Τρία ορόσημα στο δρόμο για τη Χάγη
Πηγή Φωτογραφίας: ΠΗΓΗ: REPORTER.GR - ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ - ΕΡΝΤΟΓΑΝ: ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
Στο προσκήνιο επανέρχονται τα ζητήματα της εγχώριας επικαιρότητας αλλά και το μεγάλο «στοίχημα» των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπως διαμορφώθηκε μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Βίλνιους και την απόφαση να διερευνηθεί η δυνατότητα παραπομπής της μείζονος διαφοράς με την Άγκυρα, δηλαδή της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, στη Χάγη.
Με δεδομένο ότι περί τα μέσα Σεπτεμβρίου θα συναντηθούν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη ο πρωθυπουργός και ο Τούρκος πρόεδρος, ενώ θα προηγηθούν οι συναντήσεις των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, στην ατζέντα Αθήνας και Αγκυρας εκ των πραγμάτων θα κυριαρχήσουν τα τρία μεγάλα «ορόσημα» από τα οποία θα κριθεί εάν το Βίλνιους θα αποτελέσει ένα σημείο-τομή στις διμερείς σχέσεις ή ακόμη μία χαμένη ευκαιρία για την επίλυση των υφιστάμενων διαφορών. Συγκεκριμένα, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν κατά τις διερευνητικές επαφές, στο τραπέζι των συζητήσεων θα μπει ο «πυρήνας» του ζητήματος και συγκεκριμένα:
– Η ατζέντα με την οποία οι δύο χώρες θα ήταν δυνατόν να προσέλθουν στη Χάγη.
– Οι παραδοχές επί των οποίων θα διαμορφωθεί το απαιτούμενο συνυποσχετικό της προσφυγής.
– Το χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου οι συζητήσεις με επίκεντρο τη Χάγη θα πρέπει να ολοκληρωθούν είτε με θετική είτε με αρνητική έκβαση.
Το “πακέτο” των τριών αλληλένδετων θεμάτων που συνθέτουν τον λεγόμενο “πολιτικό διάλογο” θα διαχειριστούν ο κ. Γεραπετρίτης και ο κ. Φιντάν, συνεπικουρούμενοι από την υφυπουργό Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και τους Τούρκους ομολόγους της σε τεχνικά θέματα.
Η Αθήνα δηλώνει ότι είναι ανοικτή σε διάλογο για τα τρία προαναφερθέντα ζητήματα, αλλά θα προσέλθει στις συνομιλίες με συγκεκριμένες “κόκκινες γραμμές”, όπως έχει ήδη ενημερώσει την άλλη πλευρά του Αιγαίου. Ειδικότερα, όσον αφορά την ατζέντα, είναι σαφές ότι στη Χάγη θα παραπεμφθεί μόνο το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ και όχι άλλα θέματα που θέτει κατά καιρούς η Άγκυρα. Είναι επίσης πιθανό να υπάρξει συνολική διευθέτηση της ελληνοτουρκικής διαφοράς, τουλάχιστον εν μέρει προς ικανοποίηση και των δύο πλευρών, σε θέματα όπως η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Όσον αφορά τις παραδοχές της προσφυγής, τα μέρη πρέπει να συμφωνήσουν όχι μόνο για τη δικαιοδοσία της Χάγης και το περιεχόμενο της συμφωνίας (δεδομένου ότι η Αθήνα δεν αποδέχεται τα επιχειρήματα περί αποστρατιωτικοποίησης), αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο το δικαστήριο θα αποφανθεί, δηλαδή αν θα αποφανθεί με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας. Η θεωρητική απόσταση που χωρίζει την Αθήνα και την Άγκυρα σε αυτόν τον τομέα φαίνεται τεράστια, αλλά στην πράξη θα μπορούσε να είναι πολύ μικρότερη. Οι βασικές διατάξεις για το Δίκαιο της Θάλασσας λέγεται πλέον ότι αποτελούν και εθιμικό δίκαιο, και από αυτή την άποψη είναι ήδη «δεσμευτικές» για την Τουρκία.¨
Ένα τρίτο ζήτημα που αφορά και τις δύο πλευρές είναι ο χρόνος διεξαγωγής των συνομιλιών. Η γενική άποψη είναι ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί η τρέχουσα δυναμική, τόσο στην Αθήνα όσο και στην Άγκυρα, λόγω των νωπών και ισχυρών εντολών τόσο του Μητσοτάκη όσο και του Ερντογάν μετά τις πρόσφατες εκλογικές τους νίκες. Ειδικότερα, εικάζεται ότι η «υπόθεση Χάγη» θα πρέπει να «κλείσει» μέχρι τις αρχές του 2024, είτε θετικά είτε αρνητικά. Επιπλέον, Μητσοτάκης και Ερντογάν δεν θα συναντηθούν μόνο στη Νέα Υόρκη τον επόμενο μήνα, αλλά και στο πλαίσιο του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας στη Θεσσαλονίκη στο τέλος του έτους. Η απευθείας συνάντηση μεταξύ των κ.κ. Γεραπετρίτη και Φιντάν θα πραγματοποιηθεί την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου ή του Σεπτεμβρίου, οπότε η όλη διαδικασία θα ξεκινήσει άμεσα.
Στην Αθήνα, οι δυσκολίες να γίνει αποδεκτό το παραπάνω πλαίσιο από την Άγκυρα είναι κατανοητές. Από την άλλη πλευρά, όμως, θεωρείται ότι υπάρχει ένα «παράθυρο ευκαιρίας», υπό την έννοια ότι ο πρόεδρος Ερντογάν έχει να κερδίσει κάτι από την πλήρη επίλυση της διμερούς διένεξης.
Πέρα από το ότι ανοίγει ο δρόμος για την αξιοποίηση σημαντικών φυσικών πόρων που σε μερικές δεκαετίες δεν θα έχουν πλέον ουσιαστική σημασία –και τούτο ισχύει και για την Ελλάδα– η Άγκυρα μπορεί να κερδίσει:
– Ένα νέο πλαίσιο συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της αναθεώρησης της συμφωνίας τελωνειακής ένωσης που φαίνεται πως ενδιαφέρει και πάλι τον Τούρκο πρόεδρο.
– Την οριστική αλλαγή σελίδας στις δύσκολες τα τελευταία χρόνια σχέσεις με την Ουάσιγκτον.
– Ένα συνολικά καλύτερο τοπίο για την τουρκική οικονομία που συνεχίζει να τελεί υπό δοκιμασία, παρά τις συνεχείς «ενέσεις» στήριξης από τις χώρες του Κόλπου.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας