Μπαράζ αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις φέρνει το νομοσχέδιο που θα φέρει μετά τον Δεκαπενταύγουστο σε δημόσια διαβούλευση ο υπουργός Εργασίας, κ. Άδωνις Γεωργιάδης.
Ο λόγος για το ν/σ ενσωμάτωσης της κοινοτικής οδηγίας (2019/1152) περί “διαφανών και προβλέψιμων όρων εργασίας” στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στόχος της οδηγίας είναι η βελτίωση των όρων εργασίας, η προώθηση περισσότερο διαφανούς και προβλέψιμης απασχόλησης, με την παράλληλη διασφάλιση της προσαρμοστικότητας της αγοράς εργασίας.
Μεταξύ αυτών προβλέπεται μέγιστη διάρκεια 6 μήνες στη δοκιμαστική περίοδο για τους νέους εργαζομένους, δυνατότητα ευνοϊκότερης σύμβασης εργασίας μετά τη δοκιμαστική περίοδο, παράλληλης απασχόλησης, υποχρεωτική κατάρτιση από την επιχείρηση εντός του ωραρίου απασχόλησης.
Οι κυριότερες προβλέψεις του νομοσχεδίου Πιο αναλυτικά, οι σημαντικότερες αλλαγές τις οποίες προβλέπει το νομοσχέδιο είναι οι εξής:
Έως 6 μήνες η δοκιμαστική περίοδος
Όταν η σχέση εργασίας υπόκειται σε δοκιμαστική περίοδο, όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία ή πρακτική, η εν λόγω περίοδος δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Στην περίπτωση σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, τα κράτη-μέλη διασφαλίζουν ότι η διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου είναι ανάλογη προς την αναμενόμενη διάρκεια της σύμβασης και τη φύση της εργασίας. Σε περίπτωση ανανέωσης μιας σύμβασης για την ίδια θέση και τα ίδια καθήκοντα, δεν απαιτείται νέα δοκιμαστική περίοδος για τη σχέση εργασίας.
Τα κράτη-μέλη μπορούν, κατ’ εξαίρεση, να προβλέπουν δοκιμαστικές περιόδους μεγαλύτερης διάρκειας, στις περιπτώσεις που αυτό δικαιολογείται από τη φύση της εργασίας ή είναι προς το συμφέρον του εργαζομένου. Στις περιπτώσεις στις οποίες ο εργαζόμενος απουσίασε από την εργασία του κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου, τα κράτη-μέλη έχουν τη δυνατότητα να θεσπίσουν ανάλογη παράταση της αντίστοιχης περιόδου, σε συνάρτηση με τη διάρκεια της απουσίας.
“Παράθυρο” ευνοϊκότερης σύμβασης
Ο εργαζόμενος με τουλάχιστον 6 μήνες υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη, που έχει ολοκληρώσει τη δοκιμαστική του περίοδο, εφόσον αυτή προβλέπεται, μπορεί να ζητήσει μορφή απασχόλησης με πιο προβλέψιμους και ασφαλείς όρους εργασίας, εφόσον αυτή είναι διαθέσιμη, και να λάβει αιτιολογημένη γραπτή απάντηση.
Ο εργοδότης παρέχει την αιτιολογημένη γραπτή απάντηση εντός ενός μηνός από την υποβολή της αίτησης. Όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα που ενεργούν ως εργοδότες και τις πολύ μικρές, μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις, τα κράτη-μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η προθεσμία αυτή θα παρατείνεται σε 3 το πολύ μήνες και να επιτρέπουν την προφορική απάντηση σε επακόλουθο παρόμοιο αίτημα που υποβάλλει ο ίδιος εργαζόμενος, εάν η αιτιολόγηση της απάντησης όσον αφορά την κατάσταση του εργαζομένου παραμένει αμετάβλητη.
Δυνατότητα παράλληλης απασχόλησης
Ο εργοδότης δεν πρόκειται να απαγορεύσει σε εργαζόμενο να αναλάβει εργασία σε άλλους εργοδότες, εκτός του ωραρίου εργασίας που καθορίζεται με τον εν λόγω εργοδότη, ή να επιφυλάξει δυσμενή μεταχείριση σε εργαζόμενο για τον λόγο αυτό.
Τα κράτη-μέλη μπορούν να ορίζουν προϋποθέσεις για τη χρήση των περιορισμών περί ασυμβίβαστου από εργοδότες για αντικειμενικούς λόγους, όπως η υγεία και η ασφάλεια, η προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου, η ακεραιότητα του δημοσίου τομέα ή η αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων.
Εργατικό “βέτο” σε απρόβλεπτες αλλαγές ωραρίου
Σε περίπτωση που το πρόγραμμα οργάνωσης του χρόνου εργασίας είναι εξολοκλήρου ή ως επί το πλείστον μη προβλέψιμο, ο εργαζόμενος δεν υποχρεώνεται από τον εργοδότη να εργαστεί εάν δεν πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
– Η εργασία λαμβάνει χώρα εντός προκαθορισμένων ωρών και ημερών αναφοράς.
– Ο εργαζόμενος έχει ενημερωθεί από τον οικείο εργοδότη για ανάθεση εργασίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος πριν από τη διεξαγωγή, καθοριζόμενου σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τις συλλογικές συμβάσεις κ.λπ.
Σε περίπτωση που ένας ή και οι δύο παραπάνω όροι δεν πληρούνται, ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να αρνηθεί ανάθεση εργασίας χωρίς να υποστεί δυσμενείς συνέπειες κ.λπ.
Υποχρεωτική κατάρτιση εντός ωραρίου
Όταν ο εργοδότης υποχρεούται από την κοινοτική ή την εθνική νομοθεσία ή τις συλλογικές συμβάσεις να παρέχει κατάρτιση στον εργαζόμενο για την εκτέλεση της εργασίας για την οποία εργάζεται, η κατάρτιση αυτή παρέχεται δωρεάν στον εργαζόμενο, υπολογίζεται ως χρόνος εργασίας και, ει δυνατόν, πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια των ωρών εργασίας.
Προστασία από δυσμενή μεταχείριση εργοδότη
Τα κράτη- μέλη οφείλουν να θεσπίσουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων που είναι εκπρόσωποι εργαζομένων, από δυσμενή μεταχείριση από τον εργοδότη ή δυσμενείς συνέπειες που προκύπτουν από καταγγελία που υπέβαλαν στον εργοδότη ή από τυχόν διαδικασίες που έχουν κινήσει με σκοπό να επιβάλουν συμμόρφωση με τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.
Δυνατότητα συμπερίληψης των νέων αλλαγών σε συλλογικές συμβάσεις
Μπορεί να επιτρέπεται στους κοινωνικούς εταίρους να διατηρούν, να διαπραγματεύονται, να συνάπτουν και να επιβάλλουν συλλογικές συμβάσεις, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική, οι οποίες, τηρώντας ταυτόχρονα τη γενική προστασία των εργαζομένων, θεσπίζουν ρυθμίσεις για τους όρους εργασίας των εργαζομένων οι οποίες διαφέρουν από τις παραπάνω.
Απαγόρευση της υποβάθμισης ευνοϊκότερων εθνικών ρυθμίσεων
Οι παραπάνω προβλέψεις της κοινοτικής οδηγίας δεν αποτελούν επαρκή αιτιολογία για την υποβάθμιση του γενικού επιπέδου της προστασίας που ήδη παρέχεται στους εργαζομένους εντός των κρατών-μελών.
Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το προνόμιο των κρατών-μελών να εφαρμόζουν ή να εκδίδουν νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις περισσότερο ευνοϊκές για τους εργαζομένους ή να ενθαρρύνουν ή να επιτρέπουν την εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων που είναι ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους.
Απαγόρευση απόλυσης σε όσους άσκησαν τα δικαιώματά τους
Λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα ώστε να απαγορεύεται η απόλυση ή οποιοδήποτε ισοδύναμό της και κάθε προκαταρκτική ενέργεια για την απόλυση εργαζομένων, επειδή άσκησαν τα δικαιώματα που προβλέπονται παραπάνω. Οι εργαζόμενοι που θεωρούν ότι έχουν απολυθεί ή έχουν υποβληθεί σε μέτρα με ισοδύναμο αποτέλεσμα, για τον λόγο ότι έχουν ασκήσει τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα κοινοτική οδηγία, μπορούν να ζητούν από τον εργοδότη να τους γνωστοποιήσει τους λόγους της απόλυσης ή του ισοδυνάμου της, δεόντως τεκμηριωμένους.