Η αστάθεια του καιρού στις αρχές του καλοκαιριού και οι πολυάριθμες πυρκαγιές του Ιουλίου και του Αυγούστου, εξασφάλισαν τη συνέχεια στις ανατιμήσεις των τροφίμων, που έφτασαν τον Ιούλιο το 12,4%.
Η μεγέθυνση του – ήδη μεγάλου – προβλήματος με τις τιμές των τροφίμων, προκύπτει ως ένας συνδυασμός αρνητικών εξελίξεων. Από τον Ιούλιο, οι τιμές των δημητριακών έχουν αρχίσει να αυξάνονται, λόγω της κατάρρευσης της σχετικής συμφωνίας Ουκρανίας – Ρωσίας για εξαγωγές. Από τις αρχές του μήνα, οι αρτοποιοί έχουν ενημερωθεί για αυξήσεις τουλάχιστον 12% στα άλευρα. Από τα δημητριακά εξαρτώνται και οι τιμές στις ζωοτροφές και πολλά από τα συστατικά των τροφίμων. Την ίδια ώρα, οι εισαγόμενες πρώτες ύλες για την παρασκευή τροφίμων, λόγω των συνεχιζόμενων προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας, τρέχουν με αυξήσεις από 15% έως και 25%. Στα κρέατα, η μειωμένη εγχώρια διαθεσιμότητα ειδικά σε βοοειδή, και άρα οι ακριβές εισαγωγές, οι αυξήσεις στις ζωοτροφές για τα εγχώρια κρέατα, τα πουλερικά, το γάλα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αυγά τρέχουν ακόμη με αυξήσεις πάνω από 15%.
O παράγοντας κλιματική κρίση
Σε όλα αυτά, ήρθε να προστεθεί για φέτος η αστάθεια του καιρού στις αρχές του καλοκαιριού, αλλά και οι πυρκαγιές του Ιουλίου, παράγοντες οι οποίοι έβαλαν φωτιά και στα εποχικά είδη. Η παραγωγή σε λαχανικά και τα φρούτα εποχής είχαν από μέτριες έως και μεγάλες ζημιές στην παραγωγή τους. Το αποτέλεσμα ήταν να έχουμε αυξήσεις πάνω από 30% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2202, στα κεράσια, τα σταφύλια, τα καρπούζια, τα ροδάκινα, τις τομάτες, τα φρέσκα φασολάκια και άλλα πράσινα λαχανικά. Συνεχείς αυξήσεις είχε για φέτος και η τιμή του ελαιόλαδου, λόγω κακής παραγωγής σε Ιταλία και Ισπανία. Από τα συναρμόδια υπουργεία Ανάπτυξης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Εθνικής Οικονομίας, εκτιμούν ότι η ζημιά στην παραγωγή εκτός από την ανάγκη για αποζημιώσεις, θα έχει αποτέλεσμα να διατηρήσει και τιμές υψηλά τουλάχιστον για οκτώ με εννέα μήνες. Τούτο διότι εκτός από τα φρέσκα φρούτα και τα λαχανικά της εποχής, έχουμε ζημιές σε καλλιέργειας για είδη που θα διατεθούν τους μήνες φθινοπώρου και χειμώνα. Η κατάσταση αυτή μπορεί να διορθωθεί ως ένα βαθμό με εισαγωγές και θα εξομαλυνθεί όμως μόνο αν το 2024 είναι καλύτερη η χρονιά.
Οι συνέπειες
Όλα τα παραπάνω, επιβαρύνουν όλο και περισσότερο τα εισοδήματα των πλέον οικονομικά ευάλωτων, που διαθέτουν για τρόφιμα και το 40% του εισοδήματός τους. Την ίδια ώρα, μαζί με τις ανατιμήσεις των τροφίμων, οι καταναλωτές πληρώνουν εδώ και δύο μήνες ακριβότερα και τα υγρά καύσιμα, ενώ υπάρχουν ανησυχίες ότι τους επόμενους μήνες θα επανέλθουν οι ανατιμήσεις σε όλα τα ενεργειακά προϊόντα.
Όλα αυτά οδηγούν σε παράταση, αν όχι ενίσχυση, των μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, παρά τους περιορισμούς που έχουν αποφασιστεί από τον Ιούνιο σε επίπεδο Eurogroup .
Επίσης, θα πρέπει μάλλον να επανεξεταστεί και ο στόχος για ετήσιο πληθωρισμό στο 4,5%, αφού η πορεία των τιμών ως το τέλος του χρόνου αναμένεται να είναι σταθερά ανοδική.