Θολώνουν οι προοπτικές των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, προειδοποιεί η JP Morgan. Όπως σημειώνει ο στρατηγικός αναλυτής του αμερικανικού επενδυτικού οίκου Mislav Matejka, οι λεγόμενες κυκλικές μετοχές –τράπεζες, λιανεμπόριο, αυτοκινητοβιομηχανίες και κεφαλαιουχικά αγαθά- μπορεί να εμφανίσουν περαιτέρω πτώση, καθώς η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνει και η ανάκαμψη της Κίνας απογοητεύει.
Αφότου εμφάνισαν υπερ-αποδόσεις έναντι των αμυντικών κλάδων έως τις αρχές του Αυγούστου, οι κυκλικές μετοχές άρχισαν να δέχονται πιέσεις όταν τα στοιχεία έδειξαν απότομη συρρίκνωση της δραστηριότητας στον ιδιωτικό τομέα της Ευρώπης.
Την ίδια στιγμή, τα δεδομένα από την Κίνα δείχνουν μείωση των εξαγωγών, αδύναμες καταναλωτικές δαπάνες και μια εντεινόμενη κρίση στο real estate. Η κατάσταση αυτή εκτιμάται ότι απειλεί ιδιαίτερα κλάδους όπως αυτός των ορυχείων στην Ευρώπη.
Αν και παραδοσιακά η αύξηση στις αποδόσεις των ομολόγων συνοδεύεται από ράλι στις κυκλικές μετοχές, αυτή τη φορά, οι τίτλοι αυτοί δεν ωφελήθηκαν από την εκτίναξη των αποδόσεων στην αγορά ομολόγων. Όπως εξηγεί ο Matejka, αυτό συνέβη γιατί η αύξηση στο κόστος δανεισμού έγινε για τους «λάθος λόγους»: Εξαιτίας της υποβάθμισης του αξιόχρεου των ΗΠΑ από τη Fitch και της χαμηλότερης ζήτησης για ομόλογα και όχι μόνο γιατί υποχωρούν οι ανησυχίες για μια αμερικανική ύφεση.
Σημειώνεται ότι η JP Morgan είχε προβλέψει εύστοχα τις υπερ-αποδόσεις των μετοχών αξίας έναντι των μετοχών ανάπτυξης πέρυσι, αλλά φέτος, η εκτίμησή της ότι τα χρηματιστήρια θα κορύφωναν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023 δεν δικαιώθηκε, καθώς οι μετοχές σημείωσαν ράλι σε όλο το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Πάντως, την επιφυλακτικότητα της JP Morgan γύρω από τις προοπτικές των ευρωπαϊκών μετοχών συμμερίζονται και άλλοι οίκοι. Στην τελευταία δημοσκόπηση που πραγματοποίησε το Bloomberg, οι αναλυτές εκτίμησαν ότι ο δείκτης Stoxx 600 θα κλείσει τη χρονιά γύρω στις 453 μονάδες, δηλαδή περίπου στα επίπεδα όπου διαμορφώθηκε χθες.