Ρωσία.
Όλα αυτά προφανώς προκύπτουν από την ανησυχία που προκαλεί στην Ουάσιγκτον αφενός η ανακοίνωση ανάπτυξης νέων ιρανικών βαλλιστικών πυραύλων και αφετέρου το γεγονός ότι έξω από το πλαίσιο επιτήρησης της JCPOA η Τεχεράνη είναι σε θέση να αυξήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου σε επίπεδα που θα επιτρέπουν την ανάπτυξη πυρηνικού όπλου σε λίγες εβδομάδες ή μήνες. Κυρίως όμως η “θετική ατμόσφαιρα” προκύπτει από λόγους έξω από τον έλεγχο της Ουάσιγκτον: την επανασυμφιλίωση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας κατόπιν κινεζικής μεσολάβησης τον Μάρτιο και το πνεύμα που δείχνει πλέον να επικρατεί στις αραβικές μοναρχίες ότι η σταθεροποίηση του Περσικού Κόλπου περνά μάλλον από την περιφερειακή συνεργασία, παρά από την αμερικανική προστασία.
Στο πλαίσιο αυτό γίνεται λόγος από ιρανικής πλευράς ακόμη και για τη συγκρότηση κοινής ναυτικής δύναμης Ιράν, Σαουδικής Αραβίας, Ομάν και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, όταν ελάχιστα χρόνια ή και μήνες νωρίτερα η περιοχή μαστιζόταν από επιθέσεις με drones και καταλήψεις πλοίων από τους Φρουρούς της Επανάστασης.