Περιορισμένες αποκλίσεις από τα υπεσχημένα αναμένεται να περιλαμβάνει το πακέτο της ΔΕΘ προκειμένου να μην διαταραχθεί η λεπτή ισορροπία με τις αγορές και να καταφέρει η χώρα να αποσπάσει την επενδυτική βαθμίδα το συντομότερο φέτος, τουλάχιστον από δύο μεγάλους οίκους.
Εν αναμονή κρίσιμων αξιολογήσεων, από την DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου, λίγο πριν από τη ΔΕΘ, από την S&P στις 20 Οκτωβρίου και από τη Fitch την 1η Δεκεμβρίου, ο παράγοντας δημοσιονομική πειθαρχία και επίτευξη πλεονασμάτων που θα βαίνουν αυξανόμενα, υπερκαλύπτοντας σταδιακά τις ετήσιες δαπάνες για τόκους, καθίσταται κεντρικός στην κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2024.
Πρόκειται για έναν προϋπολογισμό που θα είναι από τους πλέον κρίσιμους των τελευταίων ετών καθώς θα πρέπει να «διαβαστεί» από τις αγορές ως μια διαβεβαίωση από την Αθήνα πως η διαρκής βελτίωση στα δημόσια οικονομικά προκειμένου το χρέος να παραμείνει σε πτωτική τροχιά, είναι μια σταθερή δέσμευση.
Με βάση τις προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας και υπό τον όρο των σταθερών πολιτικών, το πρωτογενές αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα 1,1% για το 2023, 2,1% το 2024, 2,3% το 2025 και 2,5% το 2026.
Όπως αναφέρεται από παράγοντες της αγοράς είναι προφανές πως όσο ταχύτερα καταφέρει η Ελλάδα να φέρει μπροστά το στόχο του 2,3% που έχει τεθεί για το 2025 τόσο πιο εύκολα θα εδραιώσει την επενδυτική βαθμίδα καταφέρνοντας ίσως να κερδίσει και νέα σκαλοπάτια στην κατάταξη των οίκων.
Όπως άλλωστε επισημαίνουν αξιωματούχοι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι ένα μεγάλο ορόσημο αλλά θα πρέπει να εκλαμβάνεται περισσότερο ως ένα πρώτο βήμα και ως αρχή με μεγάλο ζητούμενο η χώρα να κερδίσει ακόμη υψηλότερη βαθμολογία και σταδιακά να απομακρυνθεί σε απόσταση ασφαλείας από το ενδεχόμενο εκ νέου απώλειας της επενδυτικής βαθμίδας μεσοπρόθεσμα.
Ένα απευκταίο σενάριο που θα ήταν καταστροφικό για την εγχώρια αγορά ομολόγων και μετοχών.
Προς το παρόν η κυβέρνηση προσγειώνει τις μεγάλες προσδοκίες για παροχές φέτος, ελπίζοντας σε μια διπλή αναβάθμιση σε 45 μέρες, αρχής γενομένης από την 8η Σεπτεμβρίου και την αξιολόγηση από την DBRS, με ορίζοντα την αξιολόγηση από την S&P στις 20 Οκτωβρίου.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας να είναι ακόμη μακριά για τον οίκο, καθώς επιμένει να μας κρατά εδώ και καιρό πολύ χαμηλά σε σχέση με τους άλλους οίκους. Το ενδεχόμενο όμως μιας βελτίωσης στις 20 Σεπτεμβρίου που επικαιροποιεί την αξιολόγηση του ο οίκος, ο μεγαλύτερος εκ των τεσσάρων οίκων, θα ήταν σίγουρα μια μη αμελητέα εξέλιξη.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί πως η συντηρητική στάση απέναντι στις επιπλέον παροχές διευκολύνει και τη θέση της χώρας στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαβουλεύσεων σε επίπεδο ΕΕ για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, αρχής γενομένης από τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 15 Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις και οι δύο ημερομηνίες θα μπορούσαν να κρύβουν θετικές εκπλήξεις για την Ελλάδα. Παράλληλα η στρατηγική αυτή εξυπηρετεί και το στόχο να βελτιώσει και η Moody’s την αξιολόγηση της.