Κόσμος

Η Κίνα θέλει να εξαγοράσει την Ευρώπη – αλλά δεν μπορεί να πληρώσει το τίμημα

Όταν οι νέοι Κινέζοι ηγέτες ανέρχονται στην εξουσία, επιλέγουν προσεκτικά τις πρώτες ξένες πρωτεύουσες τις οποίες επισκέπτονται.

Όταν οι νέοι Κινέζοι ηγέτες ανέρχονται στην εξουσία, επιλέγουν προσεκτικά τις πρώτες ξένες πρωτεύουσες τις οποίες επισκέπτονται. Έτσι, η τρέχουσα περιοδεία του πρωθυπουργού της Κίνας Λι Κιανγκ στη Γερμανία και τη Γαλλία υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η βελτίωση των δεσμών με την Ευρώπη, ιδιαίτερα τις δύο πιο ισχυρές χώρες της, για το Πεκίνο και τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.

Η λογική είναι προφανής. Αν και ο Σι δεν έχει ξεγράψει τις ελπίδες για σταθερές σχέσεις με τις ΗΠΑ, όπως αποδεικνύεται από τη συνάντησή του με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο αυτή την εβδομάδα, γνωρίζει ότι τα ζητήματα τα οποία χωρίζουν τις δύο υπερδυνάμεις είναι πολύ μεγάλα για να γεφυρωθούν σύντομα. Η αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης είναι ίσως το καλύτερο στο οποίο μπορεί να ελπίζει.

Γόνιμο έδαφος

Η Ευρώπη φαίνεται να προσφέρει πιο γόνιμο έδαφος. Παρά την αυξανόμενη “γερακίσια” στάση στην ήπειρο έναντι του κινεζικού παράγοντα, μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας και της Γαλλίας, εξακολουθούν να μην αντιμετωπίζουν την Κίνα ως υπαρξιακή απειλή για την ασφάλειά τους. Το πιο σημαντικό είναι ότι δεν ενδιαφέρονται να συρθούν σε έναν ψυχρό πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας, πόσο μάλλον σε έναν θερμό πόλεμο για την Ταϊβάν – μια θέση που εκφράστηκε πιο άμεσα από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν. Τα οικονομικά τους συμφέροντα στην Κίνα είναι επίσης πολύ πιο σημαντικά από εκείνα των ΗΠΑ με αναλογικούς όρους – παρουσιάζουν έτσι μια σαφή ευκαιρία την οποία το Πεκίνο δύναται να εκμεταλλευτεί.

Η διατήρηση της Ευρώπης στο περιθώριο της αντιπαράθεσης ΗΠΑ – Κίνας θα αποδυνάμωνε πολύ την ισχύ της Ουάσιγκτον. Από την πλευρά του Σι, η πρόσφατη σύγκλιση των απόψεων στις δύο πλευρές του Ατλαντικού για την Κίνα είναι ανησυχητική. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν υιοθετήσει το ίδιο μάντρα – “de-risking” – για να υποστηρίξουν τη μείωση των οικονομικών δεσμών με το Πεκίνο.

Η Ευρώπη δεν απέχει πολύ από τις ΗΠΑ όσον αφορά τον αυστηρότερο έλεγχο των εξαγωγών τεχνολογίας και των εισερχόμενων κινεζικών επενδύσεων. Ακόμη και στο ζήτημα της Ταϊβάν – το θέμα που είναι πιο πιθανό να εξοργίσει την Κίνα σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο – ανώτεροι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν γίνει πιο επικριτικοί για την κινεζική συμπεριφορά και υποστηρίζουν περισσότερο το αυτοδιοικούμενο νησί.

Υψηλό τίμημα

Το να πείσει όμως κανείς την Ευρώπη να παραμείνει ουδέτερη, όπως ο ίδιος ο Σι την προέτρεψε έμμεσα, δεν θα κοστίσει φτηνά. Η φιλική ρητορική από αξιωματούχους όπως ο Λι και κάποια “γλυκά” deal με ευρωπαϊκές εταιρείες δεν είναι πιθανό να αρκέσουν.

Σοβαρές οικονομικές διαμάχες διχάζουν την Κίνα και την Ευρώπη, η οποία παραπονιέται εδώ και καιρό για περιορισμένη πρόσβαση στην κινεζική αγορά, για τις γενναιόδωρες επιδοτήσεις του Πεκίνου στις επιχειρήσεις του και για φτωχές επιδόσεις της ασιατικής χώρας στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η Κίνα θα πρέπει να κάνει μια καλή τη πίστει προσπάθεια για να αντιμετωπίσει αυτές τις ανησυχίες, εάν θέλει να έχει ελπίδες να διατηρήσει την αξιοπιστία της έναντι της Ευρώπης.

Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει επίσης να δουν πολύ ισχυρότερη δράση από πλευράς της Κίνας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Τα τελευταία χρόνια, οι εντάσεις με τις ΗΠΑ και οι ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια έχουν αμβλύνει τις φιλοδοξίες της Κίνας σε αυτό το μέτωπο. Ο Σι δεν παρακολούθησε καν την COP26, σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα, τον Νοέμβριο του 2021. Πρόσφατες αναφορές ότι η Κίνα κατασκευάζει έξι φορές περισσότερους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα απ’ ό,τι όλος ο υπόλοιπος κόσμος μαζί έχουν προκαλέσει ευρεία καταδίκη.

Ένα άλλο ζήτημα για το οποίο η Ευρώπη έχει έντονα αισθήματα είναι οι φτωχές επιδόσεις της Κίνας όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ενώ οι ΗΠΑ συχνά μετριάζουν την υποστήριξή τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εξωτερικό για γεωπολιτικούς λόγους, η Ευρώπη έχει από καιρό ακολουθήσει μια πιο καθαρή προσέγγιση, οδηγούμενη σε συχνές συγκρούσεις με το Πεκίνο. Το 2021, η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στην Κίνα για την εθνοτικού χαρακτήρα καταστολή της στο Σινγιάνγκ. Οι άμεσες αντικυρώσεις της Κίνας καταδίκασαν την επικύρωση μιας επενδυτικής συμφωνίας-ορόσημου που μόλις είχαν υπογράψει η Κίνα και η ΕΕ, η οποία θα είχε καταφέρει ένα βαρύ πλήγμα στις ΗΠΑ.

Ο κόμπος του ρωσοκινεζικού μετώπου

Πάνω απ’ όλα, οι ευρωπαϊκές χώρες αγανακτούν βαθιά με την Κίνα όταν εκείνη κρύβεται πίσω από μια πρόσοψη ουδετερότητας, ενώ συνεχίζει να υποστηρίζει τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τη Ρωσία του. Εάν η Κίνα δεν κάνει πίσω σε αυτή την υποστήριξή της ή δεν παίξει έναν πραγματικά εποικοδομητικό ρόλο στο να πείσει τη Μόσχα να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία με όρους αποδεκτούς για την Ευρώπη, οι Ευρωπαίοι θα θεωρήσουν την Κίνα τουλάχιστον εν μέρει υπεύθυνη για τη σοβαρότερη απειλή για την ασφάλειά της Ευρώπης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Είναι αδιανόητο η Κίνα, σε αυτό το στάδιο, να εγκαταλείψει τη Ρωσία με αντάλλαγμα τις καλές σχέσεις  με την Ευρώπη. Για το Πεκίνο, η Μόσχα είναι ένας αναντικατάστατος εταίρος στον σινο-αμερικανικό στρατηγικό ανταγωνισμό. Η Κίνα έχει επίσης λίγα περιθώρια ελιγμών στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Λίγοι Κινέζοι ηγέτες θέλουν να θεωρηθεί ότι υποχωρούν στις δυτικές πιέσεις και ότι αποκηρύσσουν την πολιτική μηδενικής ανοχής του ΚΚ Κίνας στην πολιτική διαφωνία την τελευταία δεκαετία.

Τα παραπάνω αφήνουν μόνο το εμπόριο και την κλιματική αλλαγή ως κίνητρα για την Κίνα να κρατήσει την Ευρώπη έξω από τον συνασπισμό τον οποίο χτίζουν οι ΗΠΑ με αξιοσημείωτη επιτυχία.

Η Κίνα θα ήταν φρόνιμο να διατηρήσει χαμηλά τις προσδοκίες της για επιτυχία. Κάποιες παραχωρήσεις σε αυτά τα δύο μέτωπα θα ήταν καλύτερες από το τίποτα. Για τους δικούς της λόγους -ιδιαίτερα τον φόβο να ωθήσει πλήρως τον Σι στην αγκαλιά του Πούτιν- η Ευρώπη είναι απίθανο να σκληρύνει ριζικά την πολιτική της έναντι της Κίνας βραχυπρόθεσμα.

Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, το τίμημα για μια στρατηγική ουδετερότητα της Ευρώπης θα ήταν πιθανότατα υψηλότερο από ό,τι πιστεύει η Κίνα – και πιθανώς μεγαλύτερο από εκείνο που είναι διατεθειμένος να πληρώσει ο Σι.

Πηγή: Του Minxin Pei//Bloomberg opinion

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο