Πριν από ενάμιση μόλις μήνα ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία πέτυχαν μια ευρεία εκλογική και ιδεολογική νίκη, καταγράφοντας μια διαφορά 23 ποσοστιαίων μονάδων απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και εκσυγχρονισμού της Νέας Δημοκρατίας, και ιδίως η υπόσχεσή της για αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων των εργαζομένων, έπεισε την πλειοψηφία της κοινωνίας και έδωσε στον Κυριάκο Μητσοτάκη επαρκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να εφαρμόσει το πρόγραμμα αυτό.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ωστόσο, κατέστη σαφές ότι η δυναμική αυτής της μεταρρύθμισης θα μπορούσε να θολώσει από την κατάφωρη αδράνεια του κρατικού μηχανισμού. Η αδυναμία της ελληνικής αστυνομίας να ελέγξει και να απενεργοποιήσει απειλές μεσαίου κινδύνου για την ασφάλεια, όπως η επίθεση 150 Κροατών χούλιγκαν στην Αθήνα και η έκρηξη πυρομαχικών στην αεροπορική βάση της Νέας Αγχιάλου, έφερε δραματικά στην επιφάνεια τη χρόνια παθολογία των κρατικών θεσμών.
Όσες καινοτόμες μεταρρυθμίσεις και αν σχεδιάσει μια φιλόδοξη κυβέρνηση, δεν θα είναι ικανές να φέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα εάν δεν υπάρξουν βαθιές τομές στη λειτουργία, τη στελέχωση και, το κυριότερο ίσως, στην αξιολόγηση του δημόσιου τομέα. Όπως ξεκάθαρα ανέφερε ο Πρωθυπουργός στις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης, “ο τόπος μας, δυστυχώς, κουβαλά ακόμα στρεβλώσεις και αμαρτίες δεκαετιών που επιδεινώθηκαν από την πρωτοφανή οικονομική περιπέτεια της τελευταίας δεκαετίας”. Η προφανής αυτή διαπίστωση δεν πρέπει όμως να αποτελέσει κάποιου είδους άλλοθι για συνέχιση και διαιώνιση αυτών των στρεβλώσεων, αλλά εφαλτήριο για ριζικές και γενναίες αλλαγές.
Τα τραγικά γεγονότα στη Νέα Φιλαδέλφεια έδειξαν με συγκλονιστικό τρόπο ότι η πολιτική της ανοχής και της αδράνειας απέναντι στους οργανωμένους χούλιγκανς δεν προκαλεί μόνο ανθρώπινες απώλειες, αλλά καταστρέφει και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στους κρατικούς θεσμούς, αλλά και υπονομεύει την πεποίθηση ότι η πολιτική εξουσία μπορεί πραγματικά να βελτιώσει τη ζωή των πολιτών και να εγγυηθεί την ασφάλειά τους. Όπως προκύπτει από τα σχετικά δημοσιεύματα η αδράνεια της Ελληνικής Αστυνομίας πηγάζει από την αδυναμία του προσωπικού της να εφαρμόσει αποτελεσματικά σχέδια πρόληψης. Ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης άφησε μάλιστα να εννοηθεί ότι μπορεί να υπάρχουν προβλήματα στην οργανωτική διαχείριση της Ελληνικής Αστυνομίας.
Επιπλέον, οι πληγές από το θανατηφόρο σιδηροδρομικό ατύχημα στα Τέμπη είναι ακόμη νωπές και ένα άλλο νευραλγικό υποσύστημα της πολιτείας – οι υποδομές μεταφορών – απέτυχε και πάλι παταγωδώς λόγω της αδράνειας στην εφαρμογή και λειτουργία των απαραίτητων συστημάτων ασφαλείας και της αρνητικής, σχεδόν σκανδαλώδους, στελέχωσης των υποδομών.
Ωστόσο, δεν αρκεί πλέον να παραμείνουμε στο επίπεδο των δηλώσεων. Η κυβέρνηση έχει εκλεγεί για να λύσει αυτές τις μακροχρόνιες παθογένειες στον πυρήνα του κράτους. Είναι πλέον απτή η ανάγκη για αξιολόγηση όλων των στελεχών του δημόσιου τομέα από ανεξάρτητους φορείς, για ριζική αλλαγή του τρόπου επιλογής διευθυντών και στελεχών και για συνεχή επικαιροποίηση του συστήματος λειτουργίας και ασφάλειας των βασικών λειτουργιών του κράτους.
Εκτός από το περίφημο «rotation» των υπουργών, η αποτελεσματική λειτουργία του κράτους καθορίζεται από την ύπαρξη διαδικασιών διαχείρισης και αξιολόγησης του προσωπικού και των διοικητικών συστημάτων. Και αυτή η αξιολόγηση δεν μπορεί να γίνει εσωτερικά. Κι αυτό γιατί πρόκειται, τελικά, για μια συμφωνία μεταξύ των παρατάξεων και ομάδων του βαθέος Κράτους, και το Βαθύ Κράτος ξέρει πώς να επιβιώνει. Αλλά για να αλλάξει ριζικά αυτό το παγιωμένο σύστημα αδράνειας, χρειάζεται μια κεντρική πολιτική απόφαση και το παγιωμένο σύστημα ευνοιοκρατίας πρέπει να καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων. Αυτό είναι πλέον απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας και χρέος της κυβέρνησης απέναντι στους πολίτες της. Ο «πολυδιάστατος εκσυγχρονισμός» που φιλόδοξα εξήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής απαιτεί ακριβώς μια τέτοια ρήξη με την ακαμψία του βαθέος κράτους και την αδράνεια ανεύθυνου διοικητικού προσωπικού.