Ο Δράκος. Φημισμένη ταινία, που γύρισε ο Νίκος Κούνδουρος το 1956, σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλη, μουσική Μάνου Χατζιδάκι και τον Ντίνο Ηλιόπουλο, σε μία ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του, να δοκιμάζει κάτι εντελώς διαφορετικό. Η ιστορία λίγο πολύ γνωστή, ένας ασήμαντος ανθρωπάκος, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, συνειδητοποιεί τρομοκρατημένος ότι μοιάζει με έναν κακοποιό, τον «Δράκο», σύμφωνα με τις εφημερίδες. Όταν θα βρει καταφύγιο σε ένα καταγώγιο, μια συμμορία θα τον αντιμετωπίσει αρχικά με σεβασμό, λόγω της ομοιότητάς του με τον Δράκο. Με επιρροές από τον νεορεαλισμό και το φιλμ νουάρ, ο Κούνδουρος θα αναδείξει τον κόσμο του περιθωρίου, αλλά και τα αδιέξοδα της χειμαζόμενης κοινωνίας. Μια ταινία που γνώρισε παταγώδη αποτυχία στην εποχή της, χαρακτηρίστηκε «ανθελληνική», ακόμη και από την Αριστερά, αλλά δικαιώθηκε στη συνέχεια, αν και υπήρξαν κάποιες υπερβολές υπερεκτίμησης. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος, αν και έξω από τα νερά του, είναι αξιοθαύμαστος, ενώ μια σειρά από καρατερίστες δίνουν τα ρέστα τους στους υπόλοιπους ρόλους.
Το Βλέμμα του Οδυσσέα. Από τις ωριμότερες ταινίες της δεύτερης περιόδου του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που κέρδισε το 1995 το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο στις Κάννες, κάτι που απογοήτευσε τον σκηνοθέτη. Η ταινία, που σημαδεύτηκε από τον ξαφνικό θάνατο του Τζιαν Μαρία Βολοντέ στο περιθώριο των γυρισμάτων στη Φλώρινα, περιγράφει την Οδύσσεια ενός Ελληνοαμερικανού σκηνοθέτη που αναζητά σε όλα τα φλεγόμενα Βαλκάνια κάποιες χαμένες πομπίνες των αδελφών Μανάκη. Όμως η ολιγόλεπτη εμφάνιση του Θανάση Βέγγου και οι μετρημένες κουβέντες προς τον πςρωταγωνιστή Χάρβεϊ Καϊτέλ συνοψίζουν και το πνεύμα της ταινίας: «Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σα λαός. Κάναμε τον κύκλο μας, δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια, ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες και αγάλματα. Και πεθαίνουμε…. Αλλά αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα. Γιατί η αγωνία κρατάει πολύ και κάνει πολύ θόρυβο…». Παίζουν ακόμη οι Έρλαντ Γιόζεφσον, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Ντόρα Βολανάκη κ.ά.