People

Στον φιλελεύθερο κόσμο του Άνταμ Σμιθ

Ο Σμιθ μελέτησε ηθική φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια της Γλασκώβης και της Οξφόρδης, όπου ήταν ένας από τους πρώτους φοιτητές που επωφελήθηκαν των υποτροφιών που θέσπισε ο Τζον Σνελ.

Τελώνης στο λιμάνι της πόλης Κερκόλντι της Σκωτίας ήταν ο πατέρας του Άνταμ Σμιθ (1723 – 1790), ο οποίος γεννιέται σαν σήμερα και θεμελιώνει φιλοσοφικά την ιδέα της ελεύθερης αγοράς. Ο πατέρας του εξεμέτρησε το ζην λίγους μήνες πριν η σύζυγός του Μάργκαρετ Ντάγκλας φέρει στον κόσμο τον μικρό του γιο, ο οποίος έλαβε και το ίδιο όνομα μαζί με το επώνυμο του πατέρα του, προσδίδοντας στον τελευταίο μια ιδιαίτερη δημοτικότητα πέραν εκείνης που ούτως ή άλλως έχει το κοινότερο επώνυμο του αγγλόφωνου κόσμου. Ο μικρός Άνταμ, ένα φιλάσθενο και μάλλον άσχημο, αλλά συμπαθές αγόρι, μεγάλωσε υπό την κηδεμονία της μητέρας του, ανθρώπου ευφυούς, φιλομαθούς, με ισχυρή θρησκευτική πίστη στο καλβινιστικό δόγμα, η οποία ενέπνευσε στον νεαρό γόνο της μια έντονη μέριμνα για την αυτοκυριαρχία, την αυτοσυγκράτηση και την ατομική πειθαρχία και στοχοπροσήλωση, καθώς και μια βαθιά αγάπη για την προσωπική μόρφωση.

Η Μάργκαρετ Ντάγκλας είχε την οξυδέρκεια να παρατηρήσει από νωρίς την κλίση του παιδιού στα γράμματα, καθώς και την πολύ ισχυρή μνήμη του και τη δυνατότητα να διοχετεύει στην πνευματική εργασία το δυναμισμό του. Ο Άνταμ δεν συμμετείχε στα παιχνίδια και τις αθλοπαιδιές των συνομηλίκων του λόγω της φιλάσθενης και εύθραυστης φύσης του. Ανέπτυξε από μικρός ιδιοτροπίες διανοουμένου: μονολογεί όταν είναι μόνος και είναι απών όταν βρίσκεται με συντροφιά. Η συχνά κωμική αφηρημάδα του έμελλε να γίνει παροιμιώδης αργότερα, όταν εκτέθηκε στο πάντα ανελέητο, σκωπτικό και φιλοπαίγμον βλέμμα του φοιτητικού κοινού.

Ο νεαρός Σμιθ έλαβε την τυπική σκοτική στοιχειώδη παιδεία στο τοπικό σχολείο. Ο Σμιθ μελέτησε ηθική φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια της Γλασκώβης και της Οξφόρδης, όπου ήταν ένας από τους πρώτους φοιτητές που επωφελήθηκαν των υποτροφιών που θέσπισε ο Τζον Σνελ. Με το πέρας των σπουδών του έδωσε μια σειρά από δημόσιες διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου που οδήγησαν στη συνεργασία του με τον Ντέιβιντ Χιουμ κατά τη διάρκεια του Σκωτσέζικου Διαφωτισμού. Ο Σμιθ κατέλαβε θέση καθηγητή στη Γλασκώβη,  όπου δίδαξε ηθική φιλοσοφία και δημοσίευσε τη Θεωρία των ηθικών συναισθημάτων. Αργότερα ανέλαβε θέση επισκέπτη καθηγητή, κάτι που του επέτρεπε να ταξιδέψει σε όλη την Ευρώπη και να συναναστραφεί με άλλους διανοούμενους της εποχής του. Ο Άνταμ Σμιθ έθεσε τα θεμέλια της κλασικής οικονομικής θεωρίας της ελεύθερης αγοράς. Ο Πλούτος των Εθνών ήταν ο προάγγελος των σύγχρονων οικονομικών. Σε αυτό και σε άλλα έργα του, εξήγησε το πώς το λελογισμένο ατομικό συμφέρον και ο ανταγωνισμός μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική ευημερία.

Ωστόσο, οι ηθικοφιλοσοφικές απόψεις του συστηματοποιούνται και εκτίθενται στο σημαντικότερο φιλοσοφικό του έργο, τη Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων (εφεξής ΘΗΣ), το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1759 και γνώρισε άλλες έξι επανεκδόσεις μέχρι το 1790. Από τον Χιουμ παραλαμβάνει την έννοια της συμπάθειας, για να χτίσει επάνω της την ηθική θεωρία του. Συμπάθεια για τον Χιουμ σημαίνει τη φυσική ικανότητα να λαμβάνουμε μέσω επικοινωνίας τα συναισθήματα και τις διαθέσεις των άλλων ανθρώπων, όσο διαφορετικά και αυτά είναι από τα δικά μας. Ο Σμιθ εντούτοις επιφέρει μια σημαντική τροποποίηση σε αυτήν την έννοια: η συμπάθεια είναι ο ψυχολογικός μηχανισμός μέσω του οποίου ο παρατηρητής νοιώθει ένα συναίσθημα ή πάθος ανάλογο με εκείνο που νιώθει ο παρατηρούμενος, το οποίο όμως δεν είναι απλό αντίγραφο του εν λόγω πρωτογενούς πάθους, αλλά γεννάται από τον αναστοχασμό των συνθηκών υπό τις οποίες βρίσκεται ο παρατηρούμενος.

Για τον κορυφαίο φιλελεύθερο στοχαστή, η πηγή του πλούτου δεν είναι ούτε η συσσώρευση χρυσού στα ταμεία του κράτους, ούτε το θετικό εμπορικό ισοζύγιο, αλλά η παραγωγική εργασία. Η αξιοποίηση του πλεονάσματος όχι για πολυτελή, αλλά για παραγωγική κατανάλωση (επένδυση), όχι για συντήρηση υπηρετών και ακολούθων, αλλά ως κεφάλαιο που πληρώνει μέσα παραγωγής και εργάτες, είναι η πηγή της αύξησης του πλούτου. Η μεταφορά πλεονάσματος από τον έναν έμπορο στον άλλον δεν αυξάνει το συνολικό πλούτο. Μόνο η επένδυση στην παραγωγή δημιουργεί νέο προϊόν.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο