Στην κορυφή της λίστας με τα πλέον ανεπιθύμητα ορυκτά καύσιμα βρίσκεται ο λιγνίτης, καθώς είναι εξαιρετικά επιβλαβής για το περιβάλλον. Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες που γίνονται για την στροφή σε πιο πράσινη ενέργεια, σε κάποιες χώρες όπως η Γερμανία και η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί βασικό καύσιμο.
Αυτό γράφει σε άρθρο του στο Forbes, ο Llewellyn King υπογραμμίζοντας ότι ιδιαίτερα στην Ελλάδα είναι το βασικό καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τη δεκαετία του 1920.
Σημειώνει μάλιστα ότι ο λιγνίτης, εξορύσσεται συχνά επιφανειακά: οι αναμνήσεις που έχει από την περιβαλλοντική καταστροφή που έχουν προκαλέσει τα λιγνιτωρυχεία αποτελούν οδηγό για τον Κωνσταντίνο Μαύρο, Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, γράφει ο Llewellyn King.
Και συνεχίζει: «Όταν συναντήθηκα με τον Μαύρο στο γραφείο του στην Αθήνα πρόσφατα, μου είπε ότι η σκηνή σε εκείνα τα εγκαταλειμμένα ορυχεία είναι ένα άσχημο σεληνιακό τοπίο. Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες αναπτύσσεται γρήγορα ως η κορυφαία πλατφόρμα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Έχει τεράστιες φιλοδοξίες όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και ως περιφερειακός πάροχος καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας. Η εταιρεία μόλις αγόρασε μια τοπική επιχείρηση κοινής ωφελείας στη Ρουμανία, που ανήκε στο παρελθόν στην ιταλική Enel».
Τα πλεονεκτήματα
Σύμφωνα με το Forbes, η Ελλάδα έχει πολλά πλεονεκτήματα ως μονάδα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά έχει ένα τεράστιο εμπόδιο.
Τα πλεονεκτήματα είναι ότι ο άνεμος πνέει από το Αιγαίο και ο ήλιος λάμπει περίφημα, υπάρχει αιολική ενέργεια στα βουνά, αποθήκευση υδροηλεκτρικής ενέργειας και η δυνατότητα αξιοποίησης γεωθερμίας και βιοαερίου.
Το μεγάλο εμπόδιο είναι ότι η Ελλάδα είναι η γενέτειρα του πολιτισμού και δεν μπορεί για παράδειγμα να κατασκευαστεί ένα αιολικό πάρκο, για παράδειγμα, στη θέση του Ναού του Ποσειδώνα στο ακρωτήριο Σούνιο ή να καλυφθούν με ηλιακούς συλλέκτες οι στέγες των κατοικιών «στα πολύτιμα ελληνικά νησιά».
Η τοποθεσία είναι μια μοναδική πρόκληση για την Ελλάδα «γιατί απλά είναι Ελλάδα». Αλλά ο Μαύρος – ο οποίος σύμφωνα με τον Llewellyn King έχει ευαγγελικό ζήλο για αυτό που κάνει η εταιρεία του — εκμεταλλεύεται ό,τι έχει λεηλατηθεί. Αυτά τα εγκαταλελειμμένα και αντιαισθητικά ορυχεία λιγνίτη καλύπτονται με ηλιακούς συλλέκτες, κάτι που ο Μαύρος θεωρεί κάτι σαν μια λυτρωτική επαναχρησιμοποίηση. «Αυτό που κάνω είναι έργο κληρονομιάς», είπε.
Η έννοια της κληρονομιάς
Η έννοια της κληρονομιάς κατέχει εξέχουσα θέση στη συνομιλία του Μαύρου και στην αίσθηση της δέσμευσής του. Ξεκίνησε με τον πατέρα του, ο οποίος κάποτε εργαζόταν για τον ωκεανογράφο Ζακ Κουστώ. Και χάρηκε όταν βρήκε μερικούς χάρτες του Κουστώ, υπογεγραμμένους από τον πατέρα του.
Ο Μαύρος νιώθει ότι η δουλειά που κάνει είναι η συνέχεια της κληρονομιάς του πατέρα του. Βοηθώντας να γίνει η Ελλάδα πράσινη, αφήνει μια κληρονομιά στο μέλλον της χώρας. Είναι ένα θέμα στο οποίο επιστρέφει στη συνομιλία του ξανά και ξανά.
Χαρτοφυλάκιο έργων
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η εταιρεία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 και έχει συγκεντρώσει ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο έργων. Αυτή τη στιγμή διαθέτει 34 μικρά αιολικά πάρκα, 19 μικρές υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις, 31 ηλιακές εγκαταστάσεις – και έχει φιλόδοξα σχέδια ανάπτυξης καθώς η Ελλάδα μεταβαίνει από τα ορυκτά καύσιμα, τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μαύρος. Μέχρι στιγμής, η ΔΕΗ Ανανεώσιμες έχει συνδυαστική παραγωγή μόλις 600 MW και είναι έτοιμη για εκθετική ανάπτυξη.
Επίσης κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην έρευνα του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), η οποία χαιρετίζει τις προσπάθειες της Αθήνας για τη μείωση της ποσότητας του λιγνίτη στο μείγμα καυσίμων στο 10% φέτος από 60%. Ο ΔΟΕ σημείωσε ότι η Ελλάδα έχει αυξήσει σημαντικά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και έχει δημιουργήσει διασυνδέσεις με περιφερειακούς γείτονες προκειμένου να είναι σε θέση να εξάγει πλεονάζουσα ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.
Η αιολική ενέργεια, σημείωσε ο ΔΟΕ, είναι η μεγαλύτερη ανανεώσιμη ενέργεια που αναπτύσσεται τώρα στην Ελλάδα. Συνολικά, η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας εξακολουθεί να κυριαρχείται από ορυκτά καύσιμα, ιδίως φυσικό αέριο. Αλλά από τον πόλεμο της Ουκρανίας, μείωσε τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία και στράφηκε στο υγροποιημένο φυσικό αέριο.
Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 και να φτάσει στο καθαρό μηδέν έως το 2050. Σκοπεύει να τερματίσει τη χρήση του λιγνίτη έως το 2028.
Κατά ειρωνικό τρόπο, η Ελλάδα ηγείται παγκοσμίως σε ηλιακά πάνελ στις στέγες, αλλά αυτές οι εγκαταστάσεις, που είναι ορατές σχεδόν σε κάθε στέγη, παράγουν μόνο ζεστό νερό.
«Υπάρχει χώρος στις στέγες για την ομάδα του Μαύρου, καθώς προωθεί τον στόχο του για το 2030 και μετά» καταλήγει το άρθρο.