Τα αδύναμα στοιχεία από το μέτωπο της οικονομίας οδήγησαν σε ράλι τα ομόλογα της Ευρωζώνης και ειδικά της περιφέρειας, καθώς ενισχύεται πλέον η πιθανότητα παύσης των αυξήσεων επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου. Τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία και είχαν υποαποδώσει το προηγούμενο διάστημα εν μέσω του γενικότερου sell-off που είχε σημειωθεί στις αγορές, κατέγραψαν τις καλύτερες επιδόσεις.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της S&P Global, η συρρίκνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη επιταχύνθηκε, με τον σύνθετο δείκτη HCOB PMI που συνδυάζει τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες να υποχωρεί στις 47 μονάδες τον Αύγουστο από 48,6 μονάδες τον Ιούλιο (επίπεδα κάτω των 50 μονάδων σημαίνουν συρρίκνωση). Αυτό είναι το χαμηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2020. Τη μεγαλύτερη συρρίκνωση εμφάνισε η Γερμανία, με τον σύνθετο δείκτη HCOB PMI να υποχωρεί στις 44,7 μονάδες και σε χαμηλό 39 μηνών.
Αυτά τα στοιχεία περιπλέκουν τα πράγματα για την ΕΚΤ, η οποία θέλει να ελέγξει τον πληθωρισμό, χωρίς ωστόσο να προκαλέσει ύφεση στην οικονομία. Οι αναλυτές έτσι εκτιμούν ότι είναι πολύ πιθανό να πραγματοποιήσει μια παύση στη νομισματική σύσφιγξη τον Σεπτέμβριο, με τις αγορές να δίνουν πλέον μόλις 40% πιθανότητα για νέα αύξηση των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίαση, έπειτα από εννέα διαδοχικές αυξήσεις.
«Αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα κάνει μια παύση τον Σεπτέμβριο, αλλά δεν είναι σαφές ότι ο πληθωρισμός έχει φθάσει εκεί όπου τον θέλει. Συνεπώς μια παύση δεν πρέπει να παρερμηνεύεται ως η κορυφή των επιτοκίων», σημειώνει ο Μαρκ Γουόλ, επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank. «Η συνεχιζόμενη απότομη πτώση των δεικτών PMI θα δοκιμάσει την αισιοδοξία της ΕΚΤ για την ανάπτυξη», προσθέτει ο οικονομολόγος.
Ανάλογη είναι και η άποψη της Citi: «Τα νέα στοιχεία των PMI μειώνουν τις πιθανότητες αύξησης των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο και αυξάνουν την πιθανότητα οι μειώσεις επιτοκίων να γίνουν νωρίτερα από ό,τι νόμιζαν τα περισσότερα μέλη του διοικητικού συμβουλίου».
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης κατέγραψαν βουτιά μετά τα νέα οικονομικά στοιχεία, με τα ελληνικά ομόλογα να ξεχωρίζουν. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς υποχώρησε κατά σχεδόν 5% στο 3,81%, ενώ το spread διαμορφώθηκε στις 128 μονάδες βάσης και στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Οκτώβριο του 2021. Στο 2,54% διαμορφώθηκε η απόδοση στο 10ετές γερμανικό ομόλογο με πτώση 4%.
Οι ελληνικοί τίτλοι απέχουν μόλις 25 μ.β. από τους ισπανικούς (απόδοση 3,56%), ενώ διαπραγματεύονται 40 μ.β. χαμηλότερα σε σχέση με τους ιταλικούς. Η JPMorgan μάλιστα εκτιμά πως το spread Ελλάδας και Ιταλίας θα φθάσει τις -50 μ.β. καθώς πλησιάζουν οι «ετυμηγορίες» των μεγάλων οίκων αξιολόγησης, αφού θεωρεί πως υπάρχει υψηλή πιθανότητα για τριπλή αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα έως τον Δεκέμβριο. Συγκεκριμένα εκτιμά πως στις 8 Σεπτεμβρίου η DBRS θα αναβαθμίσει τη χώρα στο επίπεδο-ορόσημο, με τις S&P και Fitch να την ακολουθούν στις 20 Οκτωβρίου και 1η Δεκεμβρίου, αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά πως τα ελληνικά ομόλογα θα ενταχθούν στους διεθνείς δείκτες ομολόγων πριν από το τέλος του 2023.
Ετσι η αμερικανική τράπεζα διατηρεί, όπως σημειώνει, εποικοδομητική άποψη για τους ελληνικούς τίτλους μεσοπρόθεσμα και προβλέπει ότι θα διαπραγματεύονται σταθερά με χαμηλότερες αποδόσεις σε σχέση με τους ιταλικούς χάρη στα ισχυρά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, στο σταθερό πολιτικό τοπίο και στην υψηλή πιθανότητα επιστροφής της χώρας στο investment grade φέτος.