Κόσμος

Πόσο ειλικρινής είναι η δυτική στροφή της Τουρκίας;

Ακροατές της στροφής του Ερντογάν προς τη Δύση, περιμένοντας απτά δείγματα γραφής που θα καταστήσουν και ορατή αυτή τη φημολογούμενη αλλαγή προσανατολισμού από την Τουρκία, τελούν Αθήνα, Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες

Ακροατές της στροφής του Ερντογάν προς τη Δύση, περιμένοντας απτά δείγματα γραφής που θα καταστήσουν και ορατή αυτή τη φημολογούμενη αλλαγή προσανατολισμού από την Τουρκία, τελούν ΑθήναΟυάσιγκτον και Βρυξέλλες, με αρκετούς πρόθυμους πάντως έτοιμους να αποδεχθούν ως δεδομένη μια νέα κατάσταση η οποία δεν έχει αποτυπωθεί σε έμπρακτα βήματα.

Η περίφημη εντυπωσιακή στροφή Ερντογάν στη Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους για το θέμα της Σουηδίας αποδείχθηκε μια δήλωση προθέσεων η οποία κατατέθηκε στο σκληρό παζάρι του Ερντογάν με την κυβέρνηση Μπάιντεν, με τη Σουηδία να συνεχίζει να περιμένει στον προθάλαμο του ΝΑΤΟ. Ο Τ. Ερντογάν, που συνεχίζει την προνομιακή σχέση με τον Β.Πουτιν, προσπάθησε βεβαίως να κεφαλαιοποιήσει στο μέγιστο αυτή τη λεκτική μεταστροφή κάτι που με ανακούφιση έκαναν αποδεκτό όλοι όσοι δεν ήθελαν έναν ακόμη «μπελά» στο ΝΑΤΟ τη στιγμή που συνεχίζεται και εντείνεται η αντιπαράθεση με τη Ρωσία.

Στόχος του Ερντογάν είναι να εδραιώσει σταθερά τη στρατηγική αυτονομία της Τουρκίας μέσα από αυτές τις “πιρουέτες”, να επεκτείνει την επιρροή της και, πάνω απ’ όλα, να εξασφαλίσει οικονομικά συμφέροντα που είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον της.

Και όλα αυτά εντάσσονται σε ένα στρατηγικό πλαίσιο για την ανάδειξη της Τουρκίας ως αυτόνομου πόλου στο πολυπολικό σύστημα που διαμορφώνεται παγκοσμίως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Είναι σαφές ότι η Δύση δεν μπορεί απλά να αγνοήσει τη γεωπολιτική θέση της Τουρκίας και να την εγκαταλείψει χωρίς δεύτερη ματιά στο ανατολικό στρατόπεδο. Το μεγάλο ερώτημα για τη Δύση, ωστόσο, είναι τι πραγματικά θέλει ο Ερντογάν – να επανασυνδέσει τη χώρα του με την ευρωπαϊκή πορεία, να καταστήσει την Τουρκία ένα κράτος μέλος της ΕΕ ισότιμο με τη Μάλτα, το Λουξεμβούργο και τη Σλοβενία, ή να καταστήσει τη χώρα του σταθερά και αν είναι πραγματικά αποφασισμένοι να την εντάξουν μόνιμα.

Ακόμη και πριν ο σεισμός επιδεινώσει δραματικά την οικονομική κατάσταση της χώρας του, ο Ερντογάν επέλεξε να λάβει σημαντικά μέτρα που θα ήταν αδιανόητα πριν από λίγα χρόνια. Αποσκοπούσε αποκλειστικά και μόνο στο κλείσιμο ενός μετώπου που θα κόστιζε στο εξαγωγικό κομμάτι της τουρκικής οικονομίας απώλειες δισεκατομμυρίων δολαρίων, θα της στερούσε επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων και θα απορροφούσε ένα μεγάλο μέρος του δυναμισμού της Τουρκίας σε μια περιφερειακή σύγκρουση που δεν θα μπορούσε πλέον να υποστηρίξει.

Έτσι άρχισε η αλλαγή της στάσης απέναντι στους Άραβες του Κόλπου. Οι επισκέψεις στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είχαν ως αποτέλεσμα επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων σε στρατηγικούς τομείς της τουρκικής οικονομίας (συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής βιομηχανίας). Το σημαντικότερο, οι επισκέψεις στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έδωσαν στην Τουρκία την ευκαιρία να αποδείξει ότι κινείται αυτόνομα ως ανεξάρτητη περιφερειακή δύναμη. Η επαναπροσέγγιση με τη Σαουδική Αραβία πραγματοποιήθηκε σε μια εποχή που το Ριάντ δείχνει σαφή σημάδια απομάκρυνσης από τη Δύση, διατηρώντας δεσμούς με τον Πούτιν και το Πεκίνο και αντιμετωπίζοντας την Ουάσινγκτον, η οποία αρνήθηκε να περιορίσει τις τιμές της ενέργειας μέσω της αύξησης της παραγωγής.

Η επαναπροσέγγιση με το Ισραήλ και την Αίγυπτο αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα στα σχέδια του Ερντογάν. Όσον αφορά το Ισραήλ, η ασθένεια του πρωθυπουργού Νετανιάχου καθυστέρησε τις συνομιλίες μεταξύ των δύο ανδρών, οι οποίοι έχουν συγκρουστεί βίαια στο παρελθόν, αλλά η Τουρκία δεν έχει κρύψει το ενδιαφέρον της για τη διευθέτηση, όχι μόνο για να αποκαταστήσει τη ροή τουριστών στα δικά της θέρετρα, αλλά κυρίως για να επαναφέρει στο τραπέζι το σχέδιο μεταφοράς φυσικού αερίου από την Ανατολική Μεσόγειο στην Ευρώπη μέσω του τουρκικού εδάφους Δεν έκρυψε το ενδιαφέρον της για τη διευθέτηση αυτή προκειμένου να

Η Τουρκία ελπίζει λοιπόν να βρει εναλλακτικές πηγές για να διατηρήσει τον στρατηγικό της ρόλο ως κόμβου μεταφοράς ενέργειας από την Ανατολή προς την Ευρώπη, μειώνοντας τη ροή φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη. Από πολιτική άποψη, ελπίζει επίσης ότι η αποκατάσταση των σχέσεων με το Ισραήλ θα εξουδετερώσει την ισχυρή πίεση που ασκεί το εβραϊκό λόμπι των ΗΠΑ στα τουρκικά συμφέροντα έναντι των ΗΠΑ.

Οι σχέσεις με την Αίγυπτο είναι επίσης κρίσιμες για τον Ερντογάν, ο οποίος μετά από μια δεκαετία έντονων συγκρούσεων με τη μεγαλύτερη αραβική χώρα, προσβλέπει όχι μόνο στα οικονομικά οφέλη της μεγάλης αιγυπτιακής αγοράς, αλλά και στη νομιμοποίησή της στην Ανατολική Μεσόγειο και στις δυνατότητες συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα. Μια συμφωνία με την Αίγυπτο θα είχε επίσης θετικό αντίκτυπο στην υπόθεση της Λιβύης, στην οποία η Άγκυρα επενδύει σημαντικά πολιτικά, οικονομικά και διπλωματικά κεφάλαια, αλλά είναι ένα στοίχημα που δεν μπορεί να κερδηθεί όσο βρίσκεται σε άμεση αντιπαράθεση με το Κάιρο.

Λίγες ημέρες μετά το Βίλνιους, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Wang Yi έφτασε στην Άγκυρα για επίσκεψη. Εκτός από τα θερμά του σχόλια μετά τη συνάντησή του με τον Ερντογάν και τον Φιντάν, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το Πεκίνο εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι “η Τουρκία δεν υποστηρίζει την πολιτική του ΝΑΤΟ για επέκταση της εμπλοκής του στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού και είναι πρόθυμη να διατηρήσει την επαφή και τον συντονισμό με την Κίνα σε διεθνή και περιφερειακά ζητήματα, όπως η Ουκρανία”. Πρόκειται για άλλο ένα παράδειγμα του Ερντογάν που προσπαθεί να παίζει με όλους χωρίς να παίρνει καμία δέσμευση από τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις των συμμάχων του.

Οι συνομιλίες του Κινέζου υπουργού επικεντρώθηκαν φυσικά στην οικονομική συνεργασία και τις επενδύσεις από την Κίνα, ενώ συζητήθηκε η εναρμόνιση του κινεζικού σχεδίου “Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος” με το τουρκικό σχέδιο “Διάδρομος της Κίνας” που συνδέει την Ανατολή με τη Δύση, καθώς και η πυρηνική συνεργασία.

Το άλλο μεγάλο μέτωπο του Ερντογάν είναι η ΕΕ.

Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας. Η αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης εκτιμάται ότι θα αποφέρει οφέλη άνω των 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ για την Τουρκία. Από πολιτική άποψη, η επανέναρξη των ευρωτουρκικών σχέσεων θα ωφελήσει τον πρόεδρο Ερντογάν απομακρύνοντάς τον από το πλαίσιο του αυταρχικού ηγέτη και νομιμοποιώντας την εξουσία του διεθνώς.

Το μεγάλο στοίχημα για τον Ερντογάν είναι η ομαλή συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας σε θέματα ασφάλειας και άμυνας. Εκεί, η Ευρώπη θα πρέπει να αποδεχθεί άνευ όρων ότι η Τουρκία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του νέου ευρωπαϊκού καθεστώτος ασφαλείας, παράλληλα με την αποδοχή από την ΕΕ του δικαιώματος της Τουρκίας για ανεξάρτητη επιλογή στη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο, τη Μεσόγειο και τον Καύκασο.

Για την Άγκυρα, υπάρχουν τρία μεγάλα εμπόδια στην ευρωπαϊκή πορεία

Κύπρος: Η Τουρκία επιμένει ότι δεν θα επιτρέψει στην Κύπρο να είναι ισότιμο μέλος με δικαίωμα βέτο στο κλαμπ στο οποίο επιδιώκει να ενταχθεί.

Ελλάδα: δεν θα είναι εύκολο για την ελληνική κυβέρνηση να εγκαταλείψει το ευρωτουρκικό ζήτημα εγκαταλείποντας πλήρως τις αναθεωρητικές πολιτικές της και τις αμφισβητήσεις της κυριαρχίας της.

Η Γαλλία η οποία όχι μόνο για λόγους πολιτικούς αλλά και στρατηγικούς είναι αντίθετη με την ανάδειξη της Τουρκίας σε ισχυρή περιφερειακή δύναμη στη Μ. Ανατολή, Β. Αφρική και Αν. Μεσόγειο.

Στα εμπόδια της Τουρκίας συμπεριλαμβάνονται και τα φιλελεύθερα κινήματα και πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη αλλά και από την άλλη μεριά του πολιτικού τόξου όλες οι ισλαμοφοβικές και ξενοφοβικές συντηρητικές δυνάμεις.

Αυτή είναι η πραγματικότητα που αποτυπώνεται στην ξαφνική εικόνα που παρακολουθούμε και τις τελευταίες εβδομάδες με τον Ερντογάν που γίνεται η θέλει να φαίνεται «αρνάκι».

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο