Κάθε καλοκαίρι, ακούγονται τα ίδια για τις πυρκαγιές, όπως κάθε χειμώνα ακούγονται τα (αντίστοιχα) ίδια για τους χιονιάδες. Κινδυνεύουμε να γίνουμε κοινότοποι και κουραστικοί, επαναλαμβάνοντας τους ζωτικούς μύθους, με τους οποίους συνηθίσαμε να πορευόμαστε.
Πρώτος μύθος, η πυροσβεστική δεν έχει τα μέσα. Κι όμως, η ελληνική πυροσβεστική υπηρεσία είναι από τις καλύτερα εξοπλισμένες στον δυτικό κόσμο. Η αναλογία πληθυσμού και αριθμού πυροσβεστικών οχημάτων αλλά και αεροπλάνων είναι από τις καλύτερες που υπάρχουν. Αυτό δεν αναιρεί τον πάγιο κανόνα που λέει ότι την ώρα της φωτιάς κάθε κατακαημένος απαιτεί μια πυροσβεστική αντλία στην πόρτα του κι ένα ελικόπτερο πάνω απ’ την ταράτσα του.
Δεύτερος, δεν υπάρχει καλός συντονισμός. Η δημιουργία του υπουργείου πολιτικής προστασίας ήταν μεγάλο βήμα εκσυγχρονισμού της οργάνωσης πρόληψης και κατάσβεσης, αλλά και πριν, το Πυροσβεστικό Σώμα ήταν από τα πιο αποτελεσματικά που υπάρχουν παγκοσμίως. Είναι οργανωμένο ως σώμα ασφαλείας με στρατιωτική οργάνωση, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες που το έχει εντάξει στους δήμους. Υπάρχουν πολλές χώρες που έχουν ζητήσει πληροφορίες για την οργάνωση του δικού μας Πυροσβεστικού, μήπως και την αντιγράψουν.
Τρίτος μύθος, οι πυρκαγιές στα πευκοδάση της εύκρατης ζώνης παγκοσμίως, είναι όχι μόνο κανόνας αλλά και όρος για την αναγέννηση τους. Ο μέσος όρος ζωής του πευκοδάσους υπολογίζεται στα πενήντα χρόνια. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο το κάψιμο, αλλά η ανεμπόδιστη φυσική αναγέννηση. Το πρώτο δεν μπορούμε να το εμποδίσουμε, το δεύτερο μπορούμε αλλά δεν πρέπει. Διότι τότε γίνεται ανυπολόγιστη η καταστροφή σε βάθος χρόνου.
Τέταρτος, η φράση που εκτοξεύεται κάθε χρόνο «φέτος κάηκαν και οι τελευταίοι πνεύμονες πρασίνου που είχαμε, σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχουν άλλα δάση να κάψουμε». Την τελευταία τριακονταετία, η δασική κάλυψη της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 10%. Το 2023 έχουμε πολύ περισσότερα δάση απ’ όσο το 1960 ή 1970. Αιτία η αστυφιλία και η εγκατάλειψη της υπαίθρου που μετατρέπει καλλιεργήσιμες εκτάσεις σε δασικές. Στην Αττική ναι, μειώνονται τα δάση αφού έχει συγκεντρωθεί το 50% του πληθυσμού της χώρας, παντού αλλού αυξάνονται παρά τις φωτιές.
Πέμπτος μύθος, τις φωτιές τις βάζουν είτε οι οικοπεδοφάγοι (παλαιότερη εκδοχή) είτε οι επιχειρήσεις που στήνουν ανεμογεννήτριες (η εκδοχή των σημερινών συνωμοσιολόγων). Οι οικοπεδοφάγοι δεν υπάρχουν πια λόγω δορυφορικής κάλυψης και κτηματολογίου, ενώ οι ανεμογεννήτριες στήνονται νόμιμα και σε δασικές και μη δασικές περιοχές. Στις μόνες που δεν στήνονται είναι στις αναδασωτέες. Άρα, όποιος θέλει να στήσει ανεμογεννήτρια φυλάει το δάσος, δεν το καίει. Αν το κάψει, έχασε την ευκαιρία να την στήσει.
Μένουμε σε αυτούς τους πέντε θεμελιώδεις μύθους επί του παρόντος, με την επιφύλαξη να αναφέρουμε τους επόμενους πέντε, όταν θα αντιμετωπίσουμε καινούργιες mega fires. Διότι ό,τι κι αν λέμε, όσο κι αν οργανωνόμαστε, όσο κι αν (δικαίως ή αδίκως) κριτικάρουμε, μέσα στο καλοκαίρι θα ξανακαούμε.